Στο βιβλίο του με τίτλο «Ιστορία του Ελληνοϊταλικού Πολέμου 1940-1941», ο στρατιωτικός Αλέξανδρος Εδιπίδης γράφει για τη Mάχη της Κρήτης:

«Από το βράδυ της 19ης Μαΐου 1941 ησυχία επικρατούσε στους κρητικούς ουρανούς. Μια ησυχία που δεν προοιωνιζόταν τίποτε. Η επιφυλακή των τμημάτων ήταν συνεχής και αδιάκοπη.

20 Μαΐου 1941, ώρα 6η πρωινή

Οι ειδικές υπηρεσίες έρευνας και παρακολούθησης μεταδίδουν:

«Βόμβος από μακριά, ολοένα πυκνώνει, χαρακτηρίζει βέβαιη την προσέγγιση αεροπλάνων». Μηχανικά σχεδόν οι άνδρες, που άλλοι ξυρίζονταν και άλλοι αποτελείωναν το πρωινό ρόφημα, λιτό και πρόχειρο, σπεύδουν στις θέσεις μάχης. Τώρα πια η αμφιβολία και η αβεβαιότητα έχουν διαλυθεί. Τώρα όλοι είναι βέβαιοι πως κάτι το σημαντικό θα εκδηλωθεί σε λίγο.

Και να τα πρώτα κύματα των εχθρικών αεροπλάνων φτάνουν πάνω από την Κρήτη και αρχίζουν να σκορπίζουν τα… κομφετί τους. Και από κάτω τα πολυβόλα, τα αντιαεροπορικά πυροβόλα αρχίζουν κι αυτά να βάλλουν καταιγιστικά. Μέσα σε λίγες στιγμές η γαλήνη αντικαταστάθηκε από την ταραχή του πολέμου. Τι αλλαγή σκηνογραφίας!

Όλος ο πεδινός χώρος των Χανίων βομβαρδίζεται, πυροβολείται, φλέγεται. Το μόλις πριν από λίγο ειρηνικό τοπίο έγινε αληθινή κόλαση! Πολλά εχθρικά αεροπλάνα πετούν πάρα πολύ χαμηλά, σχεδόν ξυστά στο έδαφος. Αλλά τον αιφνιδιασμό που επεδίωκαν, δεν τον πέτυχαν.

Το αεροδρόμιο Μάλεμε–Γαλατά δέχεται το κύριο βάρος της επιθέσεως. Αλλά δεν εξαιρείται ούτε η περιοχή Σούδας – Χανίων ούτε και αυτή η πόλη των Χανίων.

Στις 8 εμφανίζονται τα πρώτα τεράστια οπλιταγωγά αεροπλάνα, από τα οποία αρχίζουν να πέφτουν οι πρώτοι αλεξιπτωτιστές. Μόλις τα σμήνη των οπλιταγωγών πλησίαζαν στο νησί, χωρίζονταν σε μονάδες και ακολουθούσαν ιδιαίτερη το καθένα κατεύθυνση.

Ποικιλόχρωμα αλεξίπτωτα αιωρούνταν ήδη στον αέρα κι έπεφταν σιγά–σιγά στο έδαφος. Πολλά δεν ακολουθούσαν κατακόρυφη κατεύθυνση. Άλλα προσεδαφίζονταν κοντά κοντά το ένα στο άλλο. Άλλα απομονώνονταν και απομακρύνονταν προς τη θάλασσα, όπου σε λίγο τα σκέπαζαν τα κύματα. Άλλα παρασύρονταν από τον άνεμο στα βουνά, όπου οι αλεξιπτωτιστές αιχμαλωτίζονταν πέφτοντας από τους χωρικούς.

Μερικά φρικτά εναέρια δυστυχήματα σημειώθηκαν: αλεξιπτωτιστές των οποίων τα αλεξίπτωτα δεν άνοιξαν, έπεφταν σαν βολίδες στο έδαφος, για να μεταβληθούν σε οικτρούς σωρούς οστών και κρεάτων.

Στις 8.30 η μάχη έχει γενικευθεί σε όλη την περιοχή των Χανίων. Όσοι αλεξιπτωτιστές κατόρθωναν να γλιτώσουν από τα ελληνοσυμμαχικά πυρά κατά την προσεδάφισή τους καταφεύγουν μέσα στα στάχυα, σε φυσικές κοιλότητες του εδάφους, σε κρατήρες βομβών και άλλα πρόχειρα ταμπούρια και αρχίζουν να βάλλουν με τα όπλα τους.

Τι παράδοξη μάχη!

Ακολουθεί πάλη σώμα με σώμα. Μόλις τα ελληνοσυμμαχικά τμήματα εμπλέκονται στον αγώνα κατά μέτωπο, δέχονται επίθεση από τα νώτα και από τα πλευρά, γιατί διαρκώς νέα κύματα αλεξιπτωτιστών κατεβαίνουν…

Μέτωπο με την κλασική έννοια του όρου δεν υπήρχε. Γι’ αυτό η διαταγή ήταν: «Κάντε το καθήκον σας. Άμυνα μέχρις εσχάτων».

