Την Πέμπτη, 30 Απριλίου 2015, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ) έθεσε στη δημοσιότητα την τριμηνιαία Έκθεσή του για την περίοδο 1 Ιανουαρίου – 30 Μαρτίου 2015.

Το ΓΠΚΒ δημιουργήθηκε από την Ελληνική Βουλή το 2010 για τη Δημοσιονομική Διαχείριση και Ευθύνη. Έργο του Γραφείου είναι να παρακολουθεί την εκτέλεση του Προϋπολογισμού, και να υποβοηθά το έργο δύο άλλων σχετικών Επιτροπών της Βουλής, και να συντάσσει και υποβάλει στις Επιτροπές αυτές τριμηνιαίες και ετήσιες Εκθέσεις σχετικά με την τήρηση των δημοσιονομικών στόχων που τίθενται στα μεσοπρόθεσμα Δημοσιονομικά Πλαίσια Στρατηγικής.

Το ΓΠΚΒ απαρτίζεται από Επιστημονική Επιτροπή, τα μέλη της οποίας είναι οι πανεπιστημιακοί Καθηγητές Π. Λιαργκόβας, Π. Καζάκος, Σ. Λαπατσιώρας, Ν. Μαραβέγιας και Μ. Ρηγίνος.

Η εν λόγω Έκθεση συντάχθηκε με βάση το ισχύον πλαίσιο πολιτικής στην Ελλάδα, όπως αυτό διαμορφώνεται με τις συμφωνίες της Ελληνικής Κυβέρνησης με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Στη σύνταξη της Έκθεσης η Επιστημονική Επιτροπή λαμβάνει υπόψη πως ότι είναι αναγκαίο με οικονομικά κριτήρια δεν είναι απαραίτητα εφικτό με πολιτικά κριτήρια, και αντιστρόφως.

Στη Σύνοψη και στα Συμπεράσματα της Έκθεσης, η Επιστημονική Επιτροπή, αναφερόμενη στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015, παρατηρεί πως «Η αβεβαιότητα επισκιάζει την αναζήτηση διεξόδων και την ανάπτυξη», και τονίζει πως ξεκίνησε νέος γύρος διαπραγματεύσεων της Ελληνικής Κυβέρνησης με τους «θεσμούς» (πρώην Τρόικα), ενώ η ελληνική κοινωνία εξακολουθεί να βρίσκεται σε βαθιά κρίση, και η οικονομία υποτροπιάζει.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ακόλουθη άποψη της Επιστημονικής Επιτροπής:

«Παρά τα έντονα κοινωνικά προβλήματα, στα οποία έχει γίνει εκτενής αναφορά σε προηγούμενες Εκθέσεις του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, η οικονομία της χώρας παρουσίαζε σημεία ανάκαμψης το 2014. Σύμφωνα με τους ετήσιους Εθνικούς Λογαριασμούς, η ελληνική οικονομία το 2014, για πρώτη φορά μετά το 2007, κατέγραψε ρυθμό ανόδου του ΑΕΠ (Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος), της τάξης του 0,8% (σε σταθερές τιμές)».

Στη συνέχεια, η Επιστημονική Επιτροπή εκφράζει την άποψη πως οι αβεβαιότητες ως προς την μελλοντική πορεία της ελληνικής οικονομίας, η παρατεταμένη αδυναμία συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης και των θεσμών, καθώς και οι αντικρουόμενες δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών σχετικά με το ενδεχόμενο συμφωνίας ή ρήξης με την Ευρωζώνη, ενέτειναν την αβεβαιότητα.

Η κατάσταση αυτή αποθάρρυνε επενδύσεις στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα η ανεργία να διατηρηθεί σε πολύ υψηλά επίπεδα. Η Επιστημονική Επιτροπή παρατηρεί πως από τα τέλη του Νοεμβρίου 2014 μέχρι πρόσφατα οι καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες μειώθηκαν κατά 26 δισεκατομμύρια ευρώ. Παράλληλα, ο δείκτης του οικονομικού κλίματος ήταν σε έντονη πτωτική τροχιά, με αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις να αντιμετωπίζουν χρηματοδοτικές δυσκολίες

Μεταξύ άλλων, η Επιστημονική Επιτροπή εκφράζει και την ακόλουθη ανησυχία:

«Η τρέχουσα κατάσταση δεν απειλεί μόνον όσες επιχειρήσεις βρίσκονται σε οριακό σημείο, αλλά και όσες τα χρόνια της κρίσης άντεξαν, επένδυσαν, συγκράτησαν μισθούς, κατέβαλαν φόρους και απέφυγαν απολύσεις. Απειλεί, δηλαδή, την υγιή επιχειρηματικότητα. Αν η αβεβαιότητα που περιβάλλει την πολιτικοοικονομική συγκυρία παραταθεί, η κατάσταση θα επιδεινωθεί δραματικά».

