Με το νέο του βιβλίο-ορόσημο ο Δρ Γιάννης Βασιλακάκος επιχειρεί να φωτίσει πώς η «αντιστασιακή πεζογραφία της δικτατορίας» έκανε μια τομή στα κακώς κείμενα του νεοελληνικού γίγνεσθαι (εθνικού, πολιτικού, κοινωνικού, πολιτισμικού, αξιακού, υπαρξιακού κ.λπ).
Η λογοτεχνική παραγωγή της επταετίας (1967-1974) υπήρξε ένας ποικιλόμορφος, περίπλοκος και πολυδιάστατος αγώνας διαμαρτυρίας, καταγγελίας και, κυρίως, αντίστασης κατά της δικτατορίας και των γενικότερων κοινωνικοπολιτικών συνθηκών που επικρατούσαν την περίοδο αυτή.
Η νέα, πολύχρονη και καινοτόμα μελέτη του γνωστού πανεπιστημιακού και πολυβραβευμένου συγγραφέα Δρα Γιάννη Βασιλακάκου με τον τίτλο «Η αντιστασιακή πεζογραφία της Επταετίας (1967-1974) –Κριτική μελέτη– 50 χρόνια από την Μεταπολίτευση» (Εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 2024, σελ. 350) ανατέμνει αντιπροσωπευτικά δείγματα της πεζογραφικής δημιουργίας αυτής της περιόδου, προκειμένου να καθορίσει την υφή, το είδος και την ποιότητα της συγκεκριμένης αντίστασης, καθώς και τα λογοτεχνικά μέσα που υιοθέτησαν οι συγγραφείς των εξεταζόμενων έργων τα οποία αντανακλούν και τη γενικότερη θέση και στάση τους απέναντι στη δικτατορία.
Η εν λόγω επίκαιρη και επετειακή αυτή έκδοση, εστιάζει στις παρακάτω κατηγορίες συγγραφέων και τα αντίστοιχα έργα τους με την ακόλουθη σειρά:
Πρώτον, αυτούς που στη διάρκεια της επταετίας έμειναν στην Ελλάδα όπου έγραψαν και δημοσίευσαν τα έργα τους, μέσω των οποίων υιοθέτησαν ανοιχτά καταγγελτικό λόγο κατά της δικτατορίας, όπως λόγου χάριν ήταν οι συγγραφείς των «Δεκαοχτώ Κειμένων». Απ’ αυτόν τον εμβληματικό συλλογικό τόμο εξετάζονται, δειγματοληπτικά, τα ακόλουθα τέσσερα διηγήματα: Θ.Δ. Φραγκόπουλου «Ελ Προκοραδόρ», Καίης Τσιτσέλη «Μικρός Διάλογος», Ρόδη Ρούφου «Ο Υποψήφιος», Στρατή Τσίρκα «Αλλαξοκαιριά».
Δεύτερον, αυτούς που στη διάρκεια της επταετίας έμειναν αναγκαστικά στην Ελλάδα αφού, ως αντιφρονούντες, τους στερήθηκε η έκδοση διαβατηρίου για να ταξιδέψουν στο εξωτερικό, ως τιμωρία και/ή επειδή –ενδεχομένως– να επιδίδονταν σε αντιδικτατορική δράση, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις η χούντα διευκόλυνε τον εκπατρισμό τους. Η γνωστότερη περίπτωση αυτής της κατηγορίας είναι εκείνη του Αντώνη Σαμαράκη, ο οποίος δημοσίευσε την ομώνυμη συλλογή διηγημάτων του «Το Διαβατήριο», και η οποία εξετάζεται στην παρούσα μελέτη.
Τρίτον, αυτούς που στη διάρκεια της επταετίας έμειναν στην Ελλάδα και δημοσίευσαν τα έργα τους, μέσω των οποίων υιοθέτησαν έναν όχι τόσο ανοιχτά καταγγελτικό λόγο κατά της δικτατορίας, χωρίς αυτό όμως να καθιστά τα έργα τους λιγότερο αντιστασιακά. Τέτοιοι συγγραφείς ήταν ο Μάριος Χάκκας, του οποίου σε αυτή τη μελέτη εξετάζονται τα εξής διηγήματα από τη συλλογή του «Ο μπιντές και άλλα διηγήματα»: “Κατά Μάικ”, “Η τοιχογραφία” και “Το νερό”. Επίσης, ο Φώντας Κονδύλης, με την μυθιστορηματική «Έξωση» του οποίου ασχολείται η μελέτη αυτή.
Τέταρτον, αυτούς που στη διάρκεια της επταετίας βρίσκονταν εκτός Ελλάδος και, ως αντιφρονούντες, αδυνατούσαν να επαναπατριστούν. Έτσι, έμειναν στο εξωτερικό όπου –τόσο σε προσωπικό επίπεδο (με ακτιβιστική δράση) όσο και μέσω των έργων τους, τα οποία εξέδιδαν πρώτα στο εξωτερικό και κατόπιν στην Ελλάδα– διεξήγαν ανοιχτή πολεμική κατά της χούντας. Σ’ αυτή την κατηγορία κατατάσσεται ο συγγραφέας Βασίλης Βασιλικός, του οποίου η παρούσα μελέτη εξετάζει τα βιβλία: «Καφενείον ‘Εμιγκρέκ’, Η δολοκτονία, Το ψαροντούφεκο».
