ΕΙΝΑΙ δυνατόν να ζεις σε μια χώρα 45 χρόνια και, φεύγοντας, να μη σου λείπει;
ΚΑΙ, όμως, αυτό μου συμβαίνει κάθε φορά που φτάνω στην Ελλάδα.
ΚΑΙ όχι μόνο δεν μου λείπει η Αυστραλία, αλλά έχω την αίσθηση, ότι εκεί έζησα (για λίγο) πριν κάτι αιώνες…
ΚΑΙ, μάλιστα, τη ζωή ενός άλλου ανθρώπου!
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, αν και είχα να έλθω στην Ελλάδα έξι χρόνια, αισθάνομαι ότι δεν έχω απουσιάσει ούτε μία ώρα.
ΚΑΙ σκεφτείτε ότι δεν είμαι και κανένας υπερπατριώτης Ελληναράς.
ΓΙΑ το τι αντιπροσωπεύει για μένα η Ελλάδα, τα έχουμε ξαναπεί, οπότε και δεν χρειάζονται άλλες εξηγήσεις.
ΩΣ εκ τούτου, θα μπω κατευθείαν στο θέμα και θα αρχίσω να εξιστορώ τις πρώτες μου εντυπώσεις.
ΤΗΝ κρίση, που την άφησα το Νοέμβρη του 2010, στα πρώτα της νηπιακά βήματα, τη βρήκα μια σφριγηλή, ενήλικη και λουσάτη κοπέλα, που έχει όλη τη ζωή μπροστά της…
ΠΑΡ’ ΟΤΙ δεν της λείπει τίποτα, απ’ ό,τι διαπίστωσα, βλέποντάς την στις χλιδάτες καφετέριες, τα εστιατόρια και τις παραλίες και παρακολουθώντας την στις κοινωνικές της συναναστροφές, να συνεχίζει να φλερτάρει με την καλοπέραση και το ακριβό γούστο, δεν μπόρεσα να καταλάβω γιατί αναστενάζει και δεν παύει να κλαψουρίζει και να παραπονιέται όπου και να βρεθεί…
ΜΑ τα φαινόμενα πολλές φορές απατούν, θα μου πει κάποιος. Εντάξει και αυτό σωστό είναι, θα απαντήσω, αλλά…
ΑΝ πραγματικά υπήρχε ανεξέλεγκτη ανθρωπιστική κρίση – όπως υποστήριζαν οι ΣΥΡΙΖΑίοι όταν ήταν στην αντιπολίτευση και έσκιζαν τα ιμάτιά τους για να τους πιστέψουμε-, θα είχαν εδώ και χρόνια κάνει την εμφάνισή τους τα «συμπτώματα» της Βενεζουέλας.
ΑΣΕ που θα είχαν κουραστεί και οι νεκροθάφτες να θάβουν τα θύματα των μαζικών… αυτοκτονιών, έτσι και… δεν έσκιζαν τα Μνημόνια της καταστροφής οι Τσιπριστές.
ΒΕΒΑΙΩΣ, υπάρχουν άστεγοι και άνθρωποι που πεινούν στην Ελλάδα. Αλλά περισσότερους έχω δει στην πλούσια Αυστραλία να ψάχνουν τα αποφάγια των σκουπιδιών να βρουν κάτι να φάνε, παρά στην πατρίδα μας.
ΠΑΡΑ την κρίση, δεν νομίζω ότι διαφέρει πολύ το ποσοστό των Αυστραλών και των Ελλήνων που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας.
Η μόνη ορατή διαφορά που διαπιστώνω είναι, ότι καταφύγιο των φτωχών, των άστεγων και των άνεργων της Αυστραλίας είναι το κοινωνικό κράτος, ενώ λόγω έλλειψης αυτού στην Ελλάδα, τις ευθύνες τους επωμίζεται η οικογένεια, οι συγγενείς και οι φίλοι – οι οποίοι, μάλιστα, τα καταφέρνουν και καλύτερα…
ΜΕ δύο λόγια, δεν είναι όλα μαύρα. Γκρίζα είναι (σαν τις πολυκατοικίες της Αθήνας) και σ’ αυτό δεν ευθύνεται μόνο το κράτος – που στο κάτω-κάτω της γραφής πάντα απουσίαζε…
ΜΗΝ ξεχνάμε ότι, η πολιτική ελίτ, με τη συγκατάθεση του λαού, ο οποίος πρωτίστως ενδιαφερόταν να βολευτεί χωρίς να κοπιάσει και να σκεφτεί τους «άλλους» ή το τι θα γίνει αύριο, έφτασαν τα πράγματα εδώ που βρίσκονται.
