Ως φούρναρης και καφετζής στο Clayton της Μελβούρνης πέρασε 13 χρόνια της επαγγελματικής του ζωής ο Μπιλ Ποντίκης. Όμως, η εμπειρία του αυτά τα 13 χρόνια, δεν περιορίστηκε μόνο στα της δουλειάς του. Από τις πρώτες μέρες της επαγγελματικής του ζωής στο Clayton, εκεί στα σοκάκια πίσω από το φούρνο του, άρχισε να διαπιστώνει ότι πίσω από τη «βιτρίνα» υπήρχε ένας άλλος κόσμος. Ήταν ένας κόσμος για τον οποίο όλοι έχουμε ακούσει αλλά λίγοι έχουμε έρθει σε επαφή με την σκληρή του αλήθεια. Ο Μπιλ όμως ερχόταν σε επαφή με αυτήν τη σκληρή πραγματικότητα κάθε μέρα.
«Πήγαινα να ανοίξω το φούρνο μου και έβλεπα γύρω μου ραγισμένους ανθρώπους. Άστεγους, ναρκομανείς, αλκοολικούς».
Θα μπορούσε να αδιαφορήσει. Έτσι και αλλιώς δεν θα ήταν ο πρώτος που θα επέλεγε να αδιαφορήσει.
«Mε πλήγωσαν αυτά που έβλεπα. Άνθρωποι που είχαν χάσει το δρόμο τους, που δεν είχαν κανένα λόγο πλέον να ζήσουν. Με προβλημάτισε. Το εύκολο είναι να γυρίσεις τα μάτια σου αλλού και να αδιαφορήσεις».
Ο Μπιλ, όμως, επέλεξε να μην αδιαφορήσει. Το αποδίδει στη βαθιά του πίστη στο Θεό. «Στις χριστιανικές του αξίες», όπως χαρακτηριστικά λέει.
Μοιράστηκε την ανησυχία του και την απόφασή του να κάνει κάτι με την Βαρβάρα, την σύζυγό του. Εκείνη την συμμερίστηκε και ανταποκρίθηκε. Και κάπως έτσι ξεκίνησε το καφέ ανθρωπιάς του Μπιλ.
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΝΟΣ «ΚΑΤΩΤΕΡΟΥ ΘΕΟΥ»
Ήταν το 2000 και μαζί με το νέο αιώνα, οι «ξεχασμένοι» άνθρωποι που περιπλανούνταν στα σοκάκια εκεί κοντά στο φούρνο και την καφετέρια του Μπιλ -χαμένοι στο χρόνο και στη ζωή- είδαν να ανατέλλει και μία ελπίδα. Ονομαζόταν «Cafe-Care».
«Ήθελα να τους δώσω ένα λόγο να ζήσουν. Έβλεπα την απόγνωση σε κάθε τους κίνηση. Μερικές φορές το μόνο που χρειάζονταν ήταν απλώς να είσαι μαζί τους, να τους πεις μια κουβέντα, να ακούσεις την ιστορία τους, να δείξεις κατανόηση, να τους παρηγορήσεις, να τους δώσεις ένα πιάτο φαÀ, έναν καφέ».
Έτσι, μία φορά την εβδομάδα, ο Μπιλ κανόνισε να ανοίγει την πόρτα της καφετέριάς του σε αυτούς τους «πολύτιμους» ανθρώπους.
«Μπορούσε να έρθει όποιος ήθελε, όποιος είχε ανάγκη, κάναμε παρέα, τους φροντίζαμε, τους δείχναμε αγάπη, ακούγαμε τα προβλήματά τους. Επειδή δεν τους κρίναμε και δεν τους κατηγορούσαμε για την κατάσταση στην οποία βρίσκονταν, άρχισαν να έρχονται πάλι και πάλι».
