Όσοι Μελβουρνιώτες αποφάσισαν να ρίξουν μια βουτιά στον Κόλπο του Port Phillip, ίσως να παρατήρησαν ότι τις τελευταίες εβδομάδες το νερό έχει αποκτήσει μία αποκρουστική και σκοτεινή απόχρωση του… καφέ.
Την τελευταία εβδομάδα, πολλές από τις παραλίες της Μελβούρνης κρίθηκαν ακατάλληλες για κολύμπι, λόγω της ρύπανσης στον Κόλπο, η οποία -κατά κύριο λόγο- προέρχεται από τα όμβρια ύδατα που εκχέονται στους αγωγούς της πόλης, ενώ βασικός «ένοχος» για την κακή ποιότητα των υδάτων φαίνεται να είναι η βροχερή αρχή του έτους στη Βικτώρια, η οποία σημείωσε ρεκόρ πλημμύρων στα κεντρικά τμήματα της Πολιτείας.
Τρεις φορές την ημέρα, η Αρχή Προστασίας του Περιβάλλοντος (Environmental Protection Authority – EPA) ελέγχει την ποιότητα των υδάτων σε 36 παραλίες, οι οποίες εκτείνονται από το Port Melbourne έως το Portsea και από το Williamstown έως το Werribee.
Επιπροσθέτως, σε εβδομαδιαία βάση, εξετάζει τα νερά για την ύπαρξη εντερόκοκκου – ενός βακτηρίου που σχετίζεται με μόλυνση των υδάτων η οποία προέρχεται από κόπρανα ζώων ή ανθρώπινα απόβλητα.
Αν και η καφετί απόχρωση των νερών του Κόλπου μπορεί να προκαλεί αηδία σε πολλούς, σύμφωνα με τον διευθυντή του προγράμματος υδάτων της EPA για τα ύδατα, Darren Cottam, οι ουσίες για τις οποίες πρέπει να ανησυχούμε είναι αυτές που δεν είναι ορατές.
«Το γεγονός ότι έχει καφέ χρώμα δεν σημαίνει ότι υπάρχουν υψηλά επίπεδα βακτηρίων», εξηγεί ο κ. Cottam, επισημαίνοντας ότι η EPA εστιάζει την προσοχή της «στη μικροβιακή ποιότητα του νερού», δηλαδή στα βακτήρια που εντοπίζονται στο νερό, και στα οποία είναι πιθανόν να εκτεθεί κανείς, είτε καταπίνοντας το νερό είτε μέσω της επαφής του νερού με το δέρμα, το οποίο μπορεί με τη σειρά του να προκαλέσει γαστρεντερικές ασθένειες ή λοιμώξεις του λαιμού και της μύτης.
Με τις έντονες καλοκαιρινές βροχοπτώσεις να δημιουργούν συνήθως έναν χείμαρρο λασπώδους και, κατά καιρούς, μολυσμένου νερού το οποίο εισρέει στον ποταμό Yarra, αλλά και σε άλλες υδάτινες οδούς, το Σάββατο η ποιότητα των υδάτων για τις περισσότερες από τις παραλίες της Μελβούρνης βαθμολογήθηκε ως καλή, παρουσιάζοντας μία βελτίωση από την κακή βαθμολόγηση που δόθηκε την Παρασκευή.
Οι δορυφορικές εικόνες που πάρθηκαν αυτόν τον μήνα δείχνουν μία επιμήκη καφέ ουσία η οποία εισέρχεται στον Κόλπο στις εκβολές του ποταμού Yarra, το οποίο στη συνέχεια μεταφέρεται προς τις παραλίες της πόλης.
Ο κ. Cottam επισημαίνει, επίσης, ότι λόγω των συνεχών και έντονων βροχοπτώσεων, τα νερά του Κόλπου δεν έχουν επαρκή χρόνο να επανέλθουν στη φυσιολογική τους κατάσταση, κάτι που συνήθως συμβαίνει μέσω των παλιρροιών και των ρευμάτων
Επιπλέον, σημειώνεται ότι η υπεριώδης ακτινοβολία του ηλίου λειτουργεί επίσης ως αντίμετρο, εξουδετερώνοντας και εξολοθρεύοντας τα βακτήρια.
«Σε μια κανονική περίοδο, θα αναμενόταν ότι τα βακτήρια θα επέστρεφαν σε επίπεδα τα οποία καθιστούν κατάλληλο το κολύμπι μέσα σε 48 ώρες», σημειώνει ο κ. Cottam.
«Ωστόσο, όταν έχουμε τόσο πολύ νερό που εισέρχεται στον Κόλπο και συνεχείς, έντονες βροχοπτώσεις, αυτό μπορεί να πάρει λίγο περισσότερο χρόνο», προσθέτει.
