Το ποσοστό της ανεργίας στην Αυστραλία αυξήθηκε τον Ιανουάριο, ξεπερνώντας το 4% -έστω και για λίγο- για πρώτη φορά εδώ και δύο χρόνια, σύμφωνα με τα νέα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ABS).

Ο αριθμός των ατόμων που έμειναν δίχως εργασίας (22.300) τον περασμένο μήνα ξεπέρασε κατά πολύ αυτών που βρήκαν εργασία (500), με αποτέλεσμα το 4,1% (από 3,9% τον Δεκέμβριο).

Σημειώνεται ότι οι προβλέψεις των οικονομολόγων έκαναν λόγο για +25.000 θέσεις εργασίας ενώ ο μηνιαίος μέσος όρος κυμαινόταν στο +30.000 το τελευταίο δωδεκάμηνο.

Το 4,1% σε καμία περίπτωση δεν είναι υψηλό, αλλά η αύξηση του ποσοστού δείχνει πως η Οικονομία συνεχίζει να χάνει σε ισχύ, τουλάχιστον ως προς τη δημιουργία θέσεων εργασίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για τις περαιτέρω αποφάσεις της RBA σχετικά με τα επιτόκια.

Υπενθυμίζεται ότι τον Δεκέμβριο η απασχόληση μειώθηκε κατά 65.000 άτομα και ο μόνος λόγος που η ανεργία παρέμεινε το 3,9% (όσο τον Νοέμβριο) ήταν η μείωση της συμμετοχής στην αγορά εργατικού δυναμικού (οι 15 ετών και άνω που είτε εργάζονται είτε αναζητούν ενεργά δουλειά) από 67,2%, υψηλό ρεκόρ τον Νοέμβριο, σε 66,8%.

Το ποσοστό συμμετοχής τον Ιανουάριο παρέμεινε στο 66,8%, με συνέπεια εν μέρει και την αύξηση της ανεργίας στο 4,1%.

Ο λόγος της απασχόλησης προς τον πληθυσμό μειώθηκε κατά 0,1 ποσοστιαία μονάδα στο 64,1%.

Σημαντική ήταν η επιβράδυνση της αγοράς εργασίας στη Νέα Νότια Ουαλία με την ανεργία να ενισχύεται κατά 0,6%, στο 4,1%.

Αντίθετα, στη Βικτώρια η ανεργία μειώθηκε κατά 0,1% στο 3,9% και είναι πλέον η μόνη Πολιτεία που βρίσκεται κάτω του 4% (με τη Βόρεια Περιοχή να έχει επίσης 3,9% μετά από πτώση 0,6%).

Η συμμετοχή στην αγορά εργασίας στη Βικτώρια μειώθηκε πάντως κατά 0,2% στο 67,2% (δηλαδή μειώθηκαν οι 15 ετών και άνω που είτε εργάζονται είτε αναζητούν ενεργά δουλειά), όπως και στη Βόρεια Περιοχή, όπου μειώθηκε επίσης κατά 0,2% σε 74,1%.

Το Κουίνσλαντ το ποσοστό ανεργίας ήταν στο 4,2% (-0,1%), η Νότια Αυστραλία στο 4% (+0,1%), η Δυτική Αυστραλία στο 4,2% (+0,3%), η Τασμανία στο 4,5% (+0,9%) και η Περιοχή της Πρωτεύουσας στο 4,3% (+0,4%).

Οι απασχολούμενοι αυξήθηκαν μόνο στη Βικτώρια (+0,1% σε 3.682.900), το Κουίνσλαντ (+0,1% σε 2.885.300) και τη Βόρεια Περιοχή (+0,5% σε 140.800).

Σε όλη την Αυστραλία «ενώ αυξήθηκαν οι άνεργοι τον Ιανουάριο, υπήρχαν επίσης περισσότεροι που ανέμεναν να ξεκινήσουν μια εργασία μέσα στις επόμενες τέσσερις εβδομάδες», δήλωσε o επικεφαλής των Στατιστικών Εργασίας της ABS, Bjorn Jarvis, θέλοντας να δώσει θετική χροιά στα στοιχεία.

