«Ένας πολιτικάντης σκέφτεται τις επόμενες εκλογές. Ένας πολιτικός τις επόμενες γενιές» είχε πει κάποτε ο Αμερικανός συγγραφέας, Άρθουρ Κλαρκ, και παρά το ότι ο ομογενής δικηγόρος, Έρικ Βαδάρλης, από τη Μελβούρνη, δεν θεωρεί το εαυτό του πολιτικό, πληρεί τις προϋποθέσεις για να του αποδοθεί η ιδιότητα.
Η «διακήρυξη» -και την αποκαλώ έτσι, γιατί με διακήρυξη μοιάζει περισσότερο-, του πολιτικού του προγράμματος δεν συμπεριλαμβάνει απλώς τις δεσμεύσεις του, αλλά και τους ηθικούς κανόνες πάνω στους οποίους τις βασίζει. Ο Έρικ Βαδάρλης, βάζει υποψηφιότητα στη Βικτώρια, διεκδικώντας μία θέση στην Άνω Βουλή. Ουτοπικό εγχείρημα, θα σκεφτούν οι πολλοί, όχι όμως και ο Έρικ που πριν από 15 περίπου χρόνια ανέλαβε να υπερασπιστεί το δικαίωμα των προσφύγων που βρίσκονταν εγκλωβισμένοι στη μέση του ωκεανού στο νορβηγικό πλοίο Tampa, να αποβιβαστούν στην Αυστραλία. «Ουτοπικό εγχείρημα» χαρακτηρίσθηκε από πολλούς και εκείνη η προσπάθειά του. Και για όσους δεν έβλεπαν «πέρα από τη μύτη» τους δεν ήταν τίποτε παραπάνω. Εντούτοις, ο ομογενής δικηγόρος που μέχρι τότε ασχολείτο αποκλειστικά με το Εμπορικό Δίκαιο, κατάφερε σε βάθος χρόνου, μέσα από εκείνη την «ουτοπική του επιδίωξη», να εμπνεύσει μία νέα στρατιά δικηγόρων που πάνω στο μονοπάτι ανθρωπιάς που αυτός χάραξε, «βάδισαν» και συνεχίζουν να βαδίζουν υπερασπιζόμενοι τα δικαιώματα των προσφύγων.
«Δεν ήξερα τι ξεκινούσα τότε. Ξύπνησα εκείνο το πρωί και πηγαίνοντας στο γραφείο, άκουσα στο ραδιόφωνο τι συνέβαινε. Σκέφτηκα… “τι σκατά γίνεται. Δεν μπορεί μία κυβέρνηση που εξέλεξε ο λαός της Αυστραλίας να συμπεριφέρεται σ’ ανθρώπους κατ’ αυτόν τον τρόπο. Ακόμα και στα ζώα συμπεριφέρονται καλύτερα”. Και πήρα την απόφαση να φτιάξω μία ομάδα με άλλους συναδέλφους μου για να υπερασπιστώ τα δικαιώματα των συνανθρώπων μας που βρίσκονταν εγκλωβισμένοι στην μέση του ωκεανού» μου λέει, δίνοντας άθελά του και απάντηση στην ερώτηση ακολουθεί.
Κάπως έτσι ήρθε και η σκέψη να θέσει υποψηφιότητα. «Το ήθελα αλλά δεν ήξερα που θα βρω τον κόσμο να με στηρίξει ώστε να μπορώ να βάλω το όνομά μου ανάμεσα στους υποψηφίους. Έγινε όμως. Μέσα σε ένα 24ωρο, 300 άνθρωποι άλλοι φίλοι, άλλοι όχι ενστερνίστηκαν την υποψηφιότητά μου και έτσι μπήκα στο ψηφοδέλτιο της Γερουσίας».
Ζούμε στην εποχή -και αυτό ισχύει όχι μόνο στον χώρο της πολιτικής- που ο νικητής τα παίρνει όλα, εκτός από την αδιαφορία. Αυτή πάει αποκλειστικά στον ηττημένο. Ο Έρικ Βαδάρλης το γνωρίζει πολύ καλά αυτό, τολμά όμως να το αψηφά ιδιαίτερα όταν όπως λέει ο ίδιος πρόκειται για «ζητήματα ηθικών αρχών», αρχών που θέλει με την υποψηφιότητά του να εισάγει στην πολιτική σκηνή της χώρας.
