Σε μάλλον άνευρο κλίμα κύλησε η πρώτη εβδομάδα της προεκλογικής εκστρατείας. Η κορύφωση της πρώτης αυτής πράξης του χρονικού μίας «προαναγγελθείσας αιφνίδιας εκλογικής αναμέτρησης» (αφού ήταν κοινό μυστικό ότι οι κάλπες θα στηθούν στις 2 Ιουλίου, πολύ πριν την επίσημη αναγγελία της ημερομηνίας), ήρθε την Παρασκευή, με την τηλεοπτική μονομαχία του πρωθυπουργού Malcolm Turnbull και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Bill Shorten.
Οι δύο διεκδικητές της εξουσίας διασταύρωσαν τα ξίφη τους ενώπιον του φακού του Sky News, αλλά και ακροατηρίου εκατό ατόμων, αποτελούμενο από ψηφοφόρους της περιφέρειας του Macquarie στο Δυτικό Σίδνεϊ, οι οποίοι στο τέλος ανακήρυξαν νικητή της βραδιάς τον αρχηγό του Εργατικού Κόμματος.
Ο Bill Shorten πήρε 42 ψήφους από το κοινό, ενώ ο Malcolm Turnbull 29, ενώ 29 από τους παρευρισκόμενους παρέμειναν αναποφάσιστοι ώς το τέλος της συζήτησης.
ΤΗΛΕΜΑΧΙΑ ΜΕ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Πολλές από τις «επικίνδυνες ζώνες» της τρέχουσας πολιτικής -όπως η κλιματική αλλαγή, το προσφυγικό και το κόστος ζωής- έμειναν εκτός του debate, το οποίο επικεντρώθηκε σε θέματα όπως το στεγαστικό, το τραπεζικό σύστημα, η υγεία και η οικονομία.
Σε μία από τις σπάνιες στιγμές που μία τηλεοπτική μονομαχία βγάζει είδηση, ο πρωθυπουργός έκανε μία πολιτική εξαγγελία, λέγοντας ότι η υπουργός Υγείας, Sussan Ley, έκανε μία συμφωνία «της τελευταίας στιγμής» με τα διαγνωστικά κέντρα, αναβάλλοντας
επ’ αόριστον τις περικοπές στις δωρεάν εξετάσεις που ήταν προγραμματισμένες να εφαρμοστούν από την 1η Ιουλίου. Απαντώντας, ο Bill Shorten εξήγγειλε με την σειρά του, ότι το Εργατικό Κόμμα προτίθεται να άρει το πάγωμα των ιατρικών αμοιβών μέσω Medicare, λέγοντας ότι «αν είναι πιο δύσκολο για τους πολίτες να πάνε στον γιατρό, αρρωσταίνουν περισσότερο κι αυτό τελικά έχει μεγαλύτερο κόστος για την πολιτεία».
Οι δύο πολιτικοί συμφώνησαν ότι δεν προτίθενται να ιδιωτικοποιήσουν τα Ταχυδρομεία, ενώ διαφώνησαν, όπως ήταν αναμενόμενο, στο φλέγον ζήτημα της φοροαπαλλαγής εξαιτίας επενδυτικής ζημιάς (negative gearing). Ο Malcolm Turnbull ισχυρίστηκε ότι η απόρριψη του μέτρου θα ανεβάσει τις τιμές των ενοικίων και θα πλήξει τους χαμηλοεπενδυτές, ενώ ο Bill Shorten επέμεινε στην θέση της αντιπολίτευσης ότι πρόκειται για μία απαραίτητη μεταρρύθμιση, δεδομένου ότι τα ακίνητα πλέον έχουν γίνει απρόσιτα.
Σε γενικές γραμμές, οι ερωτήσεις έδωσαν την ευκαιρία στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να κινηθεί άνετα, σε ένα πεδίο όπου το Εργατικό Κόμμα έχει το προβάδισμα. Ο Bill Shorten επανέλαβε την θέση του για τη σύσταση Βασιλικής Εξεταστικής Επιτροπής για το τραπεζικό σύστημα, αναγκάζοντας τον πρωθυπουργό να υπερασπιστεί τον τραπεζικό τομέα, λέγοντας ότι ο ανταγωνισμός είναι ο καλύτερος τρόπος να διασφαλιστεί η τιμιότητα του κλάδου.