Ήταν δύσκολη υπόθεση, όμως, να κερδίσει την εμπιστοσύνη τους. Βλέπετε, ο αλτρουισμός για ανθρώπους που η ασχήμια της ανθρώπινης φύσης τους έχει οδηγήσει στην απόγνωση, εκλαμβάνεται πολλές φορές ως «ύποπτη υπόθεση». Η σκληρότητα και η αδικία «καίνε» συνήθως την πίστη σε αξίες και ευαισθησίες. «Άρχισαν να με ρωτούν γιατί συνεχίζω να τους βοηθώ από τη στιγμή που έβλεπα ότι δεν άλλαζαν. Αυτό τους έκανε μεγάλη εντύπωση. Άλλοι μας φτύνουν και μας βρίζουν, μας φέρονται σαν να είμαστε σκουπίδια εσύ γιατί συνεχίζεις να μας βοηθάς; αυτό με ρωτούσαν».
Ο Μπιλ κατάφερε να τους πείσει ότι δεν πιστεύει σε ανθρώπους ενός «κατώτερου Θεού».
«Τους εξηγούσα ότι ο Θεός αγαπά το κάθε τι που δημιούργησε και αγαπά και αυτούς. Ότι δεν έχει καμία σημασία πώς είναι ή τι κάνουν. Εγώ απλώς σεβόμουν αυτήν την αγάπη του δημιουργού τους».
Η πίστη στον Θεό ή σε αξίες «δουλεύει» με μυστήριους τρόπους στη ζωή κάθε ανθρώπου αρκεί να υπάρχει γιατί όπως πολύ εύστοχα είχε πει και ο Γιάννης Τσαρούχης… «το να μην μπορείς να πιστέψεις είναι ένα είδος αναπηρίας».
Στην περίπτωση του Μπιλ, ίσως ήταν η πίστη του στο Θεό που λειτούργησε ως κινητήρια δύναμη για να αναλάβει αυτήν την πρωτοβουλία. Στην περίπτωση των ανθρώπων που επισκέπτονταν το καφέ ανθρωπιάς που έστησε ίσως ήταν η αποκατάσταση της πίστης τους σε αξίες που «θεωρούσαν» χαμένες για πάντα, που λειτούργησε ως κινητήριος δύναμη για να αγαπήσουν και πάλι τον εαυτό τους.
Στα 13 χρόνια που ο Μπιλ ήταν φούρναρης και καφετζής, δεν κερνούσε απλώς καφέ και ένα πιάτο φαγητό στους επισκέπτες του Cafe-Care. «Στο Υπουργείο Κοινωνικών Υπηρεσιών, με γνωρίζουν με το μικρό μου όνομα» μου λέει. Ο Μπιλ και η σύζυγός του έστειλαν δεκάδες ανθρώπους σε κέντρα αποτοξίνωσης, καθοδήγησαν πολλούς ώστε να μάθουν για υπηρεσίες στήριξης που δικαιούνταν, να διεκδικήσουν εργασίες, να ζητήσουν ψυχολογική στήριξη. Η δουλειά των δύο αυτών ομογενών μέσα από το Cafe-Care έγινε γνωστή σε γιατρούς, φαρμακοποιούς και ψυχολόγους της περιοχής, που την εκτίμησαν και άρχισαν και αυτοί να βοηθούν προσφέροντας δωρεάν τις υπηρεσίες τους.
Μάλιστα, όπως λέει ο Μπιλ την θαλπωρή του Cafe-Care αναζήτησαν και πολλοί ομογενείς. Εκτιμά ότι από την πόρτα του στα 13 χρόνια που διατηρούσε την καφετέριά του στο Clayton, πέρασαν δυο χιλιάδες άνθρωποι και το 20% αυτών ήταν ομογενείς.
Η ΝΕΑ CAFE-CARE ΕΠΟΧΗ
Πριν από τέσσερα περίπου χρόνια, ο Μπιλ αποφάσισε να παρατήσει το φούρνο και το καφέ του για να ασχοληθεί με την… «πολιτική» -χρησιμοποιώ τον όρο έστω και αν ο ίδιος τον απεχθάνεται- θέτοντας υποψηφιότητα για το αξίωμα του δημοτικού συμβούλου στην περιφέρεια Όκλι, αξίωμα που το εκλογικό σώμα του έδωσε.
