“Η Ελλάδα δεν άλλαξε… κι ας είναι λαβωμένη”, είναι η δήλωση δύο ώριμων γυναικών αγγλοσαξωνικής καταγωγής, ολοκληρωτικά η μία και η άλλη κατά το ήμισυ, η ερωτική σχέση των οποίων με την Ελλάδα πάει πίσω σχεδόν 40 χρόνια.
Η Caroline Davies και η Penny Dunn επισκέπτονται την Ελλάδα επί τέσσερις δεκαετίες, κάθε χρόνο, δυνατά ερωτευμένες μαζί της. Μόλις έχουν γυρίσει από το τελευταίο ταξίδι τους, όταν οι δρόμοι μας συναντιούνται, στο σπίτι της δασκάλας τους, Ειρήνης Μπαναχάρη, που έχει αναλάβει, εδώ και χρόνια… την εξοικείωσή τους με την ελληνική γλώσσα.
Μ’ ενδιαφέρει, αρχικά, να μάθω πώς ξεκίνησε η ερωτική τους σχέση με την Ελλάδα.
Η Caroline, κόρη της Δάφνης Μοναστηριώτη, με ρίζες στην Κέρκυρα, μονοπωλεί σχεδόν τη συζήτηση, με δική μου, ομολογώ, ενθάρρυνση. Αυτό έχει την εξήγησή του, ίσως, στο γεγονός ότι, για πολλά χρόνια τώρα, την επισκέπτονται οι δυο φίλες μαζί.
Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στα αγριολούλουδα της Ελλάδας, ως μέλη του Mediterrannean Garden Society, αλλά και τα αρχαία μνημεία της, από την πρώτη τους επαφή μαζί της ένιωσαν ότι η Ελλάδα ήταν κάτι πολύ περισσότερο από αυτό: “Μας εντυπωσίασε η εγκαρδιότητα και η ζεστασιά των ανθρώπων από την πρώτη φορά που μας είδαν. Ήταν σαν να μας γνώριζαν από χρόνια. Για μας ήταν κάτι πρωτόγνωρο και το βέβαιο είναι ότι μας έδεσε άρρηκτα με τον τόπο και τους ανθρώπους του”.
ΤΟ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΦΩΣ
Η Penny με γυρίζει στην Ελλάδα του 1970, όταν σε πολύ νεαρή ηλικία επισκέφθηκε, για πρώτη φορά, την Ελλάδα. “Από την πρώτη στιγμή, μου έκανε εντύπωση το μοναδικό φως της Ελλάδας που απλά δεν περιγράφεται. Έμεινα δυο μέρες στην Αθήνα και επισκέφθηκα όσα πιο πολλά αρχαία μνημεία μπορούσα. Περπάτησα στο Μοναστηράκι, θαμπωμένη από αυτήν τη μοναδική ατμόσφαιρα, έναν περίπατο που θά ‘κανα ξανά και ξανά όλα αυτά τα χρόνια που θα γύριζα πίσω”.
Στο ταξίδι στο χρόνο που επιχειρούμε μαζί, προσέχω ότι τα μάτια της έχουν υγρανθεί. Όταν μιλά για το Μοναστηράκι του σήμερα, η θλίψη καθρεφτίζεται και στον τόνο της φωνής της: “Τίποτε δεν είναι το ίδιο πλέον εκεί. Όλα σχεδόν τα μικρά μαγαζάκια έχουν κλείσει. Ακόμη και οι τουρίστες δεν ξοδεύουν σήμερα όπως πριν. Υπάρχει μια φανερή κατήφεια. Ένας προβληματισμός για το αύριο, έντονος όσο ποτέ. Κανείς δε φαίνεται να ξέρει, αλλά ούτε και να προσπαθεί να υποθέσει τι θα φέρει το αύριο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι περισσότεροι έχουν αποθέσει τις ελπίδες τους στη νέα κυβέρνηση. Άλλοι βλέπουν το θέμα με κυνισμό. Εξαρτάται με ποιους μιλάς” καταλήγει η Penny.
Και οι δύο, υποψιάστηκαν, θα πουν, τα προεόρτια της κρίσης, πολύ πριν τη γέννησή της. Όταν έκανε την εμφάνισή του το ευρώ, την 1η Γενάρη 2002 και “από τη μια μέρα στην άλλη έγινε η υπερτίμηση των πάντων, αλλά και η παραμόρφωση, εν πολλοίς, του τοπίου.
Έπεσαν άφθονα χρήματα από την Ευρώπη, για έργα δημόσια, και έβλεπες, για παράδειγμα, γραφικά στενά δρομάκια να μετατρέπονται σε λεωφόρους, και πανέμορφα χωριουδάκια να χάνουν το χαρακτήρα τους.
