Η Μελβούρνη είναι πολιτειακή πρωτεύουσα της Αυστραλίας που σημειώνει το μικρότερο αριθμό γεννήσεων, με το ποσοστό να μειώνεται δραματικά στα εσωτερικά και μεσαία προάστια.
Η έλλειψη προσιτής στέγης και άλλες πιέσεις στο κόστος ζωής αναγκάζουν όλο και περισσότερους ανθρώπους να αναβάλλουν τα σχέδιά τους για την απόκτηση παιδιών.
Πέρυσι, σε εθνικό επίπεδο, γεννήθηκαν 289.100 βρέφη στην Αυστραλία, σημειώνοντας μείωση κατά 4,6% σε σύγκριση με το 2022.
Αυτό ήταν το χαμηλότερο ετήσιο επίπεδο από το 2006 και η μεγαλύτερη ετήσια πτώση από το 1975, όταν η Αυστραλία αντιμετώπιζε υψηλό πληθωρισμό και χαμηλή οικονομική ανάπτυξη.
Σύμφωνα με ανάλυση της εταιρείας KPMG, η πτώση των γεννήσεων είναι ιδιαίτερα αισθητή στα προάστια που βρίσκονται κοντά στο κέντρο της Μελβούρνης, περιοχές που θεωρούνται πλέον απλησίαστες για τους νεότερους κατοίκους.
Αυτή η τάση παρατηρείται την ίδια ώρα που πολιτειακή κυβέρνηση Allan εντείνει τα σχέδια κατασκευής κατά μέσο όρο 80.000 νέων κατοικιών ετησίως, για την επόμενη δεκαετία, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της οικονομικής προσιτότητας της στέγασης.
Ωστόσο, τα στοιχεία της Αυστραλιανής Στατιστικής Υπηρεσίας δείχνουν ότι η Πολιτεία υστερεί. Μέχρι τον Μάρτιο, μόλις 51.512 νέες κατοικίες είχαν ξεκινήσει να κατασκευάζονται, ο χαμηλότερος αριθμός κατά την τελευταία δεκαετία.
Η ανάλυση της KPMG διαπιστώνει ότι το 2023 γεννήθηκαν 56.270 μωρά στην ευρύτερη περιοχή της Μελβούρνης, σημειώνοντας μείωση 7,3% σε σύγκριση με το 2019, λίγο πριν η πανδημία του κορονοϊού αναστατώσει την πόλη με τα απανωτά “κλεισίματα”.
Αυτό μεταφράζεται σε ποσοστό γονιμότητας μόλις 1,44 για τη Μελβούρνη, σε σύγκριση με 1,57 στο Σίδνεϊ και 1,61 στο Μπρίσμπεϊν. Σε πολλά προάστια, οι δείκτες γονιμότητας είναι ακόμη χαμηλότεροι.
Συγκεκριμένα σε περιοχές του κέντρου, όπου ζει μεγάλος αριθμός φοιτητών σε κατοικίες υψηλής πυκνότητας, που δεν είναι κατάλληλες για οικογένειες, οι δείκτες γονιμότητας έφτασαν το 0,36. Στα εσωτερικά και μεσαία προάστια, όπως το Collingwood, το Carlton, το Fitzroy, το Brunswick, το Box Hill, το Richmond, το Northcote, το Hawthorn και το Essendon, οι δείκτες γονιμότητας είναι πολύ κάτω από τη μονάδα.
Ο οικονομολόγος της KPMG, Terry Rawnsley, ανέφερε ότι το τέλος της πανδημίας αρχικά εκτόξευσε τον αριθμό των γεννήσεων. Η χαμηλή ανεργία, τα ιστορικά χαμηλά επιτόκια, και η υψηλή αποταμίευση ενθάρρυναν τις οικογένειες να αποκτήσουν παιδιά.
Ωστόσο, η άνοδος των τιμών έχει θέσει τις οικογένειες υπό αυξανόμενη οικονομική πίεση, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι της Μελβούρνης να αποφασίζουν να αναβάλλουν προς το παρόν την απόκτηση παιδιών.
