“Ντροπή να γίνεται λόγος για λεφτά”, ήταν η ανταπόκριση πολλών συμπαροίκων σε άρθρο της περασμένης Δευτέρας του “Νέου Κόσμου” που έφερε τον τίτλο “Οι παππούδες και οι γιαγιάδες θέλουν πληρωμή για τη φροντίδα των εγγονιών τους”.
Το δημοσίευμα αναφερόταν σε έρευνα που διεξήγαγε η Αυστραλιανή Ασφαλιστική Εταιρεία Ηλικιωμένων, σύμφωνα με την οποία το 37% των γιαγιάδων και παππούδων που πήραν μέρος στην έρευνα, θέλουν να πληρώνονται για τις ώρες που φροντίζουν τα εγγόνια.
Αναφερόταν, επίσης, ότι το 58% ομολογεί ότι υποχρεώνεται ν’ αλλάξει τρόπο ζωής και την ψυχαγωγία του.
“Αυτά δεν ισχύουν για τους Έλληνες στην πλειονότητά τους, ισχυρίζεται η Κατερίνη Μπαλούκα, η οποία, όχι μόνο έχει προσωπική πείρα επί του θέματος, όπως θα πει, αλλά βλέπει τι γίνεται και στον κύκλο της, που, ομολογουμένως είναι ευρύτατος.
“Εμείς δίνουμε και την ψυχή μας ακόμη για τα εγγόνια μας. Δεν είχαμε καιρό, από την πολλή δουλειά, ν’ αγκαλιάσουμε τα παιδιά μας και τώρα θέλουμε να αγκαλιάσουμε διπλά τα εγγόνια μας. Ναι, μερικές φορές, ίσως γινόμαστε και υπερβολικοί. Δεν ξέρουμε πού να σταματήσουμε, γιατί η λαχτάρα, από τη μια, να βοηθήσουμε τα παιδιά μας, οι τύψεις πιθανόν, ότι όταν τα ίδια ήταν μικρά δεν τους δώσαμε το χρόνο που έπρεπε, και η αγάπη, από την άλλη, για τα εγγόνια μας, ίσως μας κάνουν να χάνουμε, συχνά, το μέτρο”.
Στη συνέχεια, η Κατερίνη Μπαλούκα, θα μου δώσει “ένα σενάριο πολύ συνηθισμένο”, όπως το χαρακτηρίζει η ίδια.
“Η γιαγιά και ο παππούς περιμένουν στην πόρτα να παραλάβουν το παιδί ή τα παιδιά που θα φέρουν η κόρη ή ο γιος πριν πάνε στη δουλειά. Αφιερώνουν όλη τη μέρα να τα περιποιούνται, αλλά και να τα ψυχαγωγούν. Επιπλέον, έχουν έτοιμο το τραπέζι, όταν έλθουν να πάρουν τα παιδιά για να φάνε εκεί ή να πάρουν το φαγητό μαζί τους. Όλα αυτά τα κάνουν με την καρδιά τους. Εκείνο το οποίο περιμένουν σε αντάλλαγμα είναι σεβασμός και αγάπη. Στη δική μας περίπτωση και τα δύο περίσσευαν πάντοτε. Τα παιδιά μας υπολόγιζαν ότι χρειαζόμαστε χρόνο για τον εαυτό μας και τα προσωπικά μας ενδιαφέροντα. Κατά συνέπεια, ποτέ δεν έγιναν φορτικοί”.
ΔΕΣΜΙΟΙ
Έχει δει, όμως, περιπτώσεις, συνεχίζει η Κατερίνη Μπαλούκα, όπου η γιαγιά και ο παππούς, γίνονται δέσμιοι των παιδιών τους. Δεν τα φροντίζουν, δηλαδή, μόνο τις πέντε μέρες που εργάζονται, αλλά και τα Σαββατοκύριακα για “να βγουν έξω τα παιδιά, να ξεσκάσουν”.
“Πρόκειται για μια πολύ εγωιστική προσέγγιση, βασανιστική θα έλεγα, για το λόγο ότι η γιαγιά και ο παππούς είναι δύσκολο να πουν “όχι” όταν πρόκειται για τα εγγόνια τους, από την άλλη πλευρά όμως, εκτός του ότι έχουν ανάγκη και οι ίδιοι από κάποια ανάπαυλα, λιγοστεύουν και οι αντοχές τους.
Ας μην ξεχνάμε ότι οι νέοι σήμερα παντρεύονται σε πολύ μεγαλύτερη ηλικία από ό,τι πριν δέκα και είκοσι χρόνια, οπότε οι περισσότεροι παππούδες και γιαγιάδες είναι άνω των εβδομήντα. Πόσο να αντέξουν;”
Στο ζήτημα της αμοιβής που αναφέρουμε, θα είναι κατηγορηματική: “Είμαστε περήφανη ράτσα. Όχι μόνο δεν δεχόμαστε χρήματα από τα παιδιά μας, αλλά ούτε ακόμη και από την Πολιτεία, αν υπήρχε τέτοια περίπτωση. Αυτό, θα πρέπει να υπογραμμιστεί. Εδώ νοιώθουμε άσχημα αν μας κάνουν ένα ακριβό δώρο για να εκφράσουν την αναγνώριση γι’ αυτό που κάνουμε. Θα ήθελα, εντούτοις, με την ευκαιρία, να πω και κάτι που έχω παρατηρήσει να γίνεται και με ενοχλεί σε μεγάλο βαθμό. Όταν, για παράδειγμα, κατάκοπος ο παππούς από το τρέξιμο όλη μέρα με τον εγγονό, κάθεται στην πολυθρόνα και όταν έλθει η κόρη ή νύφη να πάρει το παιδί, δεν τον πλησιάζει να τον φιλήσει και να πει ένα ‘ευχαριστώ πατέρα’, αλλά παίρνει το έτοιμο φαγητό και φεύγει σαν να την κυνηγούν. Όχι οι γιαγιάδες και οι παππούδες δεν θέλουν πληρωμή, έναν σεβασμό όμως και μια έκφραση αγάπης, είμαι σίγουρη ότι τους οφείλουν τα παιδιά. Με τον άντρα μου, είμαστε τυχεροί γιατί τα απολαμβάνουμε και τα δύο με το παραπάνω” καταλήγει η Κατερίνη Μπαλούκα.
