Ο Κώστας του Νικολάου και της Θεονίτσας Μενοίκου, είναι -μάλλον ήταν- δικό μας παιδί. Αν και γεννήθηκε στις 28/10/1948 στο Βαρώσι, το κέντρο της υπό κατοχή πόλης της Αμμοχώστου, οι γονείς του μετανάστευσαν το 1950 στην Αυστραλία. Ο Κώστας, ήταν μόλις 2 ετών.
Θυμάμαι την αείμνηστη μητέρα του, πρωτοπόρα στις ετήσιες πορείες της Συντονιστικής Επιτροπής Κυπριακού Αγώνα και οσάκις κάποιος αξιωματούχος επισκεπτόταν την πόλη μας, να κρατά υψωμένο πλακάτ με τη φωτογραφία και το όνομα του γιου της, που μέχρι το 1999, ήταν στον κατάλογο των αγνοουμένων.
Πού νά ‘ξερε!
Μιλώ με την αδελφή του, την αγαπητή Ελένη Στεφανίδη, που μαζί με τους αείμνηστους γονείς και το σύζυγό της, έζησε το δράμα του επαναπατρισμού του λειψάνου και της ταφής του ήρωα αδελφού της, ο οποίος αναπαύεται από το 2000 στο κοιμητήριο του Keilor.
Άς πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο Κώστας, μετά την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο, επέλεξε την τέχνη του τορναδόρου. Ωστόσο η Κύπρος, ήταν πάντα στην καρδιά του. Τον Μάρτη του 1970, αφού εγκαταστάθηκε στο νησί του, εντάχθηκε κανονικά στην εθνοφρουρά, με εκπαίδευση στα τεθωρακισμένα.
Με το ξέσπασμα του πολέμου, στις 20 του Ιούλη του 1974, βρέθηκε εργαζόμενος σε μπαρ στο Πέλλας Πάις. Πληροφορίες από φίλους του, πιστοποιούσαν ότι ο Κώστας πήγε μαζί τους στα γύρω στρατόπεδα και ενημέρωσαν τους αξιωματικούς για την εισβολή. Η τελευταία που τον είχε δει εκείνη την ημέρα, ήταν η θεία του Μαρία Χέπη, που κατοικούσε στην Κερύνεια. Δυστυχώς από τότε χάθηκαν τα ίχνη του.

ΤΑΓΜΕΝΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ
«Κάναμε πολλές δημοσιεύσεις με το όνομα και τη φωτογραφία του στον κυπριακό, ελλαδικό και διεθνή Τύπο. Κατά καιρούς, είχαμε σκόρπιες πληροφορίες. Πολλές μάς οδηγούσαν στους αιχμαλώτους προς τις φυλακές των Αδάνων, άλλες δυστυχώς μεγάλωναν την αγωνία μας. Γιατί όταν μπαίναμε σε λεπτομέρειες, τα στόματα ήταν επτασφράγιστα κλειστά και η πόρτα, διπλά αμπαρωμένη», εξηγεί η Ελένη.
Φως, στο δράμα της οικογένειας Μενοίκου έριξε, η Επιτροπή Ταυτοποίησης των Οστών, με τη μέθοδο του DNA, η οποία αποτελείται από Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους επιστήμονες με έδρα τη Λευκωσία.
Σε μια επισταμένη εξέταση των οστών τα οποία βρέθηκαν σε τάφο στο κοιμητήριο της Λακατάμιας, έγινε η ταυτοποίηση με το DNA της οικογένειας τους. Με αυτό τον τρόπο έγινε και η αναγνώριση.
«Η καθυστέρηση οφειλόταν στο ότι δεν βρέθηκε κάτι πάνω του, που να μαρτυρά την ταυτότητά του. Τότε πήγα με την μητέρα μου στην Κύπρο και μετά τις απαραίτητες διαδικασίες, συνοδέψαμε το λείψανο του αδελφού μου στην Μελβούρνη», προσθέτει η Ελένη.
Η κηδεία είχε γίνει στην εκκλησία του Αποστόλου Ανδρέα στο Σανσάην, χοροστατούντος του νυν αρχιεπισκόπου κ. Ιεζεκιήλ. Ο Νέος Κόσμος ήταν εκεί και μοιράστηκε με τους αναγνώστες μας, σελίδες από την τότε εμπόλεμη κατάσταση στην Κύπρο, και, την φιλοπατρία και τη θυσία του Κώστα Μενοίκου.
«Επιτέλους ανακουφίστηκε κάπως η οικογένειά μας. Οι γονείς μας μπορούσαν να επισκέπτονται τον τάφο του, ν’ ανάβουν το καντήλι και να κάνουν μια προσευχή για την αιώνια ανάπαυση της ψυχούλας του. Όσο για μένα και τα παιδιά μας, μάς λείπει αφάνταστα», λέει με θλίψη η Ελένη.
Στο κοιμητήριο του Keilor όπου μετά από 26 χρόνια αναπαύεται ήσυχα ο ήρωας Κώστας Μενοίκου