Την αντίθεσή της στο πρόγραμμα χορήγησης αδειών παραμονής σε ευκατάστατους αλλοδαπούς, εξέφρασε η Επιτροπή Παραγωγικότητας, τονίζοντας ότι η λεγόμενη «Βίζα για επενδυτές» έχει όλες τις προδιαγραφές για να αποτελέσει όχημα για ξέπλυμα μαύρου χρήματος και απάτες, χωρίς να προσφέρει στην αυστραλιανή οικονομία.
Ο λόγος για τα προγράμματα Significant Investor Visa (SIV) και Premium Investor Visa (PIV), τα οποία παρέχουν άδεια παραμονής μόνιμου κατοίκου σε αλλοδαπούς, οι οποίοι κάνουν επενδύσεις πέντε εκατομμυρίων δολαρίων στην Αυστραλία.
Όπως τονίζει η έκθεση της Επιτροπής, αυτά τα προγράμματα ουσιαστικά αποτελούν ένα είδος εμπορίου άδειας παραμονής στους πλειοδότες, οι οποίοι καταφέρνουν να αξιοποιούν τα περιουσιακά τους στοιχεία, προκειμένου να αποσπούν δάνεια από αυστραλιανές τράπεζες – είναι αυτά τα ποσά που επενδύονται και όχι εκείνα τα οποία τούς επιτρέπουν να αποκτήσουν την βίζα.
Βασικός άξονας της κριτικής της επιτροπής είναι ότι με τον τρόπο αυτό, η κυβέρνηση δίνει προτεραιότητα στα βραχυπρόθεσμα οικονομικά οφέλη του προγράμματος, εις βάρος της μακροπρόθεσμης πολιτικής για την μετανάστευση και προειδοποιεί ότι, παρέχοντας βίζα με το αζημίωτο, η κυβέρνηση υπονομεύει το υπάρχον σύστημα, το οποίο αποσκοπεί στην κάλυψη συγκεκριμένων ελλείψεων της αγοράς εργασίας και είναι προσανατολισμένο σε νεότερους μετανάστες.
Η πρόταση της κυβέρνησης θα έχει ως αποτέλεσμα να αγοράζουν την άδεια παραμονής άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας, οι οποίοι μπορεί, μεν, να έχουν την οικονομική επιφάνεια, αλλά τούς είναι δυσκολότερο να ενσωματωθούν στην αυστραλιανή κοινωνία.
Η εφαρμογή των προγραμμάτων αυτών, έχει ως αποτέλεσμα την άφιξη στην Αυστραλία ατόμων χωρίς ιδιαίτερα προσόντα και μεγαλύτερης ηλικίας, κάτι που μακροπρόθεσμα θα αποβεί εις βάρος της οικονομίας, καθώς είναι οι νεότεροι που προσφέρουν περισσότερο στην οικονομία, τόσο με την επαγγελματική τους δραστηριότητα, όσο – και κατά συνέπεια αυτής – με την φορολόγησή τους.
Επιπλέον, αυτού του είδους τα προγράμματα έχουν κατηγορηθεί ότι ουσιαστικά δίνουν την ευκαιρία στους εν λόγω ‘επενδυτές’ να αποκτήσουν περιουσιακά στοιχεία, όπως ακίνητα, μετοχές και επιχειρήσεις, τα οποία στην συνέχεια μεταπωλούν σε ενδιαφερόμενους εκτός Αυστραλίας, μετατρέποντας έτσι την βίζα ως όχημα για ‘ξέπλυμα’ χρήματος.
«Τα οφέλη προς τις αυστραλιανές επιχειρήσεις που έχουν ανάγκη από επενδύσεις, όπως και τα οικονομικά οφέλη για την ευρύτερη Αυστραλιανή κοινωνία είναι πιθανότατα πολύ μικρά ή ανύπαρκτα» τονίζει η επιτροπή, εισηγούμενη την κατάργηση των προγραμμάτων, ενώ παράλληλα επισημαίνει ότι η ανοιχτή οικονομία της Αυστραλίας προσφέρει ήδη πρόσφορο έδαφος για επενδύσεις από το εξωτερικό, χωρίς να χρειάζονται κίνητρα όπως αυτό της άδειας παραμονής.
Σύμφωνα με την επιτροπή, η εφαρμογή των προγραμμάτων θα αυξήσει, μεν, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά 50% μέχρι το 2060, με παράλληλη αύξηση του πληθυσμού της χώρας από 24 εκατομμύρια σε 40 εκατομμύρια κατοίκους, ενώ με το ισχύον καθεστώς, σε 45 χρόνια το κατά κεφαλήν ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 42%, αλλά ο πληθυσμός δεν θα ξεπεράσει τα 27 εκατομμύρια κατοίκους.
Σημειώνεται, ότι μόνο στην διάρκεια του οικονομικού έτους 2014-2015, η Αυστραλία έδωσε άδεια μόνιμης παραμονής σε 204 χιλιάδες μετανάστες – από τους οποίους 129 χιλιάδες εισήλθαν με βίζα εργασίας, 61 χιλιάδες με οικογενειακή βίζα και 14 χιλιάδες με ανθρωπιστική βίζα.