Πρώτος νεκρός από ελληνικής πλευράς ήταν ο διοικητής του 6ου Συντάγματος Μιχάλης Γρηγορίου, που, αν και τραυματισμένος, συνέχισε στη θέση του να πολεμάει με το αυτόματο στο χέρι και να ενθαρρύνει τους ανθρώπους του. Τον ακολούθησε ο υποδιοικητής λοχαγός Ψιμούλης, που πολεμούσε ακάλυπτος επίσης.

Στην περιοχή του Γαλατά ο αγώνας είναι πείσμων, άγριος, ασταμάτητος. Ο 4ος Λόχος ενεργεί μια θυελλώδη αντεπίθεση και αναγκάζει τον εχθρό να συμπτυχθεί αποδεκατισμένος. Ο 2ος και 5ος Λόχος εξοντώνουν 300 Γερμανούς αλεξιπτωτιστές… Ο αγώνας του 6ου Λόχου, από τους πιο πείσμωνες της περιοχής, κρίθηκε με την ξιφολόγχη…

Στις 20 Μαΐου πολύ πρωί, πριν ακόμη ανατείλει ο ήλιος, γερμανικά βομβαρδιστικά έκαναν την εμφάνισή τους πάνω από την περιοχή του Ρεθύμνου και άρχισαν να βομβαρδίζουν και να πολυβολούν τα πάντα: ανθρώπους, ζώα, σπίτια, εκκλησιές… Χωρικοί που μοχθούσαν στα χωράφια, τσοπάνηδες που έβοσκαν τα πρόβατά τους, κουρασμένοι στρατοκόποι, όλοι δέχονταν τα… δώρα εξ ουρανού.

Στις 3.15′ το απόγευμα έφτασαν και από τα μεγάλα γερμανικά οπλιταγωγά σε αλλεπάλληλα κύματα και άρχισαν ν’ αδειάζουν τα ζωντανά φορτία τους, καθώς και υλικά πολέμου. Οι αλεξιπτωτιστές, που έπεσαν τότε γύρω από το Ρέθυμνο, υπολογίστηκαν δυο χιλιάδες…

Αμέσως τα ελληνικά τμήματα άρχισαν την επίθεση μ’ ένα θαυμάσιο επιθετικό πνεύμα φωνάζοντας «Αέρα! Αέρα!…». Οι Γερμανοί φεύγουν πανικόβλητοι αφήνοντας στο πεδίο της μάχης νεκρούς, τραυματίες, άφθονο πολεμικό υλικό, που χρειάζονταν στους Έλληνες…

Με καθυστέρηση δέκα περίπου ωρών, κατά τις 4 το απόγευμα της 20ής Μαΐου, ο ουρανός του Ηρακλείου σκιάστηκε από πολυάριθμα οπλιταγωγά και βομβαρδιστικά γερμανικά αεροπλάνα.

Ύστερα από ολιγόλεπτο βομβαρδισμό, γιατί η ώρα είχε προχωρήσει, άρχισε η ρίψη των αλεξιπτωτιστών…

Καταιγιστικά θεριστικά πυρά τους υποδέχτηκαν, μόλις έκαμαν την εμφάνισή τους στον αέρα. Πολλοί βρήκαν τον θάνατο, πριν ακόμη προσεδαφιστούν. Άλλων τα αλεξίπτωτα τρυπήθηκαν από τις σφαίρες και έπεσαν σαν βολίδες, για να μεταβληθούν σε οικτρούς πολτούς…

Τα ελληνικά τμήματα, παρά την τρομακτική υπεροχή του αντιπάλου, αμέσως περνούν στην επίθεση. Ύστερα από τρίωρο συνεχή αγώνα, η νύχτα βρίσκει τους Έλληνες σταθερά στις θέσεις τους. το σύνολο σχεδόν των αλεξιπτωτιστών, που προσγειώθηκαν ως πρώτη δόση, έχει εξοντωθεί.

Στο αεροδρόμιο, σύμφωνα με το σχέδιο του Άγγλου διοικητή, τα γερμανικά ανιχνευτικά αεροπλάνα, αν και κατέβηκαν σε ύψος 25 μέτρων, αφέθηκαν ανενόχλητα, για να νομισθεί ότι το αεροδρόμιο ήταν ανυπεράσπιστο. Το τέχνασμα πέτυχε απόλυτα. Ανύποπτοι οι Γερμανοί έριξαν σε λίγο μεγάλες ομάδες αλεξιπτωτιστών, που έγιναν δεκτοί με φονικότατα πυρά.

Χάρτης με τα αεροδρόμια-ορμητήρια της γερμανικής αεροπορικής εισβολής στην Κρήτη

Περισσότεροι από 1.000 αλεξιπτωτιστές σκοτώθηκαν εκείνη τη μέρα και όσοι επέζησαν αιχμαλωτίστηκαν… το βράδυ, στο Ηράκλειο, πλήθος πολιτών κάθε ηλικίας και φύλου, ακόμη και γέροι μοναχοί, ζητούσαν όπλα για να πολεμήσουν.

