ΞΕΡΕΙΣ ότι γέρασες στο ποδόσφαιρο, όταν οι κατά πολύ νεότεροι συμπαίκτες σου, δεν σου πασάρουν τη μπάλα. Μπορεί από ευγένεια να μη στο λένε, αλλά ξέρεις, κατά βάθος είναι διότι δεν σε εμπιστεύονται ότι δεν θα τη χάσεις!

Αυτό μου συνέβη τις προάλλες, καθώς βαδίζω ολοταχώς προς τα 65 μου, μια Κυριακή πρωί στο γήπεδο. Συνήθως παίζω αμυντικός, άλλωστε, το ξαναείπαμε, ότι όσο γερνάει ο παίκτης όλο και «πέφτει» πιο πίσω. Γι’ αυτό ο πιο ηλικιωμένος παίκτης της ομάδας είναι συνήθως ο τερματοφύλακας — ο Ιταλός Ντίνο Τζοφ, μάλιστα, στα 40 του σήκωσε το Παγκόσμιο Κύπελλο το 1982, ως αρχηγός κιόλας!

Φυσικά, εμβαθύνοντας τον αναστοχασμό, το ποδόσφαιρο για μερικούς από εμάς στην ουσία συμβολίζει την ίδια τη ζωή. Κάπως αρρενωπή απασχόληση δεν λέω… αλλά και αυτό σιγά-σιγά αλλάζει και ως απασχόληση και ως θέαμα. Είναι και εμπορικό το θέμα. Μεγεθύνοντας την αγορά πολλαπλασιάζουμε το «προϊόν». Pure capitalism… el compañero!

Η γοητεία του ποδοσφαίρου υφίσταται στο ότι παρομοιάζει την ίδια τη ζωή ως πάλη, ως αγώνα, ως δίνη, με δικούς του κώδικες και ρυθμούς. Το ποδόσφαιρο παίζεται με οξείες αντιπαραθέσεις και ανασχηματισμούς. Όπως, είπαμε, σαν τη ζωή. Τη ζωή του καθενός.

Στην απλή αυθεντική του μεταμόρφωση στο δικό μας αυτοσχεδιασμένο παιχνίδι, χωρίς άδειες, διαιτητές, προπονητές, αθλητικογράφους, κάθε Κυριακή στις 9.30πμ., είναι μια διακοπή, μια παρέμβαση αν θέλεις, σε έναν περιορισμένο χώρο και χρόνο, διακόπτοντας την ροή της καθημερινότητας. Η ποδοσφαιρική μας εμπειρία συνυπάρχει παράλληλα με την πραγματικότητα του καθενός μας σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο. Μόνη διαφορά είναι ότι δινόμαστε στον καλύτερο ή/και στον χειρότερο μας εαυτό. Συμπύκνωση και αποβολή. Ως στοχασμός, το ποδόσφαιρο είναι και πλαστός κόσμος και αληθινός… Καταφεύγουμε στο πλαστό, ως αμφισβήτηση της πραγματικότητας, και κάπου φανταζόμαστε τον «τέλειό» μας εαυτό.

Παρακαταθήκη άλλων καημών είναι, με πρόταξη να αναβιώνουμε λάθη, απογοητεύσεις, δοκιμαζόμενες στιγμές, και χαμένες πατρίδες με φόντο την ύστατη νιότη μας. Μια υπαρξιακή επαναλαμβανόμενη «έριδα» με γνωστούς και αντιπάλους είναι, κάτι σαν τη ζωή του Προμηθέα Δεσμώτη, που υποκύπτει στη μυθική του μοίρα… ξανά από την αρχή.

Τα παραλές πάλι Μιχάλη. Σε τελευταία ανάλυση, το ποδόσφαιρο είναι άθλημα, ένα σπορ, ένα τέλος πάντων αγώνισμα, παιχνίδι. «Εναλλακτικό» ζωής είναι η δική μας ερμηνεία… μια μετάθεση που προκύπτει από την έλλειψη —μάλλον εξάλειψη— του «εναλλακτικού». Αλλά εναλλακτικό προς τι Μιχαήλ; Μιας πίστης, μιας κοσμοθεωρίας, μιας θρησκείας; Κάπου κάποτε όλοι μας στις στερνές μας στιγμές ψαχνόμαστε. Είναι ελληνικό στίγμα ο προβληματισμός. Για τον Θεό, για έννοια, για ελπίδα, για κάποια απολεσμένα ιδανικά, κάποιες καταπατημένες και παραβιασμένες αξίες. Και να σου παρεμπιπτόντως το ποδόσφαιρο… ως δημιούργημα του «ιδανικού», ως φορέας της τιμής, της αξιοπρέπειας, του αγνού, του θαρραλέου, της νίκης, της συντροφικότητας… του «αυθεντικού». Ρίξε και λίγη εθνική παρόρμηση και έχεις την ρώμη του ποδοσφαίρου ως ορμητικό μαζικό κίνημα/φορέα.

