Με εκκλησιαστική λαμπρότητα και μεγαλοπρέπεια, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας κ.κ. Μακαρίου, τελέστηκε το βράδυ της Πέμπτης, 14 Αυγούστου, ο Μ. Πανηγυρικός Εσπερινός επί τη Θεομητορική εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στον Ιερό Ναό της Παναγίας Σουμελά, στο προάστιο Keilor East της Μελβούρνης.

Παρέστησαν συμπροσευχόμενοι ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δέρβης κ. Ιεζεκιήλ, ο επιχώριος Επίσκοπος Χώρας κ. Ευμένιος, οι Επίσκοποι Μελβούρνης κ. Κυριακός και Νικοπόλεως κ. Θεμιστοκλής (Πατριαρχείο Αλεξανδρείας), ο Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας, Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης του Οικουμενικού Θρόνου κ. Χριστοφόρος Κρικέλης, καθώς και κληρικοί της πόλεως Μελβούρνης.

Ανάμεσα στους πολυάριθμους πιστούς που κατέκλυσαν τον πανυγυρίζοντα Ιερό Ναό, αφενός ενορίτες της «Παναγίας του Πόντου» και αφετέρου προσκυνητές από άλλες περιοχές της Μελβούρνης και ευρύτερα της Βικτώριας, βρίσκονταν η Γενική Πρόξενος της Ελλάδος στη Μελβούρνη, κ. Δήμητρα Γεωργαντζόγλου, και οι Άρχοντες της Μ.τ.Χ.Ε. κ. Αντώνιος Τσουρδαλάκης και κ. Μάριος Καλογιάννης.

Στο τέλος της πανηγυρικής Ακολουθίας, όπως ανέφερε το σχετικό ανακοινωθέν, ο Σεβασμιώτατος κ.κ. Μακάριος απηύθυνε εγκάρδιες πατρικές ευχές στο εκκλησίασμα και εξέφρασε την ευαρέσκεια και τη συγκίνησή του για την αθρόα συμμετοχή του κλήρου και του λαού στη λατρευτική σύναξη προς τιμήν της Παναγίας.

Στη συνέχεια, απευθύνθηκε με εγκωμιαστικούς λόγους στον Επίσκοπο Νικοπόλεως κ. Θεμιστοκλή, εξήρε την ιεραποστολική δράση του στην Αφρική και τη θεολογική του καλλιέργεια, και τον παρακάλεσε να κηρύξει τον Θείο Λόγο.

Ο Θεοφιλέστατος κ. Θεμιστοκλής ανέλυσε το μυστήριο του θανάτου, ο οποίος αποτελεί συνέπεια της πτώσεως του ανθρώπου εξαιτίας της αμαρτίας και σηματοδοτεί τον χωρισμό της ψυχής από το σώμα του.

Περιέγραψε την έννοια της «κοιμήσεως» και την προσδοκία της κοινής Αναστάσεως κατά τη Δευτέρα Παρουσία, ενώ εστιάζοντας στο γεγονός της Κοιμήσεως και Μεταστάσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου, επεσήμανε ότι συνιστά επιβεβαίωση της υπάρξεως της αιωνίου ζωής και προσφέρει ελπίδα σε όλους τους ανθρώπους, ότι μπορούν να εισέλθουν στη Βασιλεία των Ουρανών και να ζήσουν αιώνια κοντά στον Χριστό.

«Εάν ζούμε την εν Χριστώ ζωή», σημείωσε συμπερασματικά, «θα είμαστε αιωνίως με τον Κύριό μας».

