ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΣ το οδοιπορικό μας στη Θράκη, αργά το απόγευμα της ίδιας μέρας και αφού αγναντέψαμε από το μπαλκόνι του σπιτιού του Μπάμπη Τσουρουκίδη την Καβάλα, που είναι χτισμένη αμφιθεατρικά γύρω από το λιμάνι της πόλης, ξεκινήσαμε για το χωριό Κομνηνά, που βρίσκεται στο νομό Ξάνθης…

ΑΦΟΥ περάσαμε τη Χρυσούπολη, κατευθυνθήκαμε βόρεια και αμέσως μετά στους Τοξότες, ακολουθώντας το δρόμο δίπλα στον ποταμό Νέστο, φτάσαμε στα Κομνηνά μετά από ένα δίωρο.

ΣΤΑ Κομνηνά, ένα μικρό χωριό 250 κατοίκων, πηγαίναμε να επισκεφθούμε τον Θανάση. Έναν παλιό μηχανόβιο πρωταθλητή, σε διάφορες κατηγορίες αγώνων μοτοσικλέτας τη δεκαετία του 1970.

Ο Θανάσης ήταν «κολλητός» του συνταξιδιώτη μου, Χρήστου Φελουτζή, από τα χρόνια εκείνα και όταν έμαθε από τον Χρήστο ότι θέλαμε να κάνουμε μια μηχανόβολτα στη Θράκη για να δούμε την οροσειρά της Ροδόπης και τα φαράγγια του Νέστου, μας προσκάλεσε να μείνουμε στο σπίτι του που είναι δίπλα τους…

ΔΕΧΘΗΚΑΜΕ χωρίς δεύτερη κουβέντα, μιας και όχι μόνο είχαμε να πούμε πολλά με τον Θανάση για την παλιά μηχανόβια ζωή μας, αλλά είχε και κάνα-δύο «ορειβατικά» μηχανάκια, που μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε, μιας και οδηγούσαμε (λόγω Τζουμέρκων) αυτοκίνητο…

Ο Θανάσης, αν και είχε μεγαλώσει στην Αθήνα, επέλεξε, πριν μια δεκαετία, να αφήσει πίσω τη γενέτειρά του και να ζήσει στα Κομνηνά, απ’ όπου κατάγεται η σύζυγός του.

ΚΑΙ, βεβαίως, υπάρχουν (έστω λίγοι… ) και άλλοι σαν τον Θανάση, που αφήνουν την Αθήνα ή άλλες μεγαλουπόλεις, για να ζήσουν σε χωριά. Πλην όμως, ο Θανάσης είναι μια εντελώς ακραία, διαφορετική και σπάνια περίπτωση ανθρώπου…

ΕΝΑΣ άνθρωπος χωρίς αρχή και τέλος, που εργάζεται από 12 έως 16 ώρες το 24ωρο, 364 μέρες το χρόνο -αν χρειαστεί- και κάνει τα πάντα μόνος του…

ΚΑΙ όταν λέμε τα πάντα, εννοούμε τα πάντα! Ξέρει να επισκευάζει μοτοσικλέτες, αυτοκίνητα, τρακτέρ και ό,τι άλλο έχει ρόδες και μηχανές, να χτίζει σπίτια (μόνος!) από τα θεμέλια μέχρι την οροφή και να κάνει, παράλληλα, ό,τι δουλειά του ζητηθεί…

ΕΝΑ εικοσαήμερο πριν πάμε στα Κομνηνά, είχε κατέβει για ένα δεκαήμερο στο σπίτι του Χρήστου στο Ρίο (της Πάτρας) για να αποτελειώσει μια επέκταση. Δούλευε μόνος, 15 ώρες την ημέρα, για να προλάβει να βάλει τη σκεπή, να τοποθετήσει την υδραυλική και ηλεκτρική εγκατάσταση, να βάλει μάρμαρα στις σκάλες και να το βάψει…

ΟΤΑΝ τελείωσε, έφαγε, ήπιε μερικές μπύρες, φόρτωσε τα εργαλεία του σε ένα μικρό φορτηγό που έχει και έφυγε αμέσως για τα Κομνηνά, γιατί την αμέσως επόμενη μέρα είχε μια άλλη δουλειά να τελειώσει, σε ένα άλλο χωριό δίπλα από το δικό του…

«ΟΤΑΝ φτάσουμε σπίτι του», μου λέει ο Χρήστος, «πρόσεξε το κτίσιμο, τα κουφώματα και, ιδιαίτερα, τις ξύλινες σκάλες, τις ντουλάπες και την κουζίνα…

»ΤΟ έχει χτίσει όλο μόνος του. Από τα θεμέλια και τα μπετά, μέχρι το τελευταίο τούβλο και τη σκεπή, δεν έχει ακουμπήσει άλλος άνθρωπος το χέρι του πάνω του. Θα τα δεις και μόνος σου και θα τον γνωρίσεις από κοντά. Είναι απίστευτο!…».

ΜΟΥ είπε και άλλα πολλά ο Χρήστος για τον Θανάση: για τις επιδόσεις του στους αγώνες ταχύτητας, τα πρωταθλήματα που κέρδισε, χωρίