Συμπληρώθηκαν 102 χρόνια από την κορύφωση της Μικρασιατικής Καταστροφής το 1922, μια διαδικασία που είχε ξεκινήσει το 1908, όταν οι εθνικιστές Νεότουρκοι άνοιξαν τον Ασκό του Αιόλου.
Μετά από κοσμοϊστορικές διεργασίες που ξεκίνησαν με τους Βαλκανικούς Πολέμους και κορυφώθηκαν με τη Μικρασιατική Εκστρατεία, επήλθε το τέλος του παλιού πολυεθνικού κόσμου.
Τα μεγάλα θύματα ήταν οι μη μουσουλμανικές κοινότητες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι οποίες αποτέλεσαν στόχο προδιαγεγραμμένων εθνικών εκκαθαρίσεων. Η βίαιη καταστροφή τους έχει χαρακτηριστεί Γενοκτονία με βάση το Διεθνές Δίκαιο, ενώ η ίδια η Ελλάδα έχει αναγνωρίσει με ομόφωνες αποφάσεις της Βουλής το ιστορικό γεγονός θεσπίζοντας δύο Ημέρες Μνήμης για τη Γενοκτονία (19 Μαΐου για τον Πόντο, 14 Σεπτεμβρίου για το σύνολο της Μικράς Ασίας).
Ειδικά η επέτειος της 14ης Σεπτεμβρίου -ημέρα πυρπόλησης της Σμύρνης το 1922- που συμβολίζει τη μεγαλύτερη τραγωδία που βίωσε ποτέ ο ελληνισμός, έγινε αναπόσπαστο μέρος της συλλογικής εθνικής μνήμης.
Με την καταστροφή της Σμύρνης ολοκληρώθηκε η γενοκτονία των χριστιανικών πληθυσμών, που είχε αποφασίσει επισήμως η νεοτουρκική κυβέρνηση μέσω του Κομιτάτου «Ένωση και Πρόοδος», το 1911.
Παράλληλα, έκλεισε και ο κύκλος της παρουσίας των Ελλήνων στη μικρασιατική και ανατολικοθρακική γη μετά από 35 αιώνες δημιουργικής παρουσίας. Ο ελληνισμός βρέθηκε οριστικά εκτός της Ιωνίας, του Πόντου, της Καππαδοκίας και της Ανατολικής Θράκης.
Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1922 έκλεισε και άλλος ένας κύκλος: αυτός της θανάσιμης πολιτισμικής σύγκρουσης που άρχισε με τη μάχη του Ματζικέρτ πριν από 950 χρόνια. Η μεγάλη αυτή σύγκρουση των θρησκειών στην περιοχή του παλιού ελληνικού κόσμου μετετράπη σε σύγκρουση εθνών την εποχή που τα νέα κοινωνικά μεγέθη καθορίστηκαν από την εθνική αντίληψη. Επίσης το 1922 έκλεισε και ο κύκλος της εθνικής απελευθέρωσης που άρχισε το 1821. Και μπορούμε να θεωρούμε τη χρονιά αυτή ως την απαρχή της συγκρότησης της σύγχρονης ελληνικής κοινωνία.
Με τη Μικρασιατική Καταστροφή επήλθε το οριστικό τέλος των ελληνικών εγκαταστάσεων στη μικρασιατική χερσόνησο, που χρονολογούνται από τα προϊστορικά χρόνια. Η μεγάλη ακμή των ελληνικών πόλεων της Μικράς Ασίας, στη φιλοσοφία, στις επιστήμες και στις τέχνες συμπίπτει με τον ένατο και δέκατο π.χ. αιώνα. Ο Όμηρος, με την ποίηση, υπήρξε ο ανυπέρβλητος τραγωδός των επών του πρώιμου ελληνισμού.
Η σημασία της απώλειας δεν περιορίζεται μόνο στον ελληνικό κόσμο αλλά και σε αυτόν που διαμορφώθηκε στη Δύση, ως απόρροια της ελληνορωμαϊκής παράδοσης
Οι συνέπειες της Μικρασιατικής Καταστροφής θα είναι πάντα παρούσες και καθοριστικές. Όλα τα προβλήματα που υπάρχουν σήμερα με την Τουρκία προέρχονται από εκείνη την ανυπολόγιστης σημασίας ελληνική ήττα. Γιατί τότε, διαμορφώθηκε η οριστική μεταοθωμανική πραγματικότητα στην Εγγύς Ανατολή.
Γιατί το όλο διακύβευμα μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν η μορφή που θα λάμβανε ο μεταοθωμανικός κόσμος με την αποχώρηση από την ιστορία της πολυεθνικής, προνεωτερικής, ισλαμικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το τέλος της Αυτοκρατορίας ήταν αναπόφευκτο, νομοτελειακό. Το μοναδικό ζήτημα που υπήρξε τότε ήταν ποια θα είναι η διάδοχη κατάσταση που θα βασιζόταν στη μορφή του έθνους-κράτους, που αποτελούσε και τη σύγχρονη πολιτειακή έκφραση ήδη από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης. Και εκεί ο ελληνισμός απέτυχε παταγωδώς να αξιοποιήσει τις ευνοϊκές συνθήκες. Και μετά το τέλος της τραγωδίας επέλεξε να καλύψει τις μεγάλες του ευθύνες επιλέγοντας την αποσιώπηση και την περιθωριοποίηση της προσφυγικής ιστορικής μνήμης.
ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΕΣ ΕΦΤΑΣΑΝ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ 1922
Τα Αλάτσατα, δεύτερη μετά το Αϊβαλί αμιγώς ελληνική πόλη της Μικράς Ασίας, ήταν μια ανθηρή οικονομικά και πολιτιστικά ελληνική κοινότητα που έσβησε βίαια το Σεπτέμβρη του 1922 θρηνώντας πολλά θύματα της μέρες του διωγμού τους.
Οι κάτοικοί της πρόσφυγες κατοίκησαν κυρίως στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, κυρίως στις ΗΠΑ και στην Αυστραλία.
Στο Brisbane, πριν σχεδόν εκατό χρόνια (αμέσως μετά την Μικρασιατική Καταστροφή) δημιουργήθηκε μια γειτονιά που έχει χαρακτηριστεί και ως «Μικρά Αλάτσατα».
Η γειτονιά αυτή βρίσκεται στο West End της πρωτεύουσας του Κουίνσλαντ και διατηρεί ακόμα το «μικρασιατικό της στοιχείο».
Εκεί έφτασαν οι πρώτοι πρόσφυγες από τα Αλάτσατα, μια αμιγώς ελληνική πόλη της Μικράς Ασίας που ήταν μια ανθηρή οικονομικά και πολιτιστικά ελληνική κοινότητα και έσβησε βίαια το Σεπτέμβριο του 1922, θρηνώντας πολλά θύματα τις ημέρες του διωγμού τους.
Τα στοιχεία για τους πρόσφυγες του West End του Brisbane αναφέρονται σε ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε πριν οκτώ περίπου χρόνια στην αγγλική γλώσσα υπό τον τίτλο «90 Χρόνια από την Καταστροφή της Σμύρνης. Οι πρόσφυγες που έκαναν ένα νέο ξεκίνημα στο West End, South Brisbane».
Όπως είχαμε γράψει στον «Νέο Κόσμο» τότε, το βιβλίο κυκλοφόρησε από το Σύλλογο Μελέτης Ελληνισμού Μικράς Ασίας που λειτουργεί στο Κουίνσλαντ.
Συγγραφέας του βιβλίου είναι η Δέσποινα Δράκου (τότε αντιπρόεδρος του Συλλόγου) ο πατέρας της οποίας ήταν πρόσφυγας.
«Ο πατέρας μου», λέει, «με ενέπνευσε να γράψω το βιβλίο αυτό. Ήταν μόλις δέκα χρόνων, επέζησε της καταστροφής της Σμύρνης και εγκαταστάθηκε στο Brisbane μαζί με την οικογένειά του αμέσως μετά το 1922».
Η κ. Δράκου σημειώνει ότι ο πατέρας της, Γιάννης Δρακάκης, της είχε διηγηθεί πολλές ιστορίες που δεν μπορούσε να βρει στα βιβλία των «ιστορικών» και αυτό την έκανε να ψάξει και να βρει σπάνιο υλικό από επιζώντες, διπλωμάτες αλλά και δημοσιεύματα εφημερίδων της εποχής.
Η τότε πρόεδρος του Συλλόγου, Τζορτζίνα Μονζεράτ, είχε δηλώσει κατά την παρουσίαση του βιβλίου, ότι η έκδοσή του αποφασίστηκε για να τιμηθούν τα θύματα της Καταστροφής, αλλά και «για να ειπωθεί η ιστορία των Μικρασιατών προσφύγων που σκόρπισαν στα πέρατα της Γης μετά τον ξεριζωμό από τις πατρογονικές τους εστίες».
Όπως ανέφερε τότε η κ. Δράκου, οι επιζώντες της Μικρασιατικής Καταστροφής ήταν ελάχιστοι, αλλά οι απόγονοί τους ζούσαν και ζουν στο Brisbane και «θυμούνται».
Βέβαια, στη συγκεκριμένη περιοχή δεν εγκαταστάθηκαν μόνο Αλατσατιανοί, αλλά και πρόσφυγες από άλλα μέρη της Μικράς Ασίας, όπως εξάλλου και σε άλλες πόλεις της Αυστραλίας.
Η πλειοψηφία, όμως, ήταν από τα Αλάτσατα. Μάλιστα, οι πρώτοι έφτασαν στο Brisbane πριν την Καταστροφή του 1922 κατά τον «πρώτο διωγμό», και ήταν οι Λαθούρας, Γιρδής, αδελφοί Τσολάκα και ο Κωνσταντίνος Βαρθολόμης από την Κάτω Παναγιά, οι οποίοι έφυγαν πριν φτάσουν σε στρατεύσιμη ηλικία και υπηρετήσουν στον Οθωμανικό στρατό.
Κατέληξαν στην Αυστραλία μετά από ταξίδι δυο μηνών, αλλά είχαν μαζί τους χρυσές λίρες και μπόρεσαν να ξεκινήσουν επιχειρήσεις.
Μετά την Καταστροφή του 1922 έφεραν και συγγενείς τους, πρόσφυγες πλέον, στην Αυστραλία. Μόνο που οι τελευταίοι τα είχαν χάσει όλα και έφτασαν με τα ρούχα που φορούσαν…
Έτσι σιγά-σιγά- και μέσω γάμων με φωτογραφίες -αφού οι πρώτοι που έφτασαν στην Αυστραλία ήταν άνδρες- αυξήθηκαν οι πρόσφυγες του Brisbane και δημιούργησαν τον «Μικρασιατικό Σύλλογο» και ελληνικό σχολείο για να διατηρήσουν τις παραδόσεις τους.
Ήταν από τα Αλάτσατα, τη Σμύρνη, τον Τσεσμέ, την Κάτω Παναγιά, το Βαντζίκι, τα Βουρλά, το Μελί, το Ρέις Ντερέ και άλλες περιοχές της Ιωνίας.
Η κ. Δράκου στο βιβλίο της αναφέρει συγκεκριμένα περιστατικά, ονόματα, δράσεις και παραθέτοντας σπάνιες φωτογραφίες.
Όπως σημειώνει, μάλιστα, πολλές οικογένειες Μικρασιατών του Brisbane έχουν ξεκινήσει τη διαδικασία καταγραφής του οικογενειακού τους δέντρου.
Συλλογικά, όμως, οργανώνουν εκδηλώσεις, όπως η έκδοση του συγκεκριμένου βιβλίου, και προσπαθούν να κρατήσουν ζωντανές τις μνήμες του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας και να μιλούν προς την ευρύτερη αυστραλιανή κοινωνία για την Μικρασιατική Καταστροφή και τον διωγμό του ’22.
Έτσι δημιουργήθηκε και ο Σύλλογος Μελέτης Ελληνισμού Μικράς Ασίας (The Asia Minor Greek Historical Society) που συγκεντρώνει και καταγράφει ιστορικό υλικό, οργανώνει διαλέξεις και άλλες εκδηλώσεις και έρχεται σε επαφή με άλλα Μικρασιατικά σωματεία στην Ελλάδα και ανά τον κόσμο με στόχο «να διατηρηθούν ζωντανές οι μνήμες».
