Η Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στο Thornbury υποδέχθηκε τον Σεβασμιώτατο Μακάριο, την προηγούμενη εβδομάδα.

Επρόκειτο για την πρώτη ποιμαντική επίσκεψη Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας στον εν λόγω ναό μετά από 49 χρόνια, όπως ανέφερε και ο κ. Μυλωνάς, ένα από τα παλαιότερα μέλη της εκκλησιαστικής επιτροπής.

Ειδικότερα, σύμφωνα με το σχετικό ανακοινωθέν της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης (ΕΚΜ), ο Σεβασμιώτατος, επισκέφθηκε τον Άγιο Γεώργιο συνοδευόμενος από τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Μελβούρνης, Κυριακό και τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπος Χώρας, Ευμένιο.

Σύμφωνα με το δελτίο Τύπου της Αρχιεπισκοπής η ποιμαντική επίσκεψη πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τρίτη, 12 Αυγούστου και η «τελεσθείσα Παράκληση έτυχε θερμής ανταπόκρισης από την τοπική ελληνορθόδοξη κοινότητα».

Κατά την ανακοίνωση της ΕΚΜ «σηματοδότησε μια στιγμή πνευματικής περισυλλογής, ενότητας και ανανεωμένης σύνδεσης μεταξύ της Εκκλησίας και της Κοινότητας».

«Η σύνδεση αυτή», πραγματοποιήθηκε λίγες ημέρες πριν την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, «που τιμά την επανένωση της Παναγίας με τον Υιό της στον ουρανό» και «οι ενορίτες και οι επικεφαλής της Κοινότητας θυμήθηκαν τη δύναμη που πηγάζει από την ενότητα».

«Η επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου υπογράμμισε τη στενή σχέση μεταξύ της Εκκλησίας και της Ελληνικής Κοινότητας και την κοινή δέσμευση για τη διατήρηση της πίστης, του πολιτισμού και της σύνδεσης μεταξύ των γενεών».

Παρόντες, στον Άγιο Γεώργιο, μαζί με τους πιστούς ήταν ο πρόεδρος της ΕΚΜ, Βασίλης Παπαστεργιάδης ΟΑΜ, ο γραμματέας της ΕΚΜ, αναπληρωτής καθηγητής, Μαρίνης Πυρπυρής και το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, Νίκος Κουκουβιτάκης.

«Καλωσορίσαμε τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και τους Επισκόπους Κυριακό και Ευμένιο στην Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου», ανέφερε ο κ. Παπαστεργιάδης, επισημαίνοντας επίσης ότι «η ποιμαντική επίσκεψη και η λειτουργία ήταν η πρώτη παρουσία Αρχιεπισκόπου στην εκκλησία μας μετά από 49 χρόνια».

Ο πρόεδρος της ΕΚΜ τόνισε περαιτέρω την αξία της συνεργασίας και της ενότητας εντός της ελληνικής Διασποράς.

Όπως ανέφερε «είναι σαφές, όπως μου έχουν μεταφέρει μέλη της Ελληνικής Βουλής, ότι σε άλλα μέρη της Διασποράς υπάρχει έλλειψη συνοχής μεταξύ των διαφόρων φορέων».

«Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να εργαζόμαστε συλλογικά και οι σχέσεις μας με την Αρχιεπισκοπή και τον Αρχιεπίσκοπο να είναι ισχυρές. Χαιρετίζουμε την επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου στην Εκκλησία μας η παρουσία του οποίου έγινε δεκτή με χαρά από τους ενορίτες μας. Ευχαριστούμε θερμά τον πατέρα Χαράλαμπο και την εκκλησιαστική επιτροπή για τη φιλοξενία και το δείπνο που μας πρόσφεραν μετά τη λειτουργία. Όλοι νιώσαμε ευπρόσδεκτοι, και αυτό είναι η ουσία των ελληνικών αξιών και της πίστης μας».

Ο κ. Κουκουβιτάκης επανέλαβε το αίσθημα ενότητας και σεβασμού, δηλώνοντας ότι: «Είναι σημαντικό η Κοινότητα και η Εκκλησία να συνεργάζονται όταν αυτό είναι απαραίτητο».

Ο κ. Πυρπυρής πρόσθεσε: «Η παρουσία του Αρχιεπισκόπου ήταν ευλογία για τους ενορίτες μας και ανέδειξε τη συνεργασία μεταξύ της Κοινότητας και της Εκκλησίας».

Σε δήλωσή του προς τον «Νέο Κόσμο» ο κ. Παπαστεργιάδης επισήμανε ακόμα ότι:

«Η σχέση είναι αμοιβαίου σεβασμού. Ο καθένας μας έχει έναν καίριο ρόλο να διαδραματίσει στην ευρύτερη κοινότητα, με σημείο διασύνδεσης την ιδιοκτησία ναών και τις ποιμαντικές υπηρεσίες μας. Η ανοιχτή επικοινωνία είναι καθοριστικής σημασίας και ο Αρχιεπίσκοπος πάντοτε ανταποκρίνεται … όπως και οι Επίσκοποι, επί τόπου, στη Μελβούρνη».

«Ο διάλογος και η επικοινωνία μεταξύ μας είναι καθοριστικοί για μια καλύτερη λειτουργία της ελληνικής Διασποράς. Δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε από αυτό, ενώ η ευρύτερη κοινότητα έχει τα πάντα να κερδίσει από μια ισχυρή και ενωμένη Κοινότητα και Εκκλησία».