ΠΑΡΑΤΗΡΩ, πως ό,τι συνέβαινε πριν πέντε, δέκα ή είκοσι χρόνια, συνεχίζει να συμβαίνει και σήμερα.
ΤΙΠΟΤΑ δεν άλλαξε και τίποτα, απ’ ό,τι φαίνεται, δεν πρόκειται να αλλάξει, αφού κανείς δεν φαίνεται να ενοχλείται με όσα συμβαίνουν τριγύρω του.
ΓΙΑ το μόνο πράγμα που παραπονούνται και «κλαίνε» οι Νεοέλληνες, είναι για τις συντάξεις τους και τη φτωχοποίησή τους.
ΟΛΟΙ, για παράδειγμα, θεωρούν φυσιολογικό να παραβιάζονται τα κόκκινα φανάρια. Ακόμα και αυτοί που περιμένουν να ανάψουν τα πράσινα για να περάσουν.
ΤΟ ίδιο συμβαίνει και όταν κάποιος σταματήσει καταμεσής του δρόμου για να πάρει τσιγάρα από το περίπτερο ή κάτι που χρειάζεται από κάποιο φαρμακείο ή σουπερμάρκετ.
ΟΣΟΙ τους ακολουθούν περιμένουν υπομονετικά, γιατί αυτό απ’ ό,τι φαίνεται, το κάνουν και οι ίδιοι όταν χρειαστεί…
ΚΑΠΟΤΕ κόρναραν, φώναζαν και μάλωναν. Τώρα πια όλοι θεωρούν κάτι τέτοιο φυσιολογικό και κανείς δεν διαμαρτύρεται. Ούτε οι αστυνομικοί…
ΣΙΓΑ μη χαλάσουν τη ζαχαρένια τους για τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας ή τα κακώς κείμενα, που τα καθιέρωσε ο χρόνος και χρειάστηκαν δεκαετίες να γίνουν αποδεκτά ως «νόμιμη» κοινωνική συμπεριφορά.
ΤΩΡΑ θα μου πείτε ότι εδώ δεν τους ενοχλούν τα σκουπίδια, θα τους ενοχλήσει η παράνομη στάθμευση των αυτοκινήτων, που στο κάτω-κάτω της γραφής, δεν βρωμάει;
ΤΑ ίδια και χειρότερα συμβαίνουν καθημερινά, μπροστά στα μάτια της Αστυνομίας, στους μεγάλους εθνικούς δρόμους ταχείας κυκλοφορίας με ανώτατο όριο τα 130 χιλιόμετρα.
ΓΙΑ περισσότερη ασφάλεια και με 150 χιλιόμετρα την ώρα, ακολουθούσα τη μεσαία, από τις τρεις λωρίδες του δρόμου, ενώ από την αριστερή λωρίδα, με περνούσαν τα περισσότερα αυτοκίνητα λες και ήμουν σταματημένος!
ΠΡΟΧΘΕΣ, μάλιστα, που πήγαινα από την Αθήνα στην Τρίπολη, με πέρασε ένα BMW με περισσότερα από 200 χιλιόμετρα την ώρα, από την εντελώς δεξιά λωρίδα, που υποτίθεται ότι είναι για τους πιο αργούς οδηγούς, που δεν πηγαίνουν πάνω από 120 χιλιόμετρα την ώρα.
ΛΙΓΟ πιο κάτω, τόσο εγώ όσο και όσοι προπορεύονταν ή με ακολουθούσαν, προσπεράσαμε ένα περιπολικό της Αστυνομίας, χωρίς να… ενοχληθούν οι μπάτσοι.
ΜΠΟΡΕΙΤΕ να φανταστείτε να συμβεί κάτι τέτοιο στην Αυστραλία; Όχι μόνο τα περιπολικά, αλλά και όλα τα ελικόπτερα της Αστυνομίας της Βικτώριας και του… στρατού της χώρας θα μας κυνηγούσαν!
ΠΕΡΥΣΙ τον Απρίλιο η Αστυνομία της Πολιτείας μας μου έστειλε ένα πρόστιμο 180 δολαρίων με την ειδοποίηση, ότι έχασα και τον δωδέκατο πόντο της άδειάς μου.
