“Ο κόσμος μιλάει για έλλειψη ενσυναίσθησης, απάθεια, γαϊδουριά, μπλα, μπλα, και δεν ξέρουν τι λένε. Έχω κουραστεί να εξηγώ πόσο δύσκολο είναι να γίνεις αναίσθητος. Πρόκειται για τέχνη επίπονη που απαιτεί μακροχρόνια παιδεία – τηρουμένων των αναλογιών κατακτάς τη μαεστρία του Μιχαήλ Άγγελου και ζωγραφίζεις την οροφή της Καπέλα Σιστίνα παρά γίνεσαι γνήσια και ολοσχερώς αναίσθητος. Η τέχνη να μην αισθάνεσαι τίποτε προϋποθέτει συνεχή εξάσκηση. Ένα ψιτ, μια αόρατη ρωγμή, μπορεί να τα ανατρέψει όλα και να σε ρίξει πίσω στον Καιάδα των αισθημάτων…”

Έρση Σωτηροπούλου, “Η τέχνη να μην αισθάνεσαι τίποτε”, Εκδόσεις Πατάκη 2022.

Το εξώφυλλο του βιβλίου “Η τέχνη να μην αισθάνεσαι τίποτε”

Ο τίτλος και μόνο του βιβλίου αποτελεί μια γλυκιά πρόκληση. Το δε εισαγωγικό κομμάτι για το κριτικό τούτο σημείωμα είναι από διήγημα του βιβλίου. Επιμένω, μένω όμως στο εξώφυλλο, με μια καρδιά πολλών χρωμάτων και των αρτηριών των κομμένων απενεργοποιημένων, μα που πάλλεται – αποτελεί και αυτό από μόνο του ένα ακόμη ερέθισμα στις αισθήσεις μας να το αναμενόμενο ξεφύλλισμά του. Μα και στη γνωστή και χιλιοειπωμένη μας έκφραση από όλους/ες εκείνους που συναντάμε και βιώσαμε στη ζωή και στις στροφές μας -τις ανάποδες ή τις ίσιες- που από τις συμπεριφορές και τα έργα τους μας έφεραν, μας φέρνουν σε ένα αμήν και μη παρέκει είναι και ένα ακόμη ατού, πλεονέκτημα με την γνώριμη ‘μα καρδιά δεν έχεις’, ‘αναίσθητος/η είσαι’ είναι δυνατό σημαίνον -ερέθισμα για να γνωρίζεις, να εντρυφήσεις στις σελίδες και με άλλο πρίσμα και διάθεση να βρεις κοινά σημεία.

Ξεχειλίζουν συναισθήματα, λεπτομέρειες ζωής οι σελίδες του βιβλίου της Έρσης Σωτηροπούλου, από όπου και δεν λείπουν οι αυτοβιογραφικές καταγραφές βιωμάτων. Οι ρευστές ταυτότητες ανθρώπων που είναι γύρω μας, αλλά και η ερωτική τους επιθυμία και η εκπλήρωση ή μη εκπλήρωσή της, η παρουσία η σημαντική της μάνας, η χούντα και τα δεινά της, οι δημιουργοί και όλοι εκείνοι που ασχολούνται με την τέχνη και αν ζουν την εποχή, είναι μερικά και από τα θέματα της γραφής της στων δεκαπέντε διηγημάτων τα δρώμενα και τις ιστορίες.

Η γραφή της Έρσης Σωτηροπούλου με πολύ αμεσότητα και σαφήνεια αγγίζει τον κάθε αναγνώστη. Το σύμπαν των αισθήσεων, η τέχνη των αισθήσεων, ποιητικά και πεζολογικά, με την πένα της αποτυπώνονται, αλλά και εκλαϊκεύουν όλες τις πτυχώσεις, τις αρτηρίες και τους δρόμους της καρδιάς μας.

