Οι αντιπροσωπείες της Ουκρανίας και της Ρωσίας, που επρόκειτο να συναντηθούν στην Κωνσταντινούπολη για να πάρουν μέρος σε ειρηνευτικές συνομιλίες, τις πρώτες που θα διεξαχθούν –όταν τελικώς διεξαχθούν– απευθείας μεταξύ Ρώσων και Ουκρανών μετά το 2022, τελικώς μετέθεσαν το ραντεβού τους για σήμερα (Παρασκευή). Ο πήχυς των προσδοκιών όμως έχει εν τω μεταξύ κατέβει σημαντικά και ακόμη και το ίδιο το ενδεχόμενο της μεταξύ τους συνάντησης παραμένει αβέβαιο.
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, δήλωσε απερίφραστα ότι δεν έχει πια «υψηλές προσδοκίες» αναφερόμενος σε αυτές τις συνομιλίες που αναμένονται μετ’ εμποδίων στην Τουρκία, ενώ και ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ είχε νωρίτερα υποστηρίξει από την πλευρά του ότι «δεν πρόκειται να γίνει τίποτα στο Ουκρανικό εάν δεν συναντηθούν ο ίδιος με τον Πούτιν» πράγμα το οποίο όμως δεν αναμένεται άμεσα.
Ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ο οποίος ήταν στην Αττάλεια για τη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ, αύριο θα βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη όπου αναμένεται να έχει συναντήσεις με τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών Χακάν Φιντάν καθώς και με τον Ουκρανό υπουργό Aμυνας Ρουστέμ Ουμέροφ ο οποίος ηγείται της ουκρανικής αντιπροσωπείας.
Ωστόσο, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι και ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δεν πρόκειται να βρεθούν, τελικώς, μαζί στην Τουρκία.
Ο Ζελένσκι ήταν την Πέμπτη στην Αγκυρα, όπου είχε συνομιλίες με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Μετά το πέρας ωστόσο αυτών των συνομιλιών, αποχώρησε με προορισμό όχι την Κωνσταντινούπολη αλλά το εξωτερικό, ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ βρισκόταν την Πέμπτη στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τον τελευταίο σταθμό της περιοδείας που πραγματοποίησε αυτήν την εβδομάδα στη Μέση Ανατολή (σε Σαουδική Αραβία, Κατάρ και ΗΑΕ).
Οι ηγέτες που θα μπορούσαν να πάρουν τις όποιες «μεγάλες» αποφάσεις αναφορικά με το μέλλον του πολέμου στην Ουκρανία, δεν πρόκειται να πάρουν μέρος στις συνομιλίες που θα λάβουν χώρα αύριο στην Κωνσταντινούπολη, γεγονός το οποίο όμως εκ των πραγμάτων υποβαθμίζει τη σημασία αυτών των συνομιλιών.
Από την άλλη πλευρά, αξίζει να σημειωθεί ότι αυτές οι συνομιλίες, στις οποίες αναμένεται να πάρουν μέρος πρώην και νυν υπουργοί και άλλοι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι, έχουν αξία καθώς θα είναι οι πρώτες που διεξάγονται απευθείας μεταξύ Ρώσων και Ουκρανών μετά το 2022.
Τι θα μπορούσαν, ρεαλιστικά, να επιτύχουν αυτές οι διαπραγματεύσεις; Σίγουρα όχι την επίλυση του Ουκρανικού που απαιτεί, όπως επιμένει να υπογραμμίζει η ρωσική πλευρά, συμφωνίες και συγκλίσεις ευρύτερου στρατηγικού χαρακτήρα.
Στην καλύτερη περίπτωση, οι δύο πλευρές θα μπορούσαν αύριο να διαπραγματευθούν τους όρους που θα ανοίξουν τον δρόμο για μια συνολική εκεχειρία όσο το δυνατόν μεγαλύτερη σε διάρκεια.
Υπενθυμίζεται άλλωστε ότι και σε αυτό το θέμα, το σχετικό δηλαδή με τη χρονική διάρκεια της όποιας εκεχειρίας, οι δύο πλευρές διαφωνούσαν, με τους Ουκρανούς να ζητούν 30 ημέρες και τους Ρώσους να δίνουν μόλις λίγα 24ωρα.
Η ουκρανική και η ρωσική πλευρά έχουν θεμελιωδώς διαφορετικές στρατηγικές.
Ο Ζελένσκι ζητά άμεση και άνευ όρων εκεχειρία, ενώ ο Πούτιν, εκτιμώντας ότι έχει επί του παρόντος το πλεονέκτημα στο πεδίο των μαχών, απορρίπτει κάθε ενδεχόμενο ουσιαστικής κατάπαυσης του πυρός διεκδικώντας σοβαρές παραχωρήσεις από το Κίεβο και τη Δύση.
