Στην τελευταία θέση όσον αφορά τις οικονομικές επιδόσεις των Πολιτειών της Αυστραλίας κατατάσσεται η Βικτώρια από το «συντηρητικό» Institute of Public Affairs, ενώ στην κορυφή του καταλόγου φιγουράρει η πλούσια σε φυσικούς πόρους Δυτική Αυστραλία.
Η Βικτώρια, κατά το IPA, είναι μεν πρώτη ως προς την αύξηση της απασχόλησης (δημιουργία νέων θέσεων εργασίας), αλλά «πάτωσε» ως προς τη φορολογική επιβάρυνση (tax burden), την αύξηση του χρέους (debt burden) και το κόστος ενέργειας (energy costs).
Αντίθετα, η Δυτική Αυστραλία είναι στην καλύτερη θέση ως προς την αύξηση μισθών, τη φορολογική επιβάρυνση, και το ενεργειακό κόστος.
Έπονται η Νότια Αυστραλία (πρώτη σε κατά κεφαλήν οικονομική ανάπτυξη, αύξηση της παραγωγικότητας, επιχειρηματικές επενδύσεις και τελευταία στην αύξηση μισθών), η Τασμανία (πρώτη στον κύκλος εργασιών λιανικού εμπορίου, κόστος ενοικίασης και τελευταία σε αύξηση της απασχόλησης, αύξηση της παραγωγικότητας, επιχειρηματικές επενδύσεις), το Κουίνσλαντ (πρώτο ως προς την επιβάρυνση χρέους, τελευταίο σε κατά κεφαλήν οικονομική ανάπτυξη) και η Νέα Νότια Ουαλία (τελευταία σε κύκλος εργασιών λιανικού εμπορίου, κόστος ενοικίασης).
Η Δυτική Αυστραλία ήταν επίσης δεύτερη στην αύξηση των θέσεων εργασίας και των επιχειρηματικών επενδύσεων, ενώ μόνο οι υψηλές -διάμεσες- τιμές ενοικίων (630 δολ. την εβδομάδα) ήταν το μόνο κριτήριο στο οποίο έμενε πίσω.
Η Βικτώρια ήταν επίσης προτελευταία στην κατά κεφαλήν οικονομική ανάπτυξη, στην αύξηση των μισθών, στην παραγωγικότητα και στις δαπάνες λιανικής πώλησης.
Εκτός από την πρώτη θέση στην αύξηση των θέσεων εργασίας, είχε το δεύτερο φθηνότερο μέσο κόστος ενοικίασης (565 δολάρια).
Η κατάταξη του IPA προκύπτει από τη σύγκριση 10 συνολικά οικονομικών δεικτών, χρησιμοποιώντας στοιχεία από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία (ABS) και την CoreLogic.
«Το ανεξέλεγκτο χρέος, οι φόροι και οι τιμές της ενέργειας την καθιστούν (τη Βικτώρια) το τελευταίο μέρος που θα θέλατε να δραστηριοποιηθείτε επιχειρηματικά», σχολίασε ο ερευνητής (Research Fellow) του IPA, Lachlan Clark.
«Αν και η οικονομική πολιτική επικεντρώνεται συνήθως σε ομοσπονδιακό επίπεδο, οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τις κυβερνήσεις των Πολιτειών έχουν πραγματικές συνέπειες για τις οικογένειες και τις επιχειρήσεις. Με τους οικονομικούς αντίθετους ανέμους να ‘συγκεντρώνονται’, η μέτρηση των επιδόσεων των πολιτειακών κυβερνήσεων είναι ζωτικής σημασίας», πρόσθεσε.
«Τα στοιχεία υπογραμμίζουν τη σημασία του κορυφαίου σε εθνικό επίπεδο τομέα των Πόρων (resources sector) της Δυτικής Αυστραλίας όχι μόνο για την Πολιτεία, αλλά και για το έθνος. Σε πλήρη αντίθεση βρίσκεται η οικονομική ‘υπόθεση’ της Βικτώριας».
ΕΠΙΠΛΕΟΝ $3,7 ΔΙΣ. ΑΠΟ ΤΟΝ GST
Στο μεταξύ, η Βικτώρια θα είναι η κερδισμένη της ετήσιας διανομής του GST (Goods and Services Tax), λόγω της «μειωμένης ικανότητάς της να συγκεντρώνει έσοδα από τις εξορύξεις» σε σχέση με άλλες Πολιτείες και λόγω αύξησης του πληθυσμού και της αστικής πυκνότητας.
Η «μοιρασιά» (annual allocation) του GST, από την Commonwealth Grants Commission, γίνεται στο πλαίσιο ενός περίπλοκου συστήματος που προσπαθεί να διασφαλίσει ότι κάθε Πολιτεία και Περιοχή διαθέτει επαρκή χρηματοδότηση για τη διατήρηση βασικών υπηρεσιών, δημιουργώντας «κερδισμένους» και «χαμένους».
Πιο συγκεκριμένα, όπως ανακοινώθηκε, η Βικτώρια θα λάβει επιπλέον 3,7 δισ. δολάρια το 2024-2025, σε σχέση με το τρέχον οικονομικό έτος (22,23 δισ. δολάρια συνολικά από 18,54 φέτος – ή περίπου το 25% του συνόλου του GST που θα μοιραστεί και εκτιμάται ότι θα φτάσει στα 89,5 δισ. δολάρια). Πρόκειται για μία «επιστροφή» 96 σεντς ανά δολάριο από 85 σεντς φέτος.