«Το αν ο νέος εκλογικός νόμος δεν ευνοεί τους ανεξάρτητους ή το αν θα νικήσω δεν είναι θέμα για μένα. Με τις αλλαγές που έγιναν αν ψηφίσεις πάνω από την γραμμή πρέπει να βάλεις αριθμό σε έξι κουτιά και αν ψηφίσεις κάτω από τη γραμμή πρέπει να βάλεις αριθμό σε 12 κουτιά δηλαδή έξι παραπάνω. Δεν είναι και τόσο δύσκολα να με ψηφίσει κάποιος αν το θέλει. Τέλος πάντων, αυτό δεν είναι για μένα το θέμα. Το θέμα είναι πως αυτή είναι ευκαιρία να πω αυτά που θέλω να πω και που νομίζω ότι δεν τα λένε οι πολιτικοί μας σήμερα. Να βάλω την κοινωνική δικαιοσύνη και την ηθική ακεραιότητα στον πολιτικό διάλογο. Το ένοιωσα ως ανάγκη να σηκώσω το χέρι μου» λέει, προσθέτοντας ως ένας άλλος Dietrich Bonhoeffer της εποχής μας, ότι το να μη μιλάει κάποιος είναι σαν να μιλάει, σαν να επικυρώνει αυτό που γίνεται.
ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ ΚΑΙ ‘ΤΑΓΜΕΝΟΣ’
Το δεκατεσσάρων σημείων πολιτικό πρόγραμμα του Έρικ Βαδάρλη, εστιάζει στους μη προνομιούχους της χώρας μας χωρίς όμως να αδιαφορεί για τον τομέα της οικονομικής ανάπτυξης.
Η κατεύθυνση που ο ομογενής υποψήφιος θα ήθελε να οδηγηθεί η επόμενη κυβέρνηση της χώρας, και αν αυτός εκλεγεί θα το επιδιώξει, συμπεριλαμβάνει ένα καλύτερο αύριο για τους ιθαγενείς της χώρας που όπως αναφέρει πρέπει εκτός από χρήματα να τους δοθεί και το δικαίωμα αυτοδιαχείρισης των ζητημάτων που τους απασχολούν κάτι που θεωρεί ως απαραίτητη προϋπόθεση για να γεφυρωθεί το χάσμα που επικρατεί όσον αφορά την ποιότητα ζωής των λευκών σε σχέση με την ποιότητα ζωής των αβοριγίνων.
Ο Έρικ στηρίζει την δωρεάν πανεπιστημιακή εκπαίδευση για όλους τους Αυστραλούς φοιτητές όταν σπουδάζουν για το πρώτο τους πτυχίο, το Medicare, τις επενδύσεις σε έργα υποδομής της χώρας αλλά και σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την απαγόρευση της χρήσης πυρηνικής ενέργειας, τη στήριξη του πρωτογενούς τομέα παραγωγής, την δημιουργία ενός ειδικού οργάνου με στόχο την καταπολέμηση της διαφθοράς στους κόλπους της κυβέρνησης, την ακύρωση κατασκευής των υποβρυχίων και την έξτρα φορολόγηση όσων έχουν ετήσιο εισόδημα άνω των $100.000.
Το πολιτικό του πρόγραμμα μοιάζει πολύ με αυτό των Πρασίνων οπότε εύλογο και το ερώτημα γιατί επέλεξε τον δρόμο του «μοναχικού λύκου» και όχι να ενταχθεί στους κόλπους των Πρασίνων που αναμφισβήτητα κερδίζουν συνεχώς έδαφος.
«Όταν πας με ένα κόμμα σαν τους Πράσινους πρέπει να ακολουθήσεις τη γραμμή του κόμματος και εγώ δεν θέλω. Αυτά που έχω βάλει στις προγραμματικές μου δηλώσεις, δεν τα διαπραγματεύομαι. Δεν θέλω να έρθει κάποιος και να μου πει ότι εσύ πιστεύεις τάδε στο θέμα αυτό, αλλά επειδή η πολιτική του κόμματος είναι κάτι άλλο πρέπει να το αλλάξεις. Με απόλυτη επίγνωση της συνείδησής μου δεν μπορώ να το κάνω. Πιστεύω σ’ αυτά που λέω και πιστεύω πραγματικά».
Το θέμα των αιτητών ασύλου κατέχει ξεχωριστή θέση στο πρόγραμμά του. Ο ίδιος αναφέρει ότι είναι θέμα που τον καθορίζει ως άνθρωπο και ως πολίτη. Στηρίζει το άμεσο κλείσιμο των κέντρων κράτησης Nauru και Manus και την εγκατάστασή τους στην Αυστραλία.