Στα Χανιά ως τις 23 Μαΐου όλοι οι αλεξιπτωτιστές που έπεφταν εξοντώνονταν μέχρις ενός.

Στον τομέα του Αλικιανού η αξιοθαύμαστη οργάνωση των χωρικών, που συνεργάζονταν αρμονικότητα με τις στρατιωτικές δυνάμεις, ελληνικές και συμμαχικές, δεν επέτρεψε στους Γερμανούς να στεριώσουν. Παρά την προσπάθειά τους να εισβάλουν στο χωριό, εξοντώθηκαν όλοι…

Οι Γερμανοί ήξεραν πως οι Κρητικοί είναι σκληροτράχηλοι πολεμιστές. Το είπαν μάλιστα: «Με τέτοιον υπέροχο λαό, είπαν, η Γερμανία θα μπορούσε να θαυματουργήσει. Κρίμα που η Κρήτη δεν μπορεί να μεταφερθεί στην Γερμανία…».

Ό,τι είχε γίνει στα θρυλικά οχυρά της Μακεδονίας γινόταν άλλη μια φορά εδώ. Ό,τι είχε γίνει στο απόρθητο ύψωμα 731 στην Αλβανία ξαναγινόταν με άλλη μορφή στην Κρήτη…

Την νύχτα 24-25 Μαΐου στον τομέα του χωριού Γαλατά ούτε μια στιγμή ο εχθρός δεν χαλάρωσε την ένταση της επιθέσεώς του. Νέες εχθρικές δυνάμεις ρίχνονταν συνεχώς στον αγώνα, ενώ τα «στούκας» βομβάρδιζαν, πολυβολούσαν, πυρπολούσαν τις ελληνοσυμμαχικές θέσεις. Το απόγευμα της 25ης Μαΐου οι Γερμανοί εξαπέλυσαν τη γενική τους επίθεση, που ήταν πραγματικά χειμαρρώδεις. Ακολούθησαν οδομαχίες μέσα στο Γαλατά, στους στενούς ελικοειδείς δρόμους του…

Το πρωί της άλλης μέρας, ενισχυμένοι με νέες δυνάμεις, οι Γερμανοί άρχισαν νέα επίθεση. Ο αγώνας ήταν άνισος και χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα μεγαλειοδέστερα επεισόδια της μάχης της Κρήτης. Έπεσαν 79 Έλληνες αξιωματικοί και στρατιώτες, 42 πολίτες και 149 Άγγλοι…

Από τις 26 Μαΐου οι Γερμανοί μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το αεροδρόμιο του Μάλεμε. Παρά τη γενναία ελληνοσυμμαχική προσπάθεια, κάθε ελπίδα για την ανακατάληψή του είχε χαθεί. Και γενικότερα είχε κλονιστεί η πίστη ότι ήταν πια δυνατό να κρατηθεί ελεύθερη η Κρήτη…».

ΟΙ ΝΕΟΖΗΛΑΝΔΟΙ

Σε άλλο σημείο του ίδιου βιβλίου, ο Αλέξανδρος Εδιπίδης αναφέρει για τους Νεοζηλανδούς στρατιώτες:

«Ο Νεοζηλανδός είναι γενναιότατος πολεμιστής. Ιδού ένα παράδειγμα:

Στο Μάλεμε την πρώτη κιόλας μέρα της μάχης αρκετοί Γερμανοί αλεξιπτωτιστές κατόρθωσαν να ταμπουρωθούν σε κάποιο οίκημα. Μπροστά τους απλωνόταν μια ακάλυπτη έκταση, που άρχισαν να τη σαρώνουν τα πολυβόλα τους. Κανείς δεν μπορούσε να ζυγώσει.

Οι Νεοζηλανδοί τόλμησαν. Πέρασαν θυελλώδεις την ακάλυπτη έκταση σπέρνοντάς την με τα ρωμαλέα κορμιά τους! Αλλά όσοι έφτασαν ήταν αρκετοί, για να σπάσουν τις πόρτες, να σκαρφαλώσουν στα παράθυρα, να κάνουν «πλάτες» ο ένας στον άλλο, ν’ ανεβούν στη στέγη, να ‘ρθουν στα χέρια με τον εχθρό!

Ακολούθησε μάχη ομηρική. Τα πολυβόλα του εχθρού τα πήραν στο τέλος οι Νεοζηλανδοί, που είχαν μείνει ζωντανοί. Οι άλλοι; Έπεσαν! Και ήταν πολλοί. Και πέθαναν ηρωικά. Χαμογελώντας.

Ξέρετε πώς αποκάλεσαν τους Νεοζηλανδούς οι Κρητικοί; «Παλικάρια». Και αυτό στην Κρήτη σημαίνει πολλά.