Η ενδελεχής μελέτη του Γιάννη Βασιλακάκου εξετάζει ακόμη (ξεχωριστά σε παράρτημα) μια επιπλέον κατηγορία συγγραφέων, τα έργα των οποίων είναι εκτός των χρονολογικών πλαισίων αυτής της μελέτης, καθώς εκδόθηκαν λίγο πριν και λίγο μετά την υπό εξέταση επταετία (1967-1974). Πρόκειται για τα βιβλία: «Το λάθος» (1965) του Αντώνη Σαμαράκη και «Το διπλό βιβλίο» (1976) του Δημήτρη Χατζή. Το σκεπτικό της συμπερίληψής τους εδώ σχετίζεται με το γεγονός ότι «Το λάθος» προοιώνισε, δυο χρόνια νωρίτερα, το ολοκληρωτικό καθεστώς που έμελλε να προκύψει με το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967. Αλλά και «Το διπλό βιβλίο» του Δημήτρη Χατζή, που εκδόθηκε δυο χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας, αποτελεί πολύτιμο λογοτεχνικό ντοκουμέντο-μπούσουλα, καθώς μέσω των ιστορικοκοινωνικών συμφραζομένων του ιχνηλατεί και αποδείχνει –εμμέσως πλην σαφώς– τα όσα προηγήθηκαν, δηλαδή τα αίτια και αιτιατά που οδήγησαν αναπότρεπτα στην άνοδο της δικτατορίας, με σημαδιακή αφετηρία την Κατοχή και την Αντίσταση (1941-1944), αλλά και όσα επακολούθησαν αυτής. Απ’ αυτή την άποψη και τα δύο εν λόγω βιβλία όχι μόνο συνδέονται άμεσα με την τελευταία δικτατορία στην Ελλάδα, αλλά –έστω κι αν είναι εκτός των αυστηρών χρονολογικών πλαισίων της παρούσας μελέτης, ή ακριβώς γι’ αυτό– συμβάλλουν τα μέγιστα για μια σφαιρικότερη, πιο ολιστική προσέγγιση και, συνεπώς, επαρκέστερη θέαση του όλου φαινομένου της αντιστασιακής πεζογραφίας της επταετίας.
Η αναγκαστικά δειγματοληπτική μελέτη της «πεζογραφίας της επταετίας», αν μη τι άλλο, κατέδειξε ότι από ποιοτική άποψη η σοδειά της δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από άλλες ιστορικές περιόδους, παραγωγικότερες και κοινωνικοπολιτικά πιο ήρεμες. Αντιθέτως, έχει να επιδείξει συγγραφείς ολκής (π.χ. Σαμαράκης, Βασιλικός, Χατζής, Χάκκας) και έργα υψηλής ποιοτικής στάθμης τα οποία άφησαν ανεξίτηλα το στίγμα τους στην μεταπολεμική μας πεζογραφία, βρίσκοντας απήχηση και στο εξωτερικό μέσω των μεταφράσεών τους.
Η όποια αξία της εν λόγω πεζογραφίας της συγκεκριμένης περιόδου έγκειται, ίσως, στο ότι επιχείρησε να κάνει μια τομή στα κακώς κείμενα του νεοελληνικού γίγνεσθαι (εθνικού, πολιτικού, κοινωνικού, πολιτισμικού, αξιακού, υπαρξιακού κ.λπ). Στο μεταίχμιο μιας ιστορικά κρίσιμης μεταβατικής συγκυρίας, τόλμησε να εντοπίσει, καταγράψει και αναδείξει την ισοπέδωση και αλλοτρίωση του νεοελληνικού βίου, προοιωνίζοντας την επικείμενη παρακμή του, χωρίς –φευ!– να έχει προηγηθεί καν οποιαδήποτε… ακμή! Μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία αυτογνωσίας προβάλλεται, παράλληλα, και μια καινούργια θεώρηση του κόσμου η οποία συνοδεύεται από αντίστοιχες καινοτομίες: ευρηματικών πειραματισμών, ρηξικέλευθων μυθοπλαστικών μεθόδων, πρωτοποριακών αφηγηματικών τεχνικών και στρατηγημάτων. Γι’ αυτό και οι πεζογράφοι που εξετάστηκαν στην εν λόγω μελέτη κατάφεραν «να αναδείξουν την ιστορική αλήθεια των κινημάτων της ψυχής [και την] ισόρροπη και αρμονική λειτουργία της γνωσιακής, της αισθητικής και της ηθικής πλευράς» (Κώστας Κουλουφάκος, «Λογοτέχνες και δικτατορία», περ. Η λέξη, 63-64, Απρίλης-Μάης 1987).
Ας σημειωθεί ότι πρόκειται για την πέμπτη, κατά σειρά, δημοσιευμένη μελέτη του διεθνώς καταξιωμένου πανεπιστημιακού και συγγραφέα, το εικοστό πέμπτο συνολικά βιβλίο του, ενώ έχει και έξι βιβλία μεταφράσεων στο ενεργητικό του.