ΑΝΙΔΙΟΤΕΛΕΙΣ
Στην περίπτωση της γιαγιάς Μέλπως και του παππού Δημήτρη Κουτλεμάνη, φαίνεται ότι προσέκρουσα στους πιο ανιδιοτελείς του είδους!
“Πού ακούστηκε να μας πληρώνουν τα παιδιά μας γιατί φροντίζουμε τα εγγόνια μας; Εμείς κανονικά θα πρέπει να τους πληρώνουμε για την ευτυχία που μας δίνουν. Mεγάλωσαν και ακόμη όταν έλθουν σπίτι, θέλουν να παίξουμε κρυφτό. Ναι, εγώ ήμουν μόνο για τα παιχνίδια, αλλά λίγο είναι αυτό; To παιχνίδι είναι η ζωή του παιδιού. Η γιαγιά τους είχε τα άλλα καθήκοντα. Να τους μαγειρέψει, να φροντίσει να είναι πάντα καθαρά, τα περισσότερα όμως καθήκοντα τα μοιραζόμαστε. Μεγάλη ευτυχία τα παιδιά!” είναι το απόσταγμα του Δημήτρη Κουτλεμάνη όταν αναφέρεται στα εγγόνια του.
“Τα πηγαίναμε παντού μαζί”, συμπληρώνει η γιαγιά Μελπομένη. “Εκδρομές στο ποτάμι, να παίξουν με τις πάπιες, στις παιδικές χαρές, στα μαγαζιά. Μας ενδιέφερε τα παιδιά να μη στερηθούν τίποτε, επειδή οι γονείς τους δούλευαν. Η ψυχαγωγία τους ήταν κάτι που μας ενδιέφερε πολύ. Κάθε μέρα κάναμε πρόγραμμα πού θα πάμε και τι θα κάνουμε. Κοιτάζαμε τα παιδιά να μαθαίνουν πράγματα. Όταν, για παράδειγμα, ο παππούς μάζευε τα λεμόνια με τον εγγονό του ήταν μια ευχάριστη, αλλά και διδακτική εμπειρία όπου το παιδί μάθαινε για το συγκεκριμένο δέντρο και τους καρπούς του. Πόσο νερό του αρέσει να “πίνει”, ποιος καιρός του αρέσει περισσότερο. Σε μια περίπτωση ο παππούς έφτιαξε ένα αυτοκινητάκι με τη βοήθεια των εγγονών του και μετά πήγαν όλοι μαζί βόλτα” θυμάται η γιαγιά Μελπομένη, δίνοντάς μου τη φωτογραφία όπου αποθανατίστηκε το γεγονός!
ΤΑ ΕΓΓΟΝΙΑ ΜΑΣ, Η ΖΩΗ ΜΑΣ
Αισθάνθηκαν ποτέ ότι περιοριζόταν η προσωπική τους ζωή; ρωτώ, για να εισπράξω την ομόφωνη διαμαρτυρία “μα, τα εγγόνια μας ήταν και είναι η ζωή μας!”.
“Εκείνοι που διαμαρτύρονται για τις πολλές ώρες, έχουν άλλα ενδιαφέροντα. Πολλοί στην ηλικία μας, για παράδειγμα, ξημεροβραδιάζονται στα πόκις. Αυτά εμείς δεν τα καταλαβαίνουμε. Σεβόμαστε όμως την επιλογή τους” λέει ο Δημήτρης Κουτλεμάνης, αγγίζοντας την άλλη διάσταση του θέματος.
“Είναι σπάνιες οι περιπτώσεις των παππούδων και γιαγιάδων που αφιερώνουν όλες τους τις ώρες, άνευ όρων, και αδιαμαρτύρητα, στα εγγόνια τους” παρατηρεί η Κατερίνη Μπαλούκα.
Γεγονός που μας οδηγεί στη σκέψη ότι οι ανάγκες των ανθρώπων διαφέρουν και οι απαιτήσεις των παιδιών δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τις δυνατότητες των γονιών τους.
Εξάλλου, ας μη μας διαφεύγει ότι, σύμφωνα με την έρευνα, το 58% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι υποχρεώνεται να θυσιάσει τον τρόπο ζωής και ψυχαγωγίας του.
Ο καθένας είναι βέβαια ελεύθερος να διαθέσει την ώρα του όπως τον ευχαριστεί και κανείς δεν πρέπει, ούτε έχει δικαίωμα να επέμβει σ’ αυτό. Από τη στιγμή που θα νοιώσει κάποιος ότι πιέζεται για να κάνει κάτι, καλό είναι να μιλήσει στα παιδιά του για τις πραγματικές του ανάγκες.