Παρά το ότι κέρδισε τις εντυπώσεις και τις ψήφους των παρευρισκομένων, ο Bill Shorten δεν κατάφερε να εκταμιεύσει πολιτικά την νίκη του στο πρώτο debate, καθώς οι δημοσκοπήσεις της επόμενης ημέρας διατήρησαν τον μέχρι στιγμής τόνο ισοπαλίας μεταξύ των δύο αντιπάλων.
ΣΤΟ ΣΤΟΧΑΣΤΡΟ Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ
Αυτού του είδους η «Πύρρειος Νίκη» ήταν η προσήκουσα κατάληξη μιας άσφαιρης πρώτης προεκλογικής εβδομάδας, στην οποία δεν έγινε καμία σημαντική πολιτική εξαγγελία και κυριάρχησε μία απολύτως προβλέψιμη και μάλλον ανιαρή ρητορική. Ο μεν πρωθυπουργός επέμεινε να χρησιμοποιεί την λέξη «σχέδιο», επιχειρώντας να τονίσει ότι η κυβέρνηση αποτελεί πόλο σταθερότητας για τους πολίτες, ενώ ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης προτίμησε την λέξη-κλειδί «εμπιστοσύνη». «Εμπιστευτείτε το Εργατικό Κόμμα για να δημιουργήσει καλύτερες δουλειές και καλύτερες συνθήκες. Εμπιστευτείτε το Εργατικό Κόμμα για να υποστηρίξει τα σχολεία, την επαγγελματική εκπαίδευση, τους παιδικούς σταθμούς και τα πανεπιστήμια» δήλωσε, απαντώντας σε πρωθυπουργικές δηλώσεις όπως: «Το σχέδιό μας, ο προϋπολογισμός μας, το οικονομικό μας σχέδιο είναι δίκαιο, όχι μόνο για τους Αυστραλούς σήμερα, αλλά και για τις γενιές που θα ακολουθήσουν».
Παρά τις δηλώσεις τέτοιου τύπου, ο ίδιος βρέθηκε σε δύσκολη θέση, όταν στο Moorabin της Μελβούρνης βρέθηκε αντιμέτωπος με μία μητέρα που τού εξέφρασε την αγωνία της για το κατά πόσον θα μπορέσει να προσφέρει στα παιδιά της την κατάλληλη εκπαίδευση. «To κόστος του σχολείου ανεβαίνει συνέχεια και παρ’ όλα αυτά, δεν παίρνουμε περισσότερα χρήματα και τώρα θα κόψετε και τα οικογενειακά επιδόματα (family tax benefits)» είπε η γυναίκα, ονόματι Melinda, στον πρωθυπουργό, καλώντας τον να δώσει στα παιδιά μία ευκαιρία να κάνουν κάτι με τη ζωή τους, για να λάβει ως απάντηση μία εκδήλωση συμπάθειας και κατανόησης προς την ίδια και όλες τις μονογονεϊκές οικογένειες.
Ο πρωθυπουργός επιχείρησε να καθησυχάσει την γυναίκα – η οποία έλεγε ότι το σχολείο προτρέπει τους γονείς να στρέψουν τα παιδιά τους στα μαθήματα τα οποία μπορούν οι ίδιοι να πληρώσουν, κάτι που υπονομεύει τις προοπτικές τους – διαβεβαιώνοντάς την ότι τα παιδιά της «θα τα πάνε μια χαρά». Αυτή η συνάντηση μπορεί να φώτισε την ανθρώπινη πλευρά του πρωθυπουργού, όμως δεν βοήθησε την προεκλογική εκστρατεία σε πολιτικό επίπεδο, καθώς έδειξε ότι ο Συνασπισμός εμμένει στην απόφασή του να άρει τον φόρο στην βιομηχανία ορυκτών, η οποία χρηματοδοτούσε το λεγόμενο «Schoolkids Bonus» που είχε θεσπίσει η κυβέρνηση Gillard.