Επιπλέον, ο ίδιος απευθύνει έκκληση σε νέους, ηλικιωμένους, αλλά και όσους έχουν προβλήματα υγείας, να λάβουν κάποια μέτρα προφύλαξης πριν εισέλθουν σε αυτά τα νερά, όπως το να αποφύγουν να καταπιούν νερό, να καλύψουν τυχόν πληγές με τσιρότο, ή να κάνουν ένα ντους μετά το κολύμπι.
Ο καθηγητής Αστικής Υδρολογίας του Πανεπιστημίου Μελβούρνης, Tim Fletcher, λέει ότι υπάρχουν δύο κύριες πηγές ρύπων στον ωκεανό μετά από έντονες βροχοπτώσεις.
Η πρώτη -και πιο συνηθισμένη- είναι το νερό της βροχής, καθώς οι ρύποι που έχουν συσσωρευτεί σε επιφάνειες όπως στέγες, γήπεδα μπάσκετ, πάρκα, δρόμους και μονοπάτια, παρασύρονται στο σύστημα ομβρίων υδάτων μέσω των αποχετεύσεων.
«Αυτές οι σκληρές επιφάνειες συγκεντρώνουν όλα τα είδη των ρύπων και των ιζημάτων επάνω τους, οπότε όλα αυτά ξεπλένονται στις υδάτινες οδούς με αποτέλεσμα να υπάρχει μια αρκετά μεγάλη έκχυση ρύπων, συμπεριλαμβανομένων των βαρέων μετάλλων, αλλά και των βακτηρίων», τονίζει.
Σε αυτά περιλαμβάνονται βακτήρια που προκαλούν ασθένειες, όπως το E.coli, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε διάρροια και εμετό όταν καταποθεί, εντερόκοκκοι και βακτήρια ανθεκτικά στα φάρμακα, όπως η ψευδομονάδα.
Ο άλλος, λιγότερο συνηθισμένος τύπος μόλυνσης στον κόλπο είναι τα λύματα, τα οποία μπορούν επίσης να εκχυθούν στον ωκεανό.
Αυτό συμβαίνει όταν σημειώνονται πολύ έντονες βροχοπτώσεις ή όταν οι κεντρικοί αγωγοί λυμάτων είναι γερασμένοι, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει διαρροή λυμάτων στα νερά της βροχής, ενώ τα λύματα μπορούν επίσης να προέρχονται από τουαλέτες, ντους και πλυντήρια πιάτων.
Παρά το γεγονός ότι το «αποχετευτικό μας σύστημα, σε γενικές γραμμές, δεν καταλήγει στις παραλίες μας», σε περιπτώσεις έντονης βροχόπτωσης, «ένα μέρος του νερού μπορεί να διεισδύσει στο δίκτυο αποχέτευσης», αναφέρει ο κ. Fletcher, γεγονός το οποίο είναι «σπάνιο στην Αυστραλία», αλλά «μπορεί να συμβεί κατά τη διάρκεια πραγματικά μεγάλων καταιγίδων».
Ο επικεφαλής του τμήματος Υδάτινων Οδών της Melbourne Water, κ. John Woodland, επισημαίνει ότι η διαδρομή των όμβριων υδάτων στον ποταμό Yarra ποικίλλει μεταξύ πόλης και υπαίθρου.
Στις πιο αστικές περιοχές, τα όμβρια ύδατα συνήθως καταλήγουν στα ποτάμια και τις υδάτινες οδούς μέσω υποδομών, όπως οι αποχετεύσεις, στην άκρη του δρόμου, ενώ στη συνέχεια θα ταξιδέψει μέσω μιας σειράς σωλήνων και παγίδων ρύπων, οι οποίες συλλέγουν όσο το δυνατόν περισσότερα απορρίμματα και ιζήματα.
Με τον διογκούμενο πληθυσμό της Μελβούρνης και την αυξανόμενη απειλή των πιο υγρών καιρικών συνθηκών εν μέσω της κλιματικής αλλαγής, επικρατούν ορισμένες ανησυχίες σχετικά με την αύξηση του κινδύνου για την ποιότητα των υδάτων του κόλπου.
Ο κ. Fletcher προειδοποιεί όσους κολυμβητές επιλέγουν να αψηφήσουν το ανησυχητικό χρώμα των υδάτων λέγοντας ότι «δεν αξίζει το ρίσκο».
«Πρόκειται για ένα πολύ πιο βροχερό καλοκαίρι, και οι μεγαλύτερες καταιγίδες, ή πιο έντονες καταιγίδες, σημαίνουν περισσότερη μεταφορά αυτών των ρύπων στον ωκεανό», πρόσθεσε.