«Δεν έχουμε δει τόσο απότομη πτώση των γεννήσεων στην Αυστραλία από τη δεκαετία του 1970, η οποία συνδυάστηκε με την ευρεία υιοθέτηση του αντισυλληπτικού χαπιού», δήλωσε ο Rawnsley, ενώ συμπλήρωσε:
«Οι νέες οικογένειες ωθούνται προς τις εξωτερικά προάστια της Μελβούρνης, όπου υπάρχουν πιο προσιτές τιμές για την αγορά κατοικιών κατάλληλων για τα παιδιά τους».
Τα δέκα προάστια της Μελβούρνης με τα υψηλότερα ποσοστά γονιμότητας βρίσκονται σε περιοχές με πολύ πράσινο, στα δυτικά της πόλης, όπως τα Cobblebank, Strathtulloh, Clyde North, Tarneit, Mount Cottrell και Mickleham.
Ο Rawnsley σημείωσε ότι ο συνδυασμός της πανδημίας και των οικονομικών αλλαγών εξηγεί την αύξηση και την επακόλουθη απότομη μείωση των ποσοστών γεννήσεων που παρατηρήθηκαν τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
Ο μέσος όρος το 2008 ήταν άνω των δύο παιδιών ανά γυναίκα ενώ το 2023 έχει πέσει σε περίπου 1,6, με τον γηράσκοντα πληθυσμό να εξαρτάται περισσότερο από ποτέ από την μετανάστευση από το εξωτερικό.
Ο δημογράφος Matthew Deacon από την Demographic Solutions δήλωσε ότι το υψηλό κόστος του ενοικίου λειτουργεί ως σημαντικό αντισυλληπτικό μέσο, μαζί με άλλες πιέσεις που αντιμετωπίζουν οι νεότεροι, όπως τα χρέη από τη τριτοβάθμια εκπαίδευση και η αναγκαστική διαβίωση με τους γονείς ή σε ομαδικές κατοικίες για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
«Οι νέοι σπουδάζουν για πέντε έως επτά χρόνια περισσότερο από τους γονείς τους και πιθανώς δέκα χρόνια περισσότερο από τους παππούδες τους», δήλωσε ο Deacon. «Αυτό σημαίνει ότι την απόφαση να αποκτήσουν παιδιά την παίρνουν πολύ αργότερα».
Ο επικεφαλής της Oxford Economics Australia για τις προβλέψεις στην αγορά ακινήτων, Timothy Hibbert, ανέφερε ότι η έλλειψη κατάλληλων κατοικιών για οικογένειες στα εσωτερικά και μεσαία προάστια είναι επίσης σημαντικό εμπόδιο στην αύξηση των ποσοστών γονιμότητας.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι άνθρωποι κάνουν λιγότερα παιδιά από όσα θα ήθελαν, κυρίως λόγω της ακρίβειας και των αυξημένων ωρών εργασίας για την κάλυψη των εξόδων.
Το κόστος αγοράς ενός σπιτιού με τρεις κρεβατοκάμαρες, κατάλληλο για οικογένειες, παραμένει υψηλό στη Μελβούρνη και το Σίδνεϊ, ιδίως στα μεσαία προάστια.
Η αγορά ενός τέτοιου ακινήτου κοντά στην πόλη ή στα μεσαία προάστια της Μελβούρνης είναι πλέον αδύνατη για νοικοκυριά με ετήσιο εισόδημα 88.021 δολάρια, το οποίο είναι το τυπικό για πολλούς εργαζόμενους στις βασικές υπηρεσίες.
Ο Rawnsley ανέφερε ότι περιοχές στην επαρχία της Βικτώριας τα πήγαν καλύτερα από τις πόλεις, όσον αφορά στις γεννήσεις. Στην επαρχιακή Βικτώρια μειώθηκαν μόνο κατά 0,4% σε 16.060 κατά την τετραετία έως το 2023.
«Οι γεννήσεις στις περισσότερες περιοχές έχουν επιστρέψει στα προ της πανδημίας επίπεδα, καθώς η έκρηξη γεννήσεων που προκλήθηκε από τη μετακίνηση νεότερων Αυστραλών στις επαρχιακές πόλεις έχει εξαντληθεί», δήλωσε