Το Κρεμλίνο, επιπλέον, θέλει οι επικείμενες συνομιλίες να θεωρηθούν συνέχεια εκείνων που είχαν διεξαχθεί το 2022, όταν η Μόσχα απαιτούσε την αποστρατιωτικοποίηση της Ουκρανίας.
Η διαδρομή προς την Αγκυρα και την Κωνσταντινούπολη
Ο Τραμπ υπενθυμίζεται πως είχε ξεκινήσει τις ειρηνευτικές του πρωτοβουλίες στις 12 Φεβρουαρίου, συνομιλώντας τηλεφωνικά με τους κ.κ. Πούτιν και Ζελένσκι, χωρίς να ενημερώσει εκ των προτέρων τους Ευρωπαίους συμμάχους των ΗΠΑ.
Η στρατηγική του ήταν να πιέσει το Κίεβο, κατηγορώντας την Ουκρανία ότι «θα μπορούσε να είχε αποφύγει τον πόλεμο με μια συμφωνία».
Η συνάντηση Τραμπ–Ζελένσκι στην Ουάσιγκτον, στα τέλη Φεβρουαρίου, εξελίχθηκε σε φιάσκο, με τον Τραμπ και τον αντιπρόεδρο Τζέι Ντι Βανς να κατακεραυνώνουν ως «αγνώμονα» τον Ουκρανό ηγέτη.
Ακολούθησε προσωρινή αναστολή της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας και διακοπή του διαμοιρασμού πληροφοριών προς την Ουκρανία.
Εν συνεχεία ωστόσο, και έπειτα από διαμεσολάβηση της Γαλλίας και της Βρετανίας, η Ουκρανία αποδέχθηκε τη βασική απαίτηση των ΗΠΑ για άμεση και άνευ όρων εκεχειρία 30 ημερών, χωρίς να θέτει ως προϋπόθεση τις εγγυήσεις ασφάλειας.
Ο Πούτιν απέρριψε αυτήν την πρόταση, αλλά συμφωνήθηκε περιορισμός επιθέσεων σε ενεργειακές υποδομές — ο οποίος παραβιάστηκε άμεσα και από τις δύο πλευρές.
Το περασμένο Σάββατο, οι ηγέτες της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Βρετανίας και της Πολωνίας μετέβησαν στο Κίεβο με ένα μήνυμα: είτε άμεση κατάπαυση του πυρός είτε νέες, ακόμη σκληρότερες κυρώσεις στη Ρωσία.
Ο Πούτιν απάντησε με μια δική του πρόταση περί επανεκκίνησης απευθείας ρωσο-ουκρανικών συνομιλιών στην Τουρκία. Ο Ζελένσκι την αποδέχθηκε άμεσα και κάλεσε τον Πούτιν να δώσει το «παρών». Ο Ρώσος ηγέτης ωστόσο προτίμησε να απέχει, και έστειλε στην Τουρκία μια ρωσική αντιπροσωπεία αποτελούμενη από μεσαίας βαθμίδας αξιωματούχους.
Τι θέλει η Ρωσία;
Ο Πούτιν απαιτεί τον έλεγχο πέντε ουκρανικών περιοχών –συμπεριλαμβανομένων εκτεταμένων ζωνών που ακόμα δεν έχει καταλάβει–, περιορισμούς στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις και διακοπή κάθε δυτικής στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία. Παρά τις βαριές απώλειες, φαίνεται να πιστεύει ότι η Ρωσία μπορεί να εξουθενώσει στρατιωτικά την Ουκρανία και να υπαγορεύσει τους όρους.
Τι ζητά η Ουκρανία;
Το Κίεβο, αναγνωρίζοντας ότι δεν μπορεί πια να απελευθερώσει με τα όπλα τα κατεχόμενα εδάφη, θέλει να παγώσει τις εχθροπραξίες και να υποστηρίξει νομικά ότι η αναγνώριση της ρωσικής προσάρτησης αποτελεί παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Η ουκρανική πλευρά αρνείται οποιονδήποτε περιορισμό στις στρατιωτικές της δυνατότητες και ζητά να της δοθούν εγγυήσεις ότι η Ρωσία δεν θα επιχειρήσει νέες επιθέσεις εναντίον της στο μέλλον. Ζητεί, επίσης, την επιστροφή χιλιάδων παιδιών που έχουν μεταφερθεί βιαίως στη Ρωσία.
Με πληροφορίες από New York Times, the Guardian, BBC