«Το θέμα των προσφύγων δεν υφίσταντο όταν εγώ ήρθα στην Αυστραλία. Εγώ ο πατέρας μου, ο θείος μου, ο θείος σου, ήμασταν τότε οι παρείσακτοι σ’ αυτή τη χώρα» λέει και θυμάται τα συνθήματα που το 1969 όταν μόλις είχε φτάσει ως 12χρονο παιδί στην Αυστραλία έβλεπε πάνω σε τοίχους και κολώνες όταν πήγαινε στο σχολείο του κάπου στο Brunswick της Μελβούρνης. «Ήταν συνθήματα που μου θύμιζαν κάθε στιγμή ότι ήμουν ο ξένος, ο ανεπιθύμητος». Συγκρίνει τον ρατσισμό των παιδικών του χρόνων με την απάνθρωπη μεταχείριση των προσφύγων του 21ου αιώνα.
«Τώρα με τους πρόσφυγες κάνουμε κάτι ακόμα πιο χειρότερο. Είναι αισχρό και ελεεινό. Είναι γνωστό ότι αυτή τη στιγμή το 92% των αιτούντων άσυλο στο Νauru, στο νησί Μanus και στο Christmas Island έχουν χαρακτηρισθεί πρόσφυγες. Oι αιτήσεις τους εξετάστηκαν με παγκόσμια κριτήρια και έχουν χαρακτηρισθεί πλέον ως αυθεντικοί πρόσφυγες και η κυβέρνηση τους γυρίζει την πλάτη και τους λέει… “δεν μας νοιάζει τι είστε, θα συνεχίσουμε να ξοδεύουμε $1 δις τον χρόνο για να σας κρατάμε εκεί γιατί αν σας αφήσουμε να έρθετε στην Αυστραλία θα ακολουθήσουν και άλλοι σαν και εσάς”. Ο αριθμός των προσφύγων που δέχεται η Αυστραλία ωχριά σε σύγκριση με αυτόν που δέχεται αυτή τη στιγμή η Ευρώπη. Δες για παράδειγμα την περίπτωση της Γερμανίας που δέχθηκε ένα εκατ. πρόσφυγες μέσα στο 2015. Και έρχεται τώρα το Εργατικό Κόμμα να πει τι; Ο κ. Shorten βγήκε και είπε ότι αν γίνει πρωθυπουργός θα στείλει τον κ. Richard Miles, ως αντιπρόσωπό του στη Γενεύη και θα συζητήσει το θέμα ώστε να βρεθεί μία κατάλληλη χώρα για να εγκατασταθούν οι πρόσφυγες αυτοί. Μας κοροϊδεύουν, λες και δεν ξέρουμε πώς θα εξελιχθεί η συζήτηση. Απλά πράγματα, θα τον ρωτήσουν πρώτα “από πού είσαι;” Θα τους πει “από την Αυστραλία”. Θα τον ξαναρωτήσουν “τι θέλεις;” Θα τους πει ότι έχουμε 2 με 3 χιλιάδες πρόσφυγες και δεν θέλουμε να τους δεχθούμε και εκείνοι πολύ λογικά θα του πουν… «Γιατί επειδή η Αυστραλία δεν είναι αρκετά μεγάλη χώρα;». Και το λυπηρό είναι ότι όλα δείχνουν ότι αυτοί οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να ζουν μέσα στην αβεβαιότητα και τη δυστυχία για τα επόμενα τρία χρόνια, γιατί, είτε το Εργατικό Κόμμα είτε ο Συνασπισμός ανέβουν στην εξουσία, κανέναν δεν τον νοιάζει».
Αν δεν τον σταματούσα, ο Έρικ Βαδάρλης θα μπορούσε να μιλά ώρες ατελείωτες για το θέμα των προσφύγων. Ακόμα και αν σήμερα ομολογεί ότι δεν ασχολείται πλέον με την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους, εκείνο το «ουτοπικό εγχείρημα» πριν από 15 χρόνια, συνεχίζει μέχρι σήμερα να τον ακολουθεί.
«Δεν μπορώ να σιωπήσω» λέει ο εξαρτημένος από την ανθρωπιά υποψήφιος πολιτικός που με τον τρόπο του καταφέρνει να βάλει στο ποτισμένο από κυνισμό προεκλογικό κλίμα, μερικά ιδεώδη που έστω και αν ξεχνιούνται στον σημερινό πολιτικό διάλογο, πρέπει που και που να θυμόμαστε ότι δεν έχουν ακόμα εξαφανιστεί.
*Αν θέλετε να επικοινωνήσετε με τον ομογενή υποψήφιο μπορείτε να επισκεφθείτε την ιστοσελίδα του στο Facebook: https://www.facebook.com/ev.sen.395?fref=ts