ΑΥΤΟ σήμαινε (όπως μου έκαναν «λιανά» στη συνοδευτική επιστολή) ότι είχα δύο επιλογές: ή ότι θα μου αφαιρούσαν, μετά από 30 μέρες, την άδεια οδήγησης για ένα τρίμηνο, ή, αν ήθελα να την κρατήσω, θα μπορούσα, με την προϋπόθεση ότι έτσι και έκανα οποιαδήποτε τροχαία παράβαση τους επόμενους 12 μήνες θα μου την έπαιρναν για ένα χρόνο.
ΔΕΧΘΗΚΑ το deal που μου πρότειναν και «ο θεός έβαλε το χέρι του» και δεν με ξανατσίμπησαν μέχρι που έφυγα (για τη χώρα του «no speed limit»!) ένα μήνα πριν λήξει η ποινή μου.
ΕΔΩ μπορώ να παρκάρω όπου θέλω, να τρέχω όσο γουστάρω και να φύγω μια ώρα αρχύτερα για τον άλλο κόσμο…
ΣΤΗΝ πατρίδα μας δεν υπάρχει Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας, μπάτσοι, παραβάσεις, πρόστιμα και όποιον πάρει ο Χάρος…
ΩΣ εκ τούτου, όπως είχε πει, πριν 16 χρόνια ο τότε πρωθυπουργός, Κώστας Σημίτης, μετά την πρόσκρουση του πλοίου «Σαμίνα» σε μια βραχονησίδα, γιατί ο καπετάνιος και το πλήρωμα έβλεπαν κάποιον ποδοσφαιρικό αγώνα: «Μη φωνάζετε και κάνετε ότι δεν καταλαβαίνετε. Στην Ελλάδα ζείτε… ».
Ε, λοιπόν, αυτή ήταν και αυτή είναι η Ελλάδα μέχρι σήμερα. Τίποτα δεν άλλαξε και τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει.
ΝΑ και ένα ακόμα ενδεικτικό παράδειγμα καταμεσής της οικονομικής κρίσης. Ήταν απογευματάκι και έπινα καφέ σε μια καφετέρια σε πεζόδρομο του Χαλανδρίου.
ΑΠΕΝΑΝΤΙ από την καφετέρια είναι ένα μικρό εστιατόριο στο οποίο ψιλότρωγαν τρεις-τέσσερις παρέες. Σε μια στιγμή σταματά ένας νεαρός, με ένα σακίδιο κρεμασμένο στον ώμο (σαν τον Τσακαλώτο) και κάτι λέει στην σερβιτόρα που μιλούσε σε μια παρέα.
ΕΚΕΙΝΗ πηγαίνει αμέσως στα γύρω τραπέζια μαζεύει κάτι χαρτάκια και του τα δίνει. Την απορία μου για το τι ακριβώς συνέβαινε μου την έλυσαν δύο νεαροί (που κάθονταν στο διπλανό τραπέζι) όταν άρχισαν να φωνάζουν στον τύπο με το σακίδιο, που συνοδευόταν από μια κοπέλα.
«ΔΕΝ ντρέπεσαι ρε να ζητάς αποδείξεις από τα μικρομάγαζα που προσπαθούν να βγάλουν το ψωμί των παιδιών τους; Αλλά τέτοιοι είσαστε όλοι οι εφοριακοί, κυνηγάτε μόνο τους αδύναμους και όσους δεν σας… λαδώνουν. Άντε φύγε από δω ρε και πήγαινε στην Εφορία σου. Άντε λέμε… ».
ΤΕΛΙΚΑ, ο άνθρωπος, πιεζόμενος και από την συνοδό του, που του έλεγε «πάμε να φύγουμε», έδωσε πίσω τις αποδείξεις στη σερβιτόρα και έφυγε…
ΣΤΗΝ Αθήνα, τα εστιατόρια και οι καφετέριες που έτυχε να πάω, δίνουν αποδείξεις. Στις επαρχιακές πόλεις και, κυρίως, στα χωριά, που γνωρίζει ο ένας τον άλλο, θεωρούν προσβλητικό ακόμα και να δεχτούν να πάρουν απόδειξη.
ΓΕΙΑ χαρά σε όλους, να ντυνόσαστε καλά τώρα το χειμώνα και τα λέμε από εβδομάδα μιας και βρεθήκαμε μετά από τόσες βδομάδες.