ΠΥΡΑ ΕΚ ΔΕΞΙΩΝ ΚΑΙ ΕΞ ΑΡΙΣΤΕΡΩΝ
Η κυβέρνηση δεν δέχεται πυρά μόνο εξ αριστερών. Αυτήν την εβδομάδα δέχθηκε δριμεία κριτική από το Ινστιτούτο Δημόσιων Ζητημάτων (Institute of Public Affairs – IPA), την γνωστή συντηρητική «δεξαμενή σκέψης» που εδρεύει στη Μελβούρνη και η οποία στηλίτευσε τις επικείμενες αλλαγές στη φορολογία των συνταξιοδοτικών προγραμμάτων (superannuation). Όπως είναι γνωστό, η κυβέρνηση σχεδιάζει να καταργήσει το μέτρο που επιτρέπει σε οποιονδήποτε να συμβάλλει στον συνταξιοδοτικό του λογαριασμό ποσό ύψους μέχρι και 180 χιλιάδων δολαρίων ετησίως (πέραν των προβλεπόμενων εργοδοτικών εισφορών). Αντί αυτού, το νέο όριο τίθεται στις 500 χιλιάδες δολάρια συνολικά, κάτι που μειώνει σημαντικά τα αφορολόγητα αποθεματικά που μπορεί να έχει κανείς. Δεδομένου ότι σχεδιάζεται η εξέταση των σχετικών κρατήσεων από το 2007, οι επικριτές του μέτρου κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ότι πρόκειται για μια αναδρομική φορολόγηση των καταθέσεων. Ωστόσο, αυτή η ρύθμιση αφορά μόλις το 4% των καταθετών, εκείνων δηλαδή που έχουν τις μεγαλύτερες καταθέσεις σε συνταξιοδοτικούς λογαριασμούς, ενώ τα έσοδα που θα προκύψουν από αυτήν την φορολόγηση θα αξιοποιηθούν για την φορολογική ανακούφιση των χαμηλότερων στρωμάτων. Δεδομένου ότι οι αλλαγές δεν επηρεάζουν το 96% του πληθυσμού, είναι μάλλον απίθανο αυτή η διένεξη να επηρεάσει την προεκλογική εκστρατεία.
Εκεί, όμως, που ο πρωθυπουργός είναι πιο ευάλωτος, είναι ακριβώς στο προσωπικό του status ως πιο ευκατάστατου πολιτικού. Το γεγονός ότι ο ίδιος διαθέτει μεγάλη περιουσία, είναι βέβαιο ότι θα επανέρχεται συχνά στις επιθέσεις εναντίον του, καθώς η αντιπολίτευση προσπαθεί να σκιαγραφήσει το πορτρέτο ενός ανθρώπου που βρίσκεται εκτός επαφής με τους καθημερινούς πολίτες. Το γεγονός ότι αυτές τις ημέρες, το όνομά του βρέθηκε εμπλεκόμενο στα διαβόητα Panama Papers, τις αποκαλύψεις για τις παράκτιες εταιρίες που εδρεύουν σε φορολογικούς παραδείσους, αποτέλεσε και το σημαντικότερο πλήγμα στο πρόσωπό του.
ΣΤΟ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ Η ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗ
Από την μεριά του, o αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης φάνηκε να είναι πιο έτοιμος για την προεκλογική εκστρατεία, κάνοντας μία εκκίνηση, αν μη τι άλλο, θεαματική: σε μία κίνηση που μοιάζει βγαλμένη από τις σελίδες του αμερικανικού πολιτικού εγχειριδίου, ο Bill Shorten ξεκίνησε την προεκλογική του καμπάνια εγκαινιάζοντας το προεκλογικό λεωφορείο, ένα πούλμαν το οποίο κοσμεί μία τεράστια φωτογραφία του, με το οποίο περιόδευσε την περασμένη εβδομάδα στο Queensland. Η περιοδεία αυτή καταγράφηκε με λεπτομέρεια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης – ιδιαίτερα δε στον προσωπικό λογαριασμό του Bill Shorten στο Twitter, ο οποίος βρίθει φωτογραφιών «selfie». Ο αρχηγός του Εργατικού Κόμματος δεν περιορίστηκε, όμως, μόνο σε μία Πολιτεία, την περασμένη εβδομάδα: περιορίστηκε επίσης σε ένα θέμα συζήτησης, διεξάγοντας μία μονοθεματική εκστρατεία, εστιάζοντας στο ζήτημα της Παιδείας. Υποσχέθηκε χρηματοδότηση ύψους 3,8 δισ. δολαρίων στα σχολεία, ενώ τόνισε ότι την επόμενη δεκαετία το Εργατικό Κόμμα θα επενδύσει συνολικά 37 δισ. δολάρια, προκειμένου «να εξασφαλίσει ότι κάθε σχολείο σε κάθε περιφέρεια θα δεχθεί δίκαιη χρηματοδότηση βάσει των αναγκών του».