Από τα 3,7 δισ. δολάρια, τα 700 εκατ. αφορούν έργα στον τομέα τον Μεταφορών, με την κυκλοφοριακή συμφόρηση στη Μελβούρνη να έχει χτυπήσει «κόκκινο».
Αναγνωρίζεται δε, όπως προαναφέρθηκε, ότι σε αντίθεση με άλλες περιοχές πλούσιες σε φυσικούς πόρους, η Βικτώρια δεν έχει καρπωθεί τα οφέλη από την άνοδο των τιμών άνθρακα και σιδηρομεταλλεύματος: εισπράττει πενιχρά δικαιώματα εξόρυξης ύψους 48 δολαρίων ανά άτομο σε σύγκριση με τον εθνικό μέσο όρο των 1.379 δολαρίων.
Η πρωθυπουργός της Βικτώριας Jacinta Allan δήλωσε ότι είναι ικανοποιημένη που η Commonwealth Grants Commission αναγνώρισε την «προηγούμενη ανισότητα» στην κατανομή του GST, αλλά επισήμανε ότι η Πολιτεία θα συνεχίσει να αγωνίζεται.
«Θα συνεχίσουμε να πιέζουμε για τη μονιμοποίηση της εγγύησης μη χειροτέρευσης (no worse-off), διότι αυτό είναι δίκαιο για τους κατοίκους της Βικτώριας, διότι αυτά είναι χρήματα που πηγαίνουν σε υπηρεσίες, πηγαίνουν σε δασκάλους στα σχολεία μας, σε νοσηλευτές στα νοσοκομεία μας και σε επενδύσεις σε υποδομές που χρειάζονται οι αναπτυσσόμενες κοινότητές μας».
Από την άλλη, «πλάτη» καλείται να βάλει Νέα Νότια Ουαλία, ενώ το Κουίνσλαντ θα γίνει για πρώτη φορά «Πολιτεία δωρητής» (donor state).
Σύμφωνα με την αρμόδια Επιτροπή, αυτό οφείλεται εν μέρει στο μεγάλο έκτακτο εισόδημα που εισρέει στο Κουίνσλαντ και τη Ν.Ν.Ουαλία εξαιτίας των υψηλότερων τιμών του άνθρακα (coal prices) και των υψηλότερων πληρωμών δικαιωμάτων άνθρακα (higher coal royalty payments).
Το Κουίνσλαντ θα λάβει 469 εκατ. δολάρια λιγότερα από τον GST.
Η Νέα Νότια Ουαλία χάνει 310 εκατ. δολάρια (με το ποσοστό επιστροφής να μειώνεται από τα 92,4 σεντς ανά δολάριο στα 86,7, τη μεγαλύτερη πτώση από το 2000 και έπειτα οπότε εφαρμόζεται το σύστημα), αλλά ο προϋπολογισμός της Πολιτείας βασίστηκε στο ότι θα λάβει υψηλότερο -και όχι χαμηλότερο- μερίδιο από τον GST, γεγονός που αφήνει την κυβέρνηση Minns με 1,65 δισ. δολάρια λιγότερα από ό,τι είχε προβλέψει.
Ο υπουργός Οικονομικών της Ν.Ν.Ουαλίας Daniel Mookhey, έκανε λόγο για «κλοπή» και χαρακτήρισε το μοντέλο διανομής ως «μια παράλογη διαδικασία που χρειάζεται επειγόντως ριζική μεταρρύθμιση».
«Αυτό το αποτέλεσμα δείχνει πόσο εκτός πραγματικότητας είναι η Commonwealth Grants Commission».
«Η Ν.Ν.Ο. ‘αναλαμβάνει’ το μεγαλύτερο μέρος της πληθυσμιακής αύξησης του έθνους, αλλά τιμωρείται με περικοπή του GST της».
«Η απόφαση αυτή καθιστά πρακτικά αδύνατη την επιστροφή της Νέας Νότιας Ουαλίας σε πλεόνασμα … Θα χρειαστεί ένα θαύμα».
Την ίδια ώρα το ποσό που θα λάβει η πλούσια σε φυσικούς πόρους Δυτική Αυστραλία, βάσει της ειδικής συμφωνίας που απολαμβάνει θα ενισχυθεί σημαντικά παρά τις αυξήσεις των δικαιωμάτων από σιδηρομετάλλευμα, καθώς η επιστροφή θα είναι 75 σεντς στο δολάριο από 70 φέτος.
Οι φορολογούμενοι θα πληρώσουν 5,2 δισ. δολάρια το επόμενο οικονομικό έτος για να παράσχουν στη Δυτική Αυστραλία, επιπλέον 6,2 δισ. δολάρια σε έσοδα από το GST, επισήμαναν αυστραλιανά ΜΜΕ.
Η Δ.Α. «βρίσκεται στην ισχυρότερη δημοσιονομική θέση της χώρας, καταγράφοντας εντυπωσιακά, συνεχόμενα δημοσιονομικά πλεονάσματα χάρη στην πολυετή ‘έκρηξη’ των τιμών του σιδηρομεταλλεύματος, που ‘ζηλεύουν’ βαριά υπερχρεωμένες Πολιτείες όπως η Ν.Ν.Ο. και η Βικτώρια, οι οποίες αγωνίζονται να ισοσκελίσουν τα ‘βιβλία’ τους από τότε που η πανδημία άνοιξε τρύπα στα οικονομικά τους», έγραψε η The Australian.