Παρόμοια, είπε, τον Ιανουάριο του 2022 και του 2023, υπήρξε άνοδος στον αριθμό των ατόμων που δεν εργάζονται, αλλά δήλωσαν ότι θα ξεκινήσουν ή θα επιστρέψουν στην εργασία τους στο εγγύς μέλλον.

«Αυτό μπορεί να αποτελεί ένδειξη μιας μεταβαλλόμενης εποχικής δυναμικής στην αγορά εργασίας, γύρω από το πότε οι άνθρωποι αρχίζουν να εργάζονται μετά την περίοδο των καλοκαιρινών διακοπών».

«Τον Ιανουάριο του 2022, του 2023 και του 2024, περίπου το 5% των ατόμων που δεν εργάζονταν ήταν συνδεδεμένα με μια θέση εργασίας, σε σύγκριση με περίπου 4% στις έρευνες του Ιανουαρίου πριν από την πανδημία COVID-19».

Σε κάθε περίπτωση, επισήμανε πως «αυτή ήταν η πρώτη φορά εδώ και δύο χρόνια, από τον Ιανουάριο του 2022, που το ποσοστό ανεργίας ήταν πάνω από το 4%».

Επίσης, καταγράφηκε νέα μείωση των ωρών εργασίας τον Ιανουάριο.

«Από τον Οκτώβριο του 2023, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των ωρών εργασίας έχει επιβραδυνθεί σημαντικά, σε 0,7% τον Ιανουάριο του 2024, και πολύ κάτω από την ετήσια αύξηση της απασχόλησης κατά 2,6%», ανέφερε ο κ. Jarvis.

«Σε όρους τάσης, η αύξηση της απασχόλησης έχει επιβραδυνθεί από τον Μάρτιο του 2023. Η αύξηση των ωρών εργασίας έχει επίσης επιβραδυνθεί από τον Μάρτιο και είναι αρνητική από τον Ιούλιο του 2023», πρόσθεσε.

Σχολιάζοντας τα στοιχεία ο ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών, Jim Chalmers, δήλωσε πως η αύξηση στο 4,1% είναι «σύμφωνη με τις προβλέψεις και τις προσδοκίες της κυβέρνησης και, μάλιστα, σε μεγάλο βαθμό σύμφωνο με τις προσδοκίες των περισσότερων οικονομολόγων».

«Ήθελα να βάλω αυτούς τους αριθμούς σε μια προοπτική λέγοντας ότι το 4,1% εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλό σε σχέση με τα ιστορικά πρότυπα. Ο μέσος όρος της πενταετίας πριν από την COVID ήταν περίπου 5,5%».

«Αυτό που βλέπουμε … είναι ότι η αγορά συνεχίζει να ‘μαλακώνει’ (soften) με τους αναμενόμενους τρόπους».

«Είδαμε και στις αγγελίες εργασίας … ότι η αγορά εργασίας μας έχει αποδυναμωθεί, αλλά έχει αποδυναμωθεί από μια αρκετά απίστευτα ισχυρή και ανθεκτική βάση».

«Στα 46 χρόνια τώρα, από τότε που άρχισαν να τηρούνται αυτά τα μηνιαία αρχεία, υπήρξε μόνο ένα ημερολογιακό έτος κατά το οποίο κάθε μήνα του η ανεργία δεν υπερέβαινε το 4% και αυτό ήταν το έτος που μόλις ολοκληρώθηκε».

«Έτσι, εισερχόμαστε σε αυτή την περίοδο οικονομικής αβεβαιότητας από μια θέση πραγματικής ισχύος και η αγορά εργασίας αποτελεί μεγάλο μέρος αυτής της ‘ιστορίας’».

Με την αγορά εργασίας να παραμένει «στενή» ακόμα, επί του παρόντος τουλάχιστον, η RBA εκτιμά ότι οι εργοδότες θα κρατήσουν τους υπαλλήλους τους αν μπορούν, μειώνοντας όμως τις ώρες εργασίας τους αν η ευρύτερη ζήτηση από τους καταναλωτές μειωθεί.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Τράπεζα δεν αναμένει ότι το ποσοστό ανεργίας θα σκαρφαλώσει πάνω από το 4,5%, ακόμη και με την Οικονομία να αναπτύσσεται ελάχιστα (και να μειώνεται σε όρους κατά κεφαλήν).