Ενόψει αυτής της προοπτικής, η Επιστημονική Επιτροπή εκφράζει την άποψη ότι «μόνον η τελική συμφωνία με τους εταίρους στην Ευρωζώνη θα εξαλείψει τις αβεβαιότητες και θα δώσει νέα ώθηση στην ανάπτυξη».

ΣΠΑΤΑΛΗΘΗΚΕ ΠΟΛΥΣ ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΙΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ

Η Επιστημονική Επιτροπή αναγνωρίζει πως στις διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ελληνικής Κυβέρνησης και της Ευρωζώνης οι διαφορές ήταν μεγάλες και ουσιαστικές, και όχι απλώς διαδικαστικές. Παράλληλα όμως τονίζει τα ακόλουθα:

«Το σπουδαιότερο όμως ήταν ότι πολλά σημεία του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ μπορούσαν να περιληφθούν σε ένα αναθεωρημένο πρόγραμμα προσαρμογής ή συμφωνία – γέφυρα, ώστε να συνεχισθεί η βοήθεια προς την Ελλάδα. Είχαμε επίσης υπογραμμίσει ότι άλλες εξαγγελίες (π.χ. σε ασφαλιστικό και ιδιωτικοποιήσεις) ήταν ασύμβατες με δεσμεύσεις της χώρας και με τη γενικότερη φιλοσοφία σε Ευρωπαϊκή Ένωση, σε Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, και ότι θα οδηγούσαν σε καθυστερήσεις και εντάσεις. Το αποτέλεσμα θα ήταν απώλειες εξωτερικών πόρων, καθίζηση των ρυθμών μεγέθυνσης και όξυνση των δημοσιονομικών προβλημάτων».

Η εξέλιξη των πραγμάτων δείχνει πως η οικονομία της Ελλάδας θα είχε ήδη μπει σε έναν αναπτυξιακό ρυθμό , αν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της Κυβέρνησης και των Ευρωπαίων εταίρων της κατέληγαν σε αμοιβαία αποδεκτή συμφωνία νωρίτερα. Σύμφωνα με υπεύθυνες απόψεις, διατυπωμένες σε εφημερίδες της Ελλάδας, ένα μεγάλο μέρος της ευθύνης για αυτήν την παρατεταμένη τακτική, το φέρνει ο Υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης, ο οποίος υπερηφανευόταν για την «δημιουργική ασάφεια» των προγραμμάτων που κατά καιρούς υπέβαλε, και αποξένωνε τους ομολόγους του των άλλων κρατών-μελών της Ευρωζώνης με την υπεροψία του. Αναμφίβολα, ο Γιάνης Βαρουφάκης είναι ένας διεθνώς αναγνωρισμένος οικονομολόγος, αλλά οι διαπραγματεύσεις στις οποίες αντιπροσώπευε την Ελλάδα απαιτούσαν και διπλωματική δεξιοτεχνία, όχι μόνο γνώσεις οικονομολογίας.

Ώσπου έφτασε ο κόμπος στο χτένι, και αναγκάστηκε ο Αλέξης Τσίπρας να τον αντικαταστήσει από αρχηγό της διαπραγματευτικής ομάδας, θέση που ανέθεσε στον Αναπληρωτή Υπουργό Εξωτερικών, Ευκλείδη Τσακαλώτο.

Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος θα πρέπει να δώσει την προσήκουσα προσοχή στην ακόλουθη παράγραφο της Έκθεσης του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή:

«Το ΓΠΚΒ υποστήριζε και υποστηρίζει ότι η χώρα χρειάζεται βαθιές τομές (μεταρρυθμίσεις) για να επιστρέψει σε διατηρήσιμη ανάπτυξη εναρμονισμένη με τις βέλτιστες πρακτικές στις ευρωπαϊκές χώρες. Η πολιτική αυτή θα πρέπει να εφαρμοσθεί εντός του πλαισίου κανόνων (και διαδικασιών) της Ευρωπαϊκής Ένωσης».

Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ ΧΑΡΑΖΕΙ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ 

Η Επιστημονική Επιτροπή που σύνταξε την Έκθεση για το τρίμηνο Ιανουάριος – Μάρτιος 2015 είναι της γνώμης πως η Ελλάδα δεν έχει άλλη επιλογή από το να εξυπηρετεί κανονικά το χρέος της, και να πληρώνει τους τόκους που προκύπτουν από αυτό, οι οποίοι για το 2015 υπολογίζονται στα περίπου 6 δισεκατομμύρια ευρώ.

Για να μπορέσει όμως να το κάνει αυτό θα χρειασθεί βοήθεια. Δεδομένου ότι η βοήθεια αυτή μόνο από την Ευρωζώνη μπορεί να έρθει (η Ρωσία, η Κίνα και οι ΗΠΑ έχουν αποκλεισθεί), το αναπόφευκτο συμπέρασμα είναι πως η Ελλάδα πρέπει να παραμείνει μέλος της. Οι νύξεις περί ρήξης της Ελλάδας με την Ευρωζώνη αν δεν γίνουν αποδεκτές «οι κόκκινες γραμμές» του ΣΥΡΙΖΑ, που προβάλλονται από τον Παναγιώτη Λαφαζάνη, Υπουργό Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, εντείνουν το κλίμα της αβεβαιότητας που επικρατεί στην Ελλάδα, και δεν αντανακλούν την πραγματικότητα. Γιατί, το τελευταίο που θα ήθελε ο ελληνικός λαός είναι η έξοδος από την Ευρωζώνη.

Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή είναι κατηγορηματικό στην άποψη που εκφράζει ως προς το μέλλον της Ελλάδας στο πλαίσιο της Ευρωζώνης:

«Κατά τη γνώμη του ΓΠΚΒ θα ήταν λάθος να βγει η Ελλάδα από την Ευρωζώνη την ώρα που η οικονομική πολιτική στην Ευρωζώνη αρχίζει να αλλάζει σε κατεύθυνση ευνοϊκή για την ίδια τη χώρα».

Σε αυτήν την δύσκολη για την Ελλάδα περίοδο η Κυβέρνηση (και αυτό σημαίνει το σύνολο των υπουργών) πρέπει να μιλάει με μια γλώσσα, και δημόσιες δηλώσεις για την ακολουθητέα πολιτική πρέπει να γίνονται μόνο από τον Πρωθυπουργό. Η πολυφωνία, και ακόμα χειρότερα η διχογνωμία, σε μια κρίσιμη για τη χώρα περίοδο, δεν προάγει το εθνικό συμφέρον.

Στην Έκθεσή του το ΓΠΚΒ κάνει και την ακόλουθη επισήμανση:

«Δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι πέρα από τη δικαιολογημένη κριτική, σήμερα η αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης μεταβάλλεται ήδη και ότι είμαστε η μόνη χώρα που δεν κατάφερε να εξέλθει από την «ομπρέλα» των επίσημων μηχανισμών, σε αντίθεση με την Πορτογαλία και την Ιρλανδία (και όπως φαίνεται, με την Κύπρο στο άμεσο μέλλον).

Αναφέρθηκα εκτενώς σε απόψεις που εκφράζει η Επιστημονική Επιτροπή, γιατί αποστασιοποιημένη καθώς είναι από τις κομματικές αντιπαραθέσεις, θέτει πάνω από οτιδήποτε άλλο τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της Ελλάδας.

Είμαι της γνώμης πως ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κατανοεί τη σοβαρότητα της κατάστασης, και διεξάγει δύσκολο αγώνα για την υπέρβαση των πολλών προβλημάτων που ταλανίζουν τη χώρα. Το λιγότερο που μπορούν να κάνουν οι υπουργοί του σε αυτήν τη συγκυρία είναι να μην τον αναγκάζουν να διεξάγει αγώνα σε δύο μέτωπα ταυτόχρονα: από τη μια με τους Ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας, και με μέλη του Υπουργικού του Συμβουλίου από την άλλη.

Κατά τη δύσκολη περίοδο που διέρχεται η Ελλάδα, οι άσκοπες και άκαιρες αντεγκλήσεις μεταξύ υπουργών δυσχεραίνουν το έργο της Κυβέρνησης για την επίτευξη του εθνοσωτήριου στόχου…