Μια ακόμη χαρακτηριστική ενότητα, παράγραφος ενδοσκόπησης και γραφής της από ένα διήγημά της που φέρει το τίτλο Το πρόσωπο στην φωτογραφία” είναι και αυτή από όπου και αντιγράφω τα παρακάτω: “… ο φακός μάλλον με αιφνιδίασε, δεν χαμογελάω ούτε φαίνομαι ενοχλημένη. Στο αριστερό αυτί διακρίνεται ένα μικρό σκουλαρίκι. Παρόλο που θυμάμαι το σκουλαρίκι, έναν χρυσό κρίκο, δεν αισθάνομαι καμμιά οικειότητα για το πρόσωπο της φωτογραφίας. Είμαι εντελώς εγώ, αλλά και δεν είμαι. Για κάποιο λόγο δεν αναγνωρίζω τον εαυτό μου. Τα χρόνια που πέρασα έχουν σταθεί ανάμεσά μας, ένα βαρύ νεφέλωμα από φίλους που έφυγαν, ραντεβού που χάθηκαν, μικρά και μεγάλα γεγονότα. Πολλά έχουν συμβεί και το πρόσωπο της φωτογραφίας τα αγνοεί …”

Δεν νομίζω ότι χρειάζονται περισσότερες λεπτομέρειες για το πού πάει το στόρι, αλλά και για τυχόν προεκτάσεις ερμηνειών που φτιάχνουν το όλο σκηνικό, τα όρια και τα μη όρια του λόγου της συγγραφέα, που και εμείς λίγο-πολύ κοιτώντας παλιές μας φωτογραφίες, στιγμές και λόγια αισθανόμαστε κάπως περίπου την ίδια δίνη και απορία.

Η ζωντανή αφήγησή της που σπαρταράει, ρέει, μα και εξακτινώνεται στο σύμπαν μας, αλλά και ό,τι και να της λείπει, δίνει αφορμές στον/στην αναγνώστη να το φέρει εις πέρας, να δει και μια άλλη πλευρά των μύθων και της όποιας αλήθειας τους μα και σε άλλες παρόμοιες δικές του βιωμένες ή και ονειρεμένες καταστάσεις να αναμετρηθεί, είναι ένα ακόμη ενδιαφέρον κομμάτι της υπέροχης γραφής της συγγραφέως .

Το θεωρώ ένα από τα πολύ καλά βιβλία των Εκδόσεων Πατάκη που πρέπει να διαβαστεί.

Στο τέλος του βιβλίου η συγγραφέας επισημαίνει ότι αρκετά από τα διηγήματα σε αυτή ή σε προγενέστερη έκδοση, έχουν δημοσιευτεί στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Τα περισσότερα ξαναγράφτηκαν για την παρούσα έκδοση.

ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΚΑΙ ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ

Η Έρση Σωτηροπούλου έχει γράψει ποιήματα, νουβέλες και μυθιστορήματα. Σπούδασε Φιλοσοφία και Πολιτιστική Ανθρωπολογία στη Φλωρεντία και εργάστηκε ως μορφωτική σύμβουλος στην Ελληνική Πρεσβεία στη Ρώμη. Συμμετείχε σε εκθέσεις οπτικής (visual) και συγκεκριμένης (concrete) ποίησης. Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας και με το Βραβείο του περιοδικού “Διαβάζω” για το μυθιστόρημά της “Ζιγκ-ζαγκ στις νεραντζιές” (πρώτη έκδοση Κέδρος 1999, δεύτερη Μεταίχμιο 2012, τρίτη Πατάκης 2020, με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το μυθιστόρημα “Εύα” με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος για την συλλογή “Τι μένει από την νύχτα”, με την οποία απέσπασε επίσης το βραβείο Μεσόγειος στην Γαλλία, και στις ΗΠΑ το Εθνικό Βραβείο AlTA 2019 στις ΗΠΑ. Έργα της έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά, ισπανικά, αραβικά και ιταλικά.