Βεβαρυμμένες με θλίψη και πόνο είναι οι σελίδες της Ιστορίας της Κύπρου τον μήνα που βαδίζουμε.
Γιατί στις 9 Ιουλίου 1821, οι Τούρκοι, φοβούμενοι την «άνοδο της Εκκλησίας», οδήγησαν στην αγχόνη τον αρχιεπίσκοπο Κυπριανό και τρεις επισκόπους, μαζί με κληρικούς και λαϊκούς, με την «υποψία», ότι βοηθούσαν στην Επανάσταση του Έθνους, και στις 15 του Ιούλη του 1974 έγινε το πραξικόπημα της χούντας των Αθηνών κατά του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου του Γ’.
Αυτό είχε ως άμεσο επακόλουθο την τουρκική εισβολή στη μεγαλόνησο και την 50χρονη παράνομη κατοχή του 37% του κυπριακού εδάφους.
1974. Με το που έφτασε η είδηση της εισβολής στην Αυστραλία, κινητοποιήθηκε όλη η παροικία – κυπριακή και ελλαδική. Εικόνες από τα αυστραλιανά ΜΜΕ, έδειχναν, μεν, το μέγεθος της καταστροφής, αλλά η διεθνής τουρκική προπαγάνδα σε όλο της το μεγαλείο!
«Η Τουρκία επενέβηκε για να σώσει τους Τουρκοκυπρίους από την καταστροφή».
Ενδεχομένως, πολλοί αναρωτιέστε με ποιο δικαίωμα επενέβη η Τουρκία στην Κύπρο.
Λοιπόν, στις 11 Φεβρουαρίου 1959, κατά τη διάρκεια της Συνδιάσκεψης που οδήγησε στη Συμφωνία Ζυρίχης-Λονδίνου, που υπογράφτηκε μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας, Ελλάδας, Τουρκίας, ελληνοκυπριακής και τουρκοκυπριακής κοινότητας, τερματίστηκε η βρετανική κυριαρχία επί της Κύπρου και ιδρύθηκε το Ανεξάρτητο Κυπριακό Κράτος.
Μόνο που η υπογραφή της Τουρκίας ως εγγυήτριας δύναμης, της έδωσε το δικαίωμα να επέμβει το 1974 με εισβολή και μέχρι σήμερα με παράνομη κατοχή του 37% της κυπριακής επικράτειας, με το πρόσχημα ότι «προστατεύει» την τουρκοκυπριακή πλευρά.
Οι Κύπριοι των παραλιακών χωριών της Αχαιών Ακτής, είχαν γίνει μάρτυρες της συγκέντρωσης των τουρκικών πολεμικών που αποβίβαζαν χιλιάδες στρατιώτες στο λιμάνι της Κερύνειας, ενώ τα αεροπλάνα σκόρπιζαν τον φόβο και τον τρόμο στα ανυπεράσπιστα νοικοκυριά. Επιζήσαντες, μαρτυρούν ότι «πετούσαν τόσο χαμηλά, που νόμιζες ότι θα σχίσουν τη σκέπη του σπιτιού μας».
Χιλιάδες και οι αλεξιπτωτιστές που φύτρωναν σαν τα μανιτάρια στους γύρω αγρούς.
ΑΠΟΣΤΟΛΕΣ ΑΠΟ THN ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ
Η πρώτη εισβολή έγινε στις 20 του Ιούλη και η δεύτερη και εξίσου οδυνηρή, στα μέσα Αυγούστου.
Τότε η Κυπριακή Κοινότητα στεγαζόταν στο Heffernan Lane στην πόλη. Πρόεδρος ήταν ο Αντώνης Τούμπουρου και γραμματέας ο Χάρης Σιαμαρής. Διέθετε επίσης δραστήριο Γυναικείο Τμήμα.
Τις θυμάμαι να δουλεύουν σαν ακούραστες μέλισσες πλάι στο Διοικητικό Συμβούλιο.
Προσθέτω επίσης ότι πρωθυπουργός της Αυστραλίας ήταν ο αείμνηστος φιλέλληνας, Γκοφ Ουίτλαμ.
Όταν έφτασαν λοιπόν τα μαντάτα στην Αυστραλία, κινητοποιήθηκε όλη η παροικία. Έγιναν πολλές συγκεντρώσεις και πορείες διαμαρτυρίας και συμπαράστασης. Συμπάροικοι από κάθε γωνιά της Μελβούρνης πήγαιναν στην Κυπριακή Κοινότητα για να μαθαίνουν νέα, τόσο για το νησί μας όσο και για τους δικούς τους πίσω στην Κύπρο.
Σε χρόνο μηδέν, ο αείμνηστος Αντώνης μαζί με την σύζυγό του Φρόσω, πήγαν στην Καμπέρα, όπου έγιναν δεκτοί από τον πρωθυπουργό.
Περιττό να πω ότι αείμνηστος Γκοφ Ουίτλαμ, δήλωσε από την πρώτη στιγμή την πλήρη συμπαράστασή του στον Κυπριακό λαό.