Αυτή η μονοθεματική καμπάνια αποδείχθηκε έξυπνη κίνηση, καθώς τού επέτρεψε να μονοπωλήσει τον δημόσιο διάλογο και να τον στρέψει σε ένα πεδίο προνομιακό για το κόμμα του, ενώ παράλληλα τον βοήθησε να αποφύγει το επικίνδυνο ναρκοπέδιο που είναι το προσφυγικό ζήτημα. Είναι σαφές ότι αυτό -η πολιτική απέναντι στους αιτούντες άσυλο- αποτελεί την αχίλλειο πτέρνα του Εργατικού Κόμματος, το οποίο δεν έχει ενιαίο μέτωπο, με πολλά στελέχη να παρουσιάζονται ως απείθαρχα. Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτές τις ημέρες, μέλη του κόμματος όπως η Sophie Ismail και η Cathy O’ Toole εμφανίστηκαν αυτές τις ημέρες ως υπέρμαχες μιας πολιτικής υποδοχής προσφύγων στην Αυστραλία, εντείνοντας την εικόνα διχασμού.
Ο ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ «ΠΡΑΣΙΝΟΙ»
Αλλά το μεγαλύτερο αγκάθι για το Εργατικό Κόμμα φαίνεται ότι θα είναι οι «Πράσινοι». Το τρίτο μεγαλύτερο κόμμα είναι αποφασισμένο να κάνει δύσκολη την προεκλογική εκστρατεία για την αξιωματική αντιπολίτευση, επιχειρώντας συστηματικά να το εμβολίσει εξ αριστερών. Ήδη, οι «Πράσινοι» κατάφεραν να κυριαρχήσουν σε μεγάλο μέρος του προεκλογικού διαλόγου, με την συζήτηση για ενδεχόμενη μετεκλογική συνεργασίας τους με το Εργατικό Κόμμα, σε περίπτωση που δεν υπάρξει αυτοδυναμία.
Από την μεριά του, το Εργατικό Κόμμα απορρίπτει κατηγορηματικά κάθε τέτοια συζήτηση, καθώς αφ’ ενός η ιδέα και μόνο μη αυτοδυναμίας θεωρείται ότι δημιουργεί ανασφάλεια στο εκλογικό σώμα, ενώ αφ’ ετέρου είναι σημαντικό να δείξει πυγμή και αυτοπεποίθηση. Από την μεριά του, το Πράσινο Κόμμα θεωρεί ότι αυτή η στάση του Εργατικού δεν είναι ρεαλιστική και αποτελεί απλώς μεγαλοστομίες. Στελέχη των «Πρασίνων» όπως ο Adam Bandt, προσπάθησαν να ρίξουν γέφυρες προς την αξιωματική αντιπολίτευση, την ίδια στιγμή όμως, είναι σαφές ότι τα δύο κόμματα διεξάγουν και έναν αγώνα επικράτησης στους προοδευτικούς ψηφοφόρους. Προσπαθώντας να εκμεταλλευτεί την συγκυρία, ο αρχηγός των Πράσινων, Richard Di Natale, έθεσε τις προϋποθέσεις μίας πιθανής μετεκλογικής συνεργασίας του κόμματός του με το Εργατικό Κόμμα, καλώντας για μια πιο ανθρωπιστική πολιτική στο προσφυγικό και για πιο δραστικά μέτρα στο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής και στις επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Παράλληλα, το Πράσινο Κομμα καλείται να διαψεύσει την φημολογία για συμφωνία με το Φιλελεύθερο Κόμμα, ως προς το ζήτημα των προτιμήσεων στα ψηφοδέλτια. Σύμφωνα με φήμες, ο Συνασπισμός και οι Πράσινοι πριμοδοτούν αλλήλους ως δεύτερη προτίμηση, προκειμένου να πλήξουν το Εργατικό Κόμμα. «Δεν υπάρχει καμία συμφωνία», τονίζει κατηγορηματικά η ανακοίνωση των Πρασίνων, ενώ είναι σαφές ότι από αυτήν την συζήτηση, μέχρι στιγμής κερδισμένος βγαίνει ο κυβερνητικός συνασπισμός.