Και ενώ άφησε πίσω του τις εμπειρίες και τις επιχειρήσεις του φούρναρη και του καφετζή, εκείνο που κράτησε ήταν ο «άλλος» κόσμος, τις ανησυχίες και τα τραύματα των ανθρώπων του, τη δίψα τους για μία καλύτερη ζωή και σίγουρα την ηθική ικανοποίηση που του πρόσφερε η προσφορά του σ’ αυτόν τον «άλλο» κόσμο.
Το Cafe-Care πριν από περίπου ένα χρόνο, μεγάλωσε. «Αποκτήσαμε Διοικητικό Συμβούλιο, κατοχυρωθήκαμε ως οργανισμός και, για πρώτη φορά, αποκτήσαμε τραπεζικό λογαριασμό» λέει ο Μπιλ και το διευκρινίζω, γιατί αξίζει τον κόπο. Από το 2000 έως και πριν από ένα χρόνο, το Cafe- Care λειτουργούσε με έξοδα του Μπιλ και της συζύγου του αποκλειστικά και την εθελοντική δουλειά όλων όσων πίστεψαν στο έργο τους.
«Από τότε που έκλεισα την καφετέρια, για τις εβδομαδιαίες μας συναντήσεις επιλέξαμε το χολ του Clayton Church of Christ όπου συναντιόμαστε κάθε Δευτέρα βράδυ».
Το Cafe-Care, όμως, δεν μεγάλωσε μόνο από «διοικητικής» άποψης. «Οι άνθρωποι που μας επισκέπτονται πλέον δεν είναι μόνο όσοι έχουν προβλήματα με ναρκωτικά ή αλκοόλ. Τα τελευταία χρόνια βοηθάμε γυναίκες που είναι θύματα οικογενειακής βίας, μοναχικές μητέρες που έχουν χάσει την κηδεμονία των παιδιών τους, άτομα με αναπηρίες, ανθρώπους που έχουν προβλήματα με το νόμο. Για να σου δώσω να καταλάβεις, μπαινοβγαίνουμε στα δικαστήρια κάθε μέρα, που λέει ο λόγος. Γι’ αυτό και αποφασίσαμε να υπάρχει Διοικητικό Συμβούλιο, γιατί δεν μπορούσα πλέον να αντεπεξέλθω μόνος με την σύζυγό μου».
Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι πλαισιωμένο από γιατρούς, δασκάλους και άλλους επαγγελματίες.
Στον κατάλογο των συνεργατών του Μπιλ συμπεριλαμβάνεται πλέον όχι μόνο μεγαλύτερος αριθμός ειδικών επαγγελματιών, αλλά και η Αστυνομία της περιοχής. Έτσι σε τακτά χρονικά διαστήματα αστυνομικοί παραβρίσκονται στις συναντήσεις του Cafe-Care για να συμβουλέψουν όσους αντιμετωπίζουν προβλήματα με το νόμο.
Ο Μπιλ θέλει να κλείσει την κουβέντα μας με μία ανοικτή πρόσκληση: «Αν κάποιος χρειάζεται βοήθεια, είμαστε εδώ» λέει.
O Μπιλ ζει, όπως εξάλλου όλοι μας «στην κοινωνία του λόμπι και του χόμπι… σε μια κοινωνία όπου όλες οι ‘αξίες’ έχουν αντικατασταθεί από το ‘βιοτικό επίπεδο’» όπως χαρακτηριστικά την περιέγραψε ο Κορνήλιος Καστοριάδης. Μόνο που αυτός επέλεξε με τις πράξεις του να μην παραδοθεί σ’ αυτήν.
*Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτε την ιστοσελίδα του Cafe-Care στην διεύθυνση: http://www.cafecare.org.au/