Ήταν κάπως αφύσικο. Η Ελλάδα, βέβαια, έχει τόσες πολλές φυσικές ομορφιές, που, έστω και μ’ αυτήν την επίθεση “εξωραϊσμού” που δέχτηκε, θετική σ’ ένα βαθμό, δεν αλλοιώθηκε” επεξηγεί η Caroline.
Λέγοντας αυτό, μου δίνει δείγματα από εκείνα που εξακολουθούν να την ελκύουν στην Ελλάδα μέχρι σήμερα.
“Εκφραστικά και αντιπροσωπευτικά αυτής της υπέροχης χώρας” λέει ζεστά.
“Αυτό εδώ είναι ένα εκκλησάκι μέσα στο δάσος Μπουραζάνι, κοντά στα σύνορα Ηπείρου και Αλβανίας. Εκείνο που μας γοήτευσε εδώ ήταν η φυσική ομορφιά του τόπου. Για παράδειγμα, ένα πανύψηλο δέντρο -το Δέντρο του Ιούδα- με πλήθος από μικρά γεράνια, στη ρίζα του, στο ίδιο χρώμα με τον ανθό του δέντρου. Εκείνο, δε, που ήταν πραγματικά φοβερό, ήταν πώς τα γεράνια είχαν φυτρώσει μόνα τους ανάμεσα στις πέτρες της εκκλησίας. Παρ’ ότι είδαμε πάρα πολλά υπέροχα λουλούδια στην Ελλάδα, εκείνο που πραγματικά άγγιξε την καρδιά μας, ήταν η απλότητα και η πληθώρα των συνηθισμένων λουλουδιών”.
Απλώνει μπροστά μου εικόνες της άγριας φύσης, αλλά και των ήρεμων πεδιάδων στρωμένων με την ασύγκριτη ομορφιά της παπαρούνας.
Στη συνέχεια, μου παρουσιάζει τον ποταμό Βοϊδομάτη στην Ήπειρο που πηγάζει από το φαράγγι Βίκου: “Είναι ένας υπέροχος, προκλητικός περίπατος που έχω επιχειρήσει πάρα πολλές φορές. Με γοητεύει το χρώμα και η μοναδική κίνηση των νερών του. Τα πλατάνια, τα οποία στην πραγματικότητα έχουν τις ρίζες τους μέσα στο ποτάμι, είναι πολύ πιο όμορφα από αυτά του Λονδίνου και της Μελβούρνης” μου εμπιστεύεται η Caroline, σ’ έναν τόνο ζεστό και οικείο.
Η ΑΛΛΑΓΗ
Τι έχει αλλάξει στην Ελλάδα σήμερα; είναι μια ερώτηση, που η απάντησή της, από δύο γυναίκες που την έχουν λατρέψει, εδώ και δεκαετίες, με φοβίζει και μένα την ίδια.
“Για τον επισκέπτη, όχι πολλά. Οι φυσικές ομορφιές είναι εκεί, το ίδιο και τα αρχαία μνημεία. Το κυριότερο οι άνθρωποι δεν έπαυσαν να είναι ζεστοί και εγκάρδιοι προς τους επισκέπτες. Η παρουσία της κρίσης είναι ίσως στα κλειστά μαγαζιά της Πατησίων, την έλλειψη όλων αυτών των υπέροχων αναμνηστικών που βρίσκαμε στο Μοναστηράκι και που σπανίζουν σήμερα, γιατί τα περισσότερα μικρά μαγαζιά έχουν κλείσει.
Τώρα, μιλώντας με τους ντόπιους, εκείνο που διαπιστώνεις είναι ότι υπάρχει έντονος προβληματισμός και αβεβαιότητα για το αύριο. Έχουμε μιλήσει με ανθρώπους μορφωμένους οι οποίοι πιστεύουν ότι, όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, η μόνη ελπίδα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Τουλάχιστον δεν είναι διεφθαρμένοι και προσπαθούν για το κοινό καλό, για ένα ανθρωπινότερο αύριο.
Υπάρχει όμως και η μερίδα εκείνων που τους αμφισβητούν. Όπως ο νέος που συναντήσαμε στο ξενοδοχείο που μέναμε στα Γιάννενα. Απόφοιτος Πανεπιστημίου και δουλεύει εκεί ως σερβιτόρος. “Μας ξεγέλασαν για να τους ψηφίσουμε. Μεγάλα λόγια τότε και αποτέλεσμα μηδέν σήμερα” είπε εξοργισμένος, ενώνοντας τη φωνή του και με αυτή άλλων, δυστυχώς” λέει η Caroline, καταλήγοντας: “Η Ελλάδα είναι πάντα το ίδιο όμορφη και μοναδική, έστω κι αν είναι λαβωμένη. Θα ήταν μεγάλο λάθος, αν όχι τραγικό, αν σταματούσαμε τώρα, την ώρα της κρίσης, να την επισκεπτόμαστε”.