Φώτο: Supplied

Όταν ήμουν μικρός, οι ποδοσφαιριστές μου φαίνονταν ήρωες, ινδάλματα. Τους είχα πρότυπα. Η απομυθοποίηση ήρθε σιγά-σιγά, όταν άρχισα να αντιλαμβάνομαι τις σημαδεμένες καταστάσεις, τους σημαδεμένους παίκτες και τα «επηρεασμένα» παιχνίδια. Ο επαγγελματισμός, η μεγαλύτερη τομή στη μακρά πορεία του ποδοσφαίρου, δεν λέω, επέφερε ποιοτικά πιο έντεχνο ποδόσφαιρο, αλλά κάπου εξοντώθηκε και ο πατριωτισμός της φανέλας. Αμιγώς και μάταιος ο αγώνας για αποκατάσταση του «ιδεαλιστικού», του «αυθεντικού», του «σωστού» και του «ντόμπρου»…για ποδόσφαιρο μιλάμε συναγωνιστές, αμέ! Τίποτα άλλο! Αμφίβολη η αποκατάσταση του ποδοσφαίρου ως ιδανικός τρόπος ζωής.

Και όμως το ποδόσφαιρο αποτέλεσε ανέκαθεν τρωτό χαράκωμα φασιστικών και ολοκληρωτικών νοοτροπιών. Ο Γερμανός, μαρξιστής, κοινωνικός ψυχολόγος Gerhard Vinnai, που ασχολήθηκε με την ταξική διάσταση του ποδοσφαίρου, στο βιβλίο του «Το Ποδόσφαιρο ως Ιδεολογία» (ελληνική έκδοση Διεθνής Βιβλιοθήκη, 1978, δεύτερη έκδοση 1999), καταπιάστηκε με τον καμουφλαρισμένο ρόλο του ποδοσφαίρου μέσα στην ίδια την κοινωνία. O Vinnai, που μελέτησε από κοντά την αγγλική ομάδα της Tottenham (ναι, την ομάδα του «δικού» μας Άγγελου Ποστέκογλου), αποκάλυψε την πραγματική διάσταση του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, που πέρα από τα φώτα και τη λάμψη, φόνευσε την εφηβική μας αθωότητα κάπως πρόωρα — αυτό συνέπεσε στη δική μου περίπτωση με τον εκτοπισμό μου από τη συνήθη κατοικία μου… οπότε αντιλαμβάνεσαι.

Άλλωστε, δεν είναι συμπτωματικό που το ποδόσφαιρο γεννήθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα, κατά την ακμή της βιομηχανικής επανάστασης και τη δημιουργία των μεγαλουπόλεων.

Η μαζικοποίηση του ποδοσφαίρου επιτεύχθηκε ως απασχόληση της εργατικής τάξης κατά το Σάββατο-απόγευμα, όταν οι εργάτες των εργοστασίων είχαν ρεπό. Ήταν η εποχή της εργατικής και συνδικαλιστικής κινητοποίησης. Το ποδόσφαιρο προσφέρθηκε ως εναλλακτική απασχόληση ώστε οι εργατικές μάζες να μην καταπιάνονται με τα κοινά. Που μπορεί να οδηγήσουν στην αμφισβήτηση—της τάξης πραγμάτων, του συστήματος, ακόμη και του ίδιου του Θεού. Διότι η σκέψη, διαλεκτικά (θέση+αντίθεση=σύνθεση), μπορεί να (από)προσανατολίσει τις «μάζες» στην αμφισβήτηση, και η αμφισβήτηση στην πράξη, και η πράξη στην ανατροπή (δηλ. βλέπε επανάσταση). Οπότε το ποδόσφαιρο παρουσιάζεται από μηχανής Θεός για περιπλάνηση και για την εμπέδωση προσοχής, για να δώσει λύση στο κίνδυνο της μαζικής έξαψης.

Και κλείνω με το δικό μου σύστημα ποδοσφαίρου το 3-3-4-1, παραλλαγή του συστήματος ζωής 4-5-1, που δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στην επιφύλαξη/άμυνα, αλλά ταυτόχρονα και στην… αιφνίδια αντεπίθεση!