Τα παιδιά της Gisèle P., την οποία νάρκωνε και βίαζε ο σύζυγός της -όπως παραδέχθηκε ο ίδιος ενώπιον της Δικαιοσύνης- ενώ καλούσε και αγνώστους να τη βιάσουν, επί μια δεκαετία, ήταν εμφανώς σοκαρισμένα βγαίνοντας από τη δικαστική αίθουσα, μετά τη μακρά και ωμή παρουσίαση των γεγονότων, με λεπτομέρειες που προκαλούσαν ναυτία.
Από την άλλη, η Gisèle, 72 ετών σήμερα, παρέμεινε στωική και δεν άφησε να φανεί κανένα συναίσθημα κατά τη δεύτερη ημέρα της ακροαματικής διαδικασίας για μια πρωτοφανή υπόθεση στα γαλλικά -αν όχι στα παγκόσμια- δικαστικά χρονικά.
Η Gisèle, βρίσκεται αντιμέτωπη με τους 51 συνολικά κατηγορούμενους στο ποινικό δικαστήριο του Βοκλίζ, στην Αβινιόν.
Εκτός από τον σύζυγό της, άλλοι 50 άνδρες, ηλικίας από 26 έως 74 ετών, διώκονται για βιασμό με επιβαρυντικές περιστάσεις και εάν κριθούν ένοχοι μπορεί να καταδικαστούν σε κάθειρξη 20 ετών.
Κατά τη διάρκεια της παρουσίασης των γεγονότων από τον πρόεδρο του δικαστηρίου, τον Roger Arata, ο οποίος συνόψισε, με μονότονο και ψυχρό τόνο, τους 31 τόμους του κατηγορητηρίου, ο βασικός κατηγορούμενος, ο Dominique P., κοιτούσε με απλανές βλέμμα.
Κάποιες φορές συζητούσε με τη δικηγόρο του, την Beatrice Zavarro, που καθόταν στην άλλη πλευρά του γυάλινου κλουβιού όπου βρίσκονται οι κατηγορούμενοι.
Στη συνέχεια, με ένα απλό «ναι», ο 71χρονος συνταξιούχος, ο «ενορχηστρωτής» των βιασμών σύμφωνα με την Εισαγγελία, παραδέχτηκε την ενοχή του.
Όταν ρωτήθηκαν με τη σειρά τους ένας προς έναν, μόνο οι 14 από τους συγκατηγορουμένους του που ήταν παρόντες παραδέχτηκαν τα γεγονότα.
Οι τρεις μάλιστα ζήτησαν συγγνώμη από το θύμα. Ένας από τους κατηγορουμένους διαφεύγει και δικάζεται ερήμην ενώ ένας δεύτερος ήταν απών από το δικαστήριο για λόγους υγείας.
Καθισμένα πλάι στη Gisèle, τα τρία παιδιά του ζεύγους δυσκολεύονταν να συγκρατήσουν τα συναισθήματά τους κατά τη διάρκεια αυτής της μακράς και φορτισμένης ημέρας.
Το ζευγάρι είναι σε διαδικασία διαζυγίου αφότου αποκαλύφθηκαν τα γεγονότα.
Δύο φορές, η Caroline Darian (σ.σ. το ψευδώνυμο που χρησιμοποίησε η κόρη της Gisèle για το βιβλίο της που κυκλοφόρησε το 2022, το «Σταμάτησα να σε αποκαλώ μπαμπά») αναγκάστηκε να φύγει από την αίθουσα ενώ συγκλονιζόταν από τους λυγμούς.
Υποστηριζόμενη από τους αδελφούς της, «έσπασε» όταν ο πρόεδρος του δικαστηρίου αναφέρθηκε στις φωτογραφίες της –προϊόν φωτομοντάζ– που βρέθηκαν στον υπολογιστή του πατέρα της και όπου εμφανιζόταν γυμνή…
«Για τα παιδιά, η οδύνη είναι τεράστια», είπε ο δικηγόρος τους, Antoine Camus, σε μια διακοπή της δίκης.
«Η Caroline έπρεπε να βγει έξω, ήταν αβάσταχτο. Αν και δεν ανακάλυψαν κάτι νέο, μολονότι γνώριζαν την υπόθεση, ήταν ιδιαίτερα δύσκολο το σημερινό πρωινό, αλλά αναγκαίο», πρόσθεσε.
Τη Δευτέρα η Gisèle και τα παιδιά της διαφώνησαν με το αίτημα των συνηγόρων υπεράσπισης να διεξαχθεί η δίκη κεκλεισμένων των θυρών. Αντιθέτως, απαίτησαν να γίνουν όλα δημόσια «ώστε η ντροπή να περάσει στο άλλο ‘στρατόπεδο’».
Προτού να επιστρέψει στη θέση της, μετά τη δεύτερη έξοδό της από την αίθουσα, η Caroline σταμάτησε για μια στιγμή μπροστά στο γυάλινο κλουβί όπου κάθονται οι κατηγορούμενοι. Τους κοίταξε, αλλά κανείς δε σήκωσε τα μάτια να την αντικρίσει. Ούτε καν ο πατέρας της, τον οποίο πλέον αποκαλεί «γεννήτορά» της.
Από τους 51 κατηγορούμενους οι 18, μεταξύ των οποίων και ο σύζυγος, παραμένουν προφυλακισμένοι. Οι υπόλοιποι είχαν αφεθεί ελεύθεροι με εγγύηση. Όσοι κρατούνται είναι εκείνοι που πήγαν πολλές φορές να βιάσουν τη Gisèle –κάποιοι, μέχρι και έξι φορές – ή είχαν βεβαρημένο ποινικό μητρώο, παλαιότερες καταδίκες για ενδοοικογενειακή βία ή βιασμούς, ακόμη και παιδιών.