«Εορτάζουμε αντί να πενθούμε…»

Στο μεταξύ, ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας, κ. Μακάριος στο μήνυμά του για τη γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ανέφερε:

Τιμιώτατοι αδελφοί συνεπίσκοποι και αγαπητά μου παιδιά,

Με άφατη χαρά, «ψαλμοὶς καὶ ὕμνοις, καὶ ὠδαὶς πνευματικαὶς μετὰ τῶν Ἀσωμάτων καὶ τῶν Ἀποστόλων ἑορτάζων φαιδρῶς» ο ευσεβής λαός μας, πανηγυρίζει … τη σεπτή Κοίμηση και τη Μετάσταση της Παναμώμου Θεοτόκου. Εορτάζουμε αντί να πενθούμε, διότι η «τήν ζωήν κυήσασα», τρεις ημέρες μετά την Κοίμησή της, «μετέστη πρὸς τὴν ζωήν». Εορτάζουμε -παραδόξως ως προς τις κοσμικές περί θανάτου αντιλήψεις- διότι για την Παναγία μας ο θάνατος έγινε «διαβατήριον ζωῆς ἀϊδίου καὶ κρείττονος».

Εκείνη που κατά τον Ευαγγελισμό της άνοιξε «τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό Κεφάλαιον», μετά την Κοίμηση και Μετάστασή της αξιώθηκε να εισέλθει, πρώτη εκ του ανθρωπίνου γένους, στην επουράνια Βασιλεία του Θεού. Έκτοτε, στο ιερό πρόσωπό της αντικρίζουμε τη φιλόστοργη Μητέρα, η οποία πρεσβεύει ακατάπαυστα για χάρη μας προς τον Τριαδικό Θεό, αλλά και έναν φωτεινό οδοδείκτη που μας υπενθυμίζει τον εσχατολογικό μας προορισμό και μας προσανατολίζει προς αυτόν. Διότι η παρούσα ζωή, όσο πολύτιμη κι αν είναι, δεν παύει πρωτίστως να αποτελεί μια προετοιμασία για τη μέλλουσα, την «ἀΐδιον καὶ κρείττονα» ζωή.

Ο βίος της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας είναι η εναργέστερη εικόνα του επίγειου βίου, ο οποίος οδηγεί στην αιωνιότητα. Από μικρή υπήρξε παράδειγμα υπακοής στο θέλημα του Θεού. Δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για κοσμικές δόξες και τιμές. Στάθηκε με σεμνότητα και ταπείνωση δίπλα στον Υιό της. Παρέμεινε το ίδιο ταπεινή μετά την Ανάληψή Του και ουδέποτε απαίτησε αξιώματα ή ηγετικούς ρόλους, έως και την Κοίμησή της.

Αλλά και τότε, όταν ο άγγελος Κυρίου τής ανήγγειλε ότι πλησίαζε η ώρα να εγκαταλείψει τα επίγεια, Εκείνη το απεδέχθη ταπεινά και σιωπηλά, δίχως να ταραχθεί, δίχως να δυσφορήσει, δίχως να αρνηθεί ή να αντισταθεί. Με άλλα λόγια, η Υπεραγία Θεοτόκος έζησε με καρδιά προσηλωμένη στον Θεό και με προσδοκία στραμμένη στην ατέρμονη αιωνιότητα.

Στην εποχή μας, μία εποχή η οποία μάς παρουσιάζει ως πρότυπο ζωής την προσκόλληση στα υλικά αγαθά, στις κοσμικές μέριμνες και στις πρόσκαιρες απολαύσεις, η Υπεραγία Θεοτόκος στέκεται ενώπιόν μας ως το αδιάψευστο σημείο ότι τούτα όλα είναι φθαρτά, μάταια και παρέρχονται. Μας προβάλλει το ηχηρό μήνυμα πως ό,τι είναι προσκολλημένο στη γη, χάνεται μαζί της, ενώ ό,τι είναι προσκολλημένο στον Χριστό, έχει ως προορισμό του τον ουρανό και μένει εις τους αιώνες.

Ας φυλάξουμε στις καρδιές μας το ελπιδοφόρο αυτό μήνυμα, ώστε, με τις πρεσβείες της Παναγίας μας, να μη λοξοδρομήσουμε από τον αληθινό μας προορισμό, αλλά να αξιωθούμε να εισέλθουμε στη Βασιλεία των Ουρανών, εκεί όπου «οὔκ ἔστι πόνος, οὔ λύπη, οὔ στεναγμός, ἀλλὰ ζωή ἀτελεύτητος».

Χρόνια πολλά και ευλογημένα σε όλους!