Στη Μελβούρνη δημιουργήθηκε αμέσως η Πανελλήνια Επιτροπή Βοήθειας και Απελευθέρωσης της Κύπρου, η γνωστή στους παλαιότερους ως ΠΕΒΑΚ. Λίγο αργότερα, μετονομάστηκε σε Συντονιστική Επιτροπή Κυπριακού Αγώνα, τη γνωστή μας ΣΕΚΑ.
Πρώτος πρόεδρος, ήταν ο Αντώνης Τούμπουρου και ακολούθησε μια πολύχρονη υπηρεσία στο τιμόνι από το εξίσου δραστήριο μέλος της παροικίας μας, τον κ. Παναγιώτη Γιαννούδη, ο οποίος έχαιρε της εκτίμησης της ευρύτερης κυπριακής και ελλαδικής παροικίας.
Η Επιτροπή άρχισε να οργανώνει εκδηλώσεις για την συγκέντρωση χρημάτων και είδη ρουχισμού. Οι παλαιότεροι θα θυμούνται την πρώτη χοροεσπερίδα που έγινε στο Earls Court στο St. Kilda, όπου οι παραβρεθέντες πρόσφεραν απλόχερα για την Κύπρο μας.
Συνάμα, είχε γίνει συγκέντρωση ειδών ρουχισμού, στο χωλ της εκκλησίας του Αγίου Δημητρίου επί της High Street στο Prahran, τα οποία υπό την επίβλεψη της Επιτροπής, στάλθηκαν σε κοντέινερ στην Κύπρο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μέρος των κινητοποιήσεων της Επιτροπής, ήταν και η αποστολή δυο αντιπροσωπιών στην Κύπρο. Η πρώτη με τον Κώστα Ζηντίλη και η δεύτερη με τον εκδότη του « Νέου Κόσμου» Δημήτρη Γκόγκο, μαζί με τον πρόεδρο της Κυπριακής Κοινότητας Αντώνη Τούμπουρου, τον γραμματέα και δημοσιογράφο, Χάρη Σιαμαρή, και τον μετέπειτα γερουσιαστή του Εργατικού Κόμματος, Νέας Νότιας Ουαλίας, Τάκη Καλδή. Οι οποίοι αφού ταξίδεψαν έως την Αθήνα, κατάφεραν και έφτασαν κάτω από δύσκολες συνθήκες με πλοίο στην Πάφο.
Ο ΑΓΩΝΑΣ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Στο μεταξύ, η κατάσταση ήταν φορτισμένη. Η Κύπρος ζούσε το δράμα του πολέμου, της κατοχής και της προσφυγιάς. Παντού τραυματίες. Ατελείωτες οι λίστες με τους αιχμάλωτους και τους αγνοούμενους.
Θυμάμαι ότι τα Ηνωμένα Έθνη δήλωναν ανακωχή και ανακωχή δεν γινόταν. Αφού και οι δυο αποστολές διαπίστωσαν τις τρέχουσες ανάγκες της μεγαλονήσου, επέστρεψαν στην Αυστραλία και τάχθηκαν στον αγώνα συμπαράστασης και βοήθειας.
Δυστυχώς, 50 χρόνια μετά, οι προκλήσεις συνεχίζονται. Η Τουρκία δεν σέβεται τις λεγόμενες σχέσεις καλής γειτονίας. Οι πρόσφατες δηλώσεις της και ο επεκτατικός μηχανισμός που θέτει σε εφαρμογή, ενέχουν και κίνδυνο για την ασφάλεια και ειρήνη της ευρύτερης περιοχής.
Τελευταία μας συστήνει τη λεγόμενη «Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου», η οποία -τονίζουμε- δεν αναγνωρίζεται από καμμιά χώρα εκτός της Τουρκίας.
Θεωρώ, ότι είναι εθνικό καθήκον και επιβάλλεται να διατηρήσουμε το πρόβλημα της Κύπρου ζωντανό. Γιατί το πρόβλημα που βιώνει η πατρίδα μας είναι διεθνές. Είναι πρόβλημα κατοχής, προσφυγιάς και παραβίασης του Διεθνούς Δικαίου.
Είναι θέμα διαίρεσης και στρατιωτικής κατοχής και καταπάτησης βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Γνωρίζουμε ότι η Ομοσπονδιακή κυβέρνηση της χώρας που επιλέξαμε ως δεύτερη πατρίδα, υποστηρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία. Δείγμα φιλίας των δυο χωρών είναι η ομάδα της Ομοσπονδιακής Αστυνομίας, που υπηρετεί στην Κύπρο ως μέρος της Ειρηνευτικής Δύναμης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, τα τελευταία 60 χρόνια.
Ωστόσο, η ΣΕΚΑ και οι ανά Πολιτεία Κυπριακές και Ελλαδικές Κοινότητες, πρέπει να συνεχίσουν την ενημέρωση των Αυστραλών πολιτικών μέσω του λόμπι. Είμαστε σε παναυστραλιανή κλίμακα μια υπολογίσιμη και τεράστια ελληνική και κυπριακή παροικία, που έχουμε την δύναμη του λόγου και την απαίτηση να εισακουστούμε.
Επιπλέον, επιβάλλεται μια λύση συμβατή με την ιδιότητα της μεγαλονήσου, ως μέλους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.