Το Ανώτατο Δικαστήριο (Supreme Court) της Δυτικής Αυστραλίας ενέκρινε την επείγουσα αίτηση μίας 62χρονης από το Περθ να αφαιρέσει σπέρμα από τον πρόσφατα αποβιώσαντα 61χρονο σύζυγό της για πιθανή χρήση σε μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση.
Ο άντρας πέθανε στο σπίτι τους στις 17 Δεκεμβρίου και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Sir Charles Gairdner την ίδια ημέρα.
Αλλά όπως αναφέρθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, η 62χρονη αναγκάστηκε να ζητήσει την έκδοση δικαστικής απόφασης, αφού το εν λόγω νοσοκομείο δε διέθεσε αμέσως έναν «εντεταλμένο υπάλληλο» (designated officer) για να διεκπεραιώσει το αίτημά της να αφαιρεθεί το σπέρμα από το σώμα του συζύγου της και να αποθηκευτεί όσο αυτό παρέμενε ακόμη βιώσιμο.
Κατά την εκδίκαση της αίτησης, στις18 Δεκεμβρίου, έγινε γνωστό ότι το ζευγάρι -τα ονόματα των οποίων δεν μπορούν να δημοσιευθούν για νομικούς λόγους ανέφερε ο Guardian- ήταν παντρεμένο πάνω από 40 χρόνια και είχε περάσει τα τελευταία τέσσερα χρόνια συζητώντας για την απόκτηση ενός ακόμα παιδιού, αφού τα δύο που είχαν αποκτήσει πέθαναν: το ένα το 2013 σε ένα δυστύχημα κατά τη διάρκεια ταξιδιού για ψάρεμα και το άλλο το 2019 σε τροχαίο.
Αλλά ένας ειδικός σε θέματα γονιμότητας ενημέρωσε τη γυναίκα ότι δεν μπορούσε να συλλάβει λόγω της ηλικίας της.
Η εξέταση του σπέρματος του άνδρα διαπίστωσε ότι παρέμενε βιώσιμο.
Στο Δικαστήριο αναφέρθηκε ακόμα ότι μια 20χρονη συγγενής προσφέρθηκε εθελοντικά να γίνει παρένθετη μητέρα για το ζευγάρι σε μια διαδικασία εξωσωματικής γονιμοποίησης.
Αλλά ζει στο εξωτερικό και η 62χρονη είπε ότι πίστευε πως το ζευγάρι θα ήταν νομικά υποχρεωμένο να ζήσει σε αυτή τη χώρα για ένα χρονικό διάστημα πριν προχωρήσει σχετικά.
Οι επαγγελματικές υποχρεώσεις, η πανδημία και ο θάνατος της πεθεράς της γυναίκας σήμαιναν ότι το ζευγάρι έχασε την ευκαιρία να το πράξει.
Κάνοντας δεκτή την αίτηση, η Δικαστής Fiona Seaward επέτρεψε στην 62χρονη να αφαιρέσει το σπέρμα, αλλά όχι να το χρησιμοποιήσει, καθώς αυτό απαιτεί ξεχωριστή απόφαση από τη Δικαιοσύνη.
«Η εν λόγω διαταγή περιορίζεται στο να επιτρέψει την αφαίρεση του σπέρματος και δε συνιστά άδεια για τη χρήση του από την αιτούσα και δεν εξετάζει με κανέναν τρόπο κατά πόσον η αιτούσα μπορεί ή θα μπορούσε να πληροί τα νόμιμα κριτήρια από την άποψη αυτή», δήλωσε η Δικαστής.
Η Δυτική Αυστραλία δεν επιτρέπει επί του παρόντος τη μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση, αν και υπήρξαν πολλές περιπτώσεις όπου τα Dικαστήρια επέτρεψαν τη μεταφορά μεταθανάτιου σπέρματος ή ωαρίων για εμφύτευση για παράδειγμα, στο Κουίνσλαντ και την Περιοχή της Πρωτεύουσας, όπου υπάρχουν λιγότεροι νομικοί περιορισμοί.
Η χρήση ωαρίων ή σπέρματος μετά το θάνατο ενός ατόμου επιτρέπεται σε περιορισμένες περιπτώσεις και στη Βικτώρια.
Για να κάνει το επόμενο βήμα και να χρησιμοποιήσει το γενετικό υλικό, η γυναίκα πρέπει να υποβάλει αίτηση για μεταφορά.
Στην απόφασή της, η Δικαστής επέπληξε επίσης το νοσοκομείο επειδή δεν έθεσε εγκαίρως στη διάθεση της γυναίκας έναν «εντεταλμένο υπάλληλο», γεγονός που θα είχε αποτρέψει την επείγουσα ανάγκη για παρέμβαση της Δικαιοσύνης.
«Είναι απογοητευτικό το γεγονός, όπως φαίνεται ότι, για άλλη μια φορά, μια αιτούσα χρειάστηκε να παραστεί στο Δικαστήριο επειγόντως και υπό τραυματικές συνθήκες για να λάβει μια διαταγή που θα μπορούσε, αν ο εντεταλμένος υπάλληλος έκρινε ότι πληρούνται όλα τα κριτήρια, να χορηγηθεί με ταχύτερο και πιο απλοποιημένο τρόπο».
Ο Roger Hart, καθηγητής Αναπαραγωγικής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Δυτικής Αυστραλίας και ιατρικός διευθυντής της City Fertility, δήλωσε στην The Australian ότι η υπόθεση της 62χρονης εκτός από «τραγική» εγείρει και διάφορα ζητήματα ηθικής.
«Υπάρχουν πολλές ηθικές προκλήσεις», ανέφερε. «Από ιατρικής άποψης όλα είναι εφικτά, αλλά μερικές φορές κάποιος πρέπει να λάβει μια σφαιρική άποψη για το ‘είναι αυτό το σωστό να γίνει;’».
«Τότε είναι που ‘έρχονται’ οι ψυχολόγοι και οι σύμβουλοι … Μερικές φορές μας ‘τυφλώνουν’ οι επιθυμίες και οι ευχές μας, αλλά είναι αυτό πραγματικά το σωστό από κοινωνική άποψη;».
Η Manuela Toledo, Ιατρική Διευθύντρια της TasIVF, επισήμανε ότι οι συνθήκες της προαναφερθείσας υπόθεσης ως πολύ σπάνιες.
Οι περισσότερες κλινικές εξωσωματικής γονιμοποίησης στην Αυστραλία, είπε, απαιτούν τουλάχιστον ένας από τους υποψήφιους γονείς να μην είναι μεγαλύτερος από 50 ετών κατά τη στιγμή της εγκυμοσύνης, ώστε να αυξηθεί η πιθανότητα ένας γονέας να είναι ζωντανός όταν οι απόγονοί του φτάσουν στη νεαρή ενηλικίωση.
«Οι εμπειρογνώμονες που εμπλέκονται σε αυτή την υπόθεση θα πρέπει να εξετάσουν τις επιθυμίες του θανόντος άνδρα και το συμφέρον των τυχόν μελλοντικών παιδιών», δήλωσε η Δρ Toledo.
Ακόμα, ανέφερε ότι «είναι πάντα αβέβαιη η ποιότητα του σπέρματος με τη μεταθανάτια ανάκτηση. Δεν υπάρχει ποτέ εγγύηση ότι το σπέρμα θα είναι βιώσιμο ή κατάλληλο για γονιμοποίηση».