Εκτός από τον βασικό κατηγορούμενο, μόνο οι 50 από τους συνολικά 72 βιαστές της Gisèle που είχαν καταγραφεί σε φωτογραφίες και βίντεο από τον ίδιο τον σύζυγό της ταυτοποιήθηκαν και βρέθηκαν, έπειτα από μια έρευνα που ξεκίνησε εντελώς κατά τύχη, στις 12 Σεπτεμβρίου 2020.
Εκείνη την ημέρα ο Dominique συνελήφθη σε ένα σουπερμάρκετ του Καρπεντράς, στη νότια Γαλλία, επειδή βιντεοσκοπούσε κάτω από τη φούστα τους τις πελάτισσες.
Στην ανάκριση είπε ότι είχε «παρορμήσεις» που «δεν μπορούσε να ελέγξει».
Όμως, στις διαδοχικές, αλλεπάλληλες έρευνες που ακολούθησαν, οι αστυνομικοί έπεσαν πάνω σε χιλιάδες φωτογραφίες και βίντεο όπου εικονιζόταν η σύζυγός του, ναρκωμένη και αναίσθητη, να βιάζεται από αγνώστους.
Οι βιασμοί ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 2011, όταν το ζευγάρι ζούσε ακόμη στο Παρίσι και συνεχίστηκαν από τον Μάρτιο του 2013 μέχρι τον Οκτώβριο του 2020, αφού μετακόμισαν στη Μαζάν, ένα γραφικό χωριουδάκι κοντά στο όρος Βαντού.
Σήμερα Τετάρτη οι αστυνομικοί αναμένεται να καταθέσουν για το πώς συνελήφθησαν οι κατηγορούμενοι. Αύριο, Πέμπτη, έχει προγραμματιστεί να πάρει τον λόγο για πρώτη φορά η Gisèle.
Η 72χρονη παραιτήθηκε αυτοβούλως του δικαιώματός της στην ανωνυμία.
«Θέλει να ευαισθητοποιήσει όσο το δυνατόν περισσότερους για ό,τι της συνέβη, ώστε τέτοιου είδους γεγονότα να μην ξανασυμβούν ποτέ», δήλωσε ένας από τους δικηγόρους της, ο Stéphane Babonneau.
Παρόλο το θάρρος της, όπως δήλωσε άλλος δικηγόρος της, ο κ. Camus, είναι μία εξαιρετικά επώδυνη διαδικασία για την ίδια.
«Για πρώτη φορά, θα πρέπει να ζήσει τους βιασμούς που υπέστη επί 10 χρόνια», δήλωσε ο ίδιος στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων, προσθέτοντας ότι η πελάτισσά του δεν είχε «καμία ανάμνηση» της κακοποίησης που ανακάλυψε μόλις το 2020.
Στο δικαστήριο, η Gisèle θα πρέπει μάλιστα να δει βίντεο με αποτρόπαιες πράξεις που, όπως ισχυρίζονται οι Αρχές, υπέστη αυτά τα χρόνια, με τον σύζυγό της να κατηγορείται ότι και συμμετείχε στους βιασμούς ενεργά καθώς τους βιντεοσκοπούσε.
Δεν είχε «καμία ανάμνηση» από ό,τι της συνέβη, όπως αναφέρθηκε, αλλά για χρόνια ωστόσο έχανε βάρος και είχε αρχίσει να ξεχνάει ολόκληρες μέρες και μερικές φορές φαινόταν να είναι μονίμως χαμένη.
Αλλά στα τέλη του 2020, αφού κλήθηκε σε ένα αστυνομικό τμήμα στη νότια Γαλλία, «ξετυλίχθηκε το κουβάρι», αποκαλύπτοντας όλες τις συγκλονιστικές λεπτομέρειες του τι πραγματικά φέρεται να της συνέβη.
Κατά τις Αρχές, ο Dominique έλιωνε υπνωτικά δισκία και αγχολυτικά φάρμακα και τα ανακάτευε στο βραδινό γεύμα της συζύγου του ή στο κρασί της στο σπίτι τους στο Μαζάν.
Στη συνέχεια, «στρατολογούσε» άνδρες για να τη βιάσουν και να την κακοποιήσουν σεξουαλικά από ένα διαδικτυακό chatroom, όπου τα μέλη του φαντασιώνονταν ότι εκτελούσαν σεξουαλικές πράξεις σε συντρόφους τους, χωρίς τη συγκατάθεσή τους.
Κατά τη σύλληψή του είχε δηλώσει «ένοχος», προσθέτοντας: «Την έβαλα να κοιμηθεί, την ‘πρόσφερα’ και τη βιντεοσκόπησα».
Ο Dominique κατηγορείται επίσης για τον βιασμό και τη δολοφονία μιας 23χρονης κτηματομεσίτριας στο Παρίσι το 1991. Η Sophie Narme ναρκώθηκε, βιάστηκε και μαχαιρώθηκε στο στήθος.
Ένας άλλος κτηματομεσίτης, 19 ετών, δέχθηκε επίθεση υπό παρόμοιες συνθήκες, αλλά διέφυγε αφού αντιστάθηκε. Η Αστυνομία ανέφερε ότι το DNA που εξήχθη από το αίμα στη σκηνή του εγκλήματος ταιριάζει με το προφίλ του.
Η δίκη στην Αβινιόν αναμένεται να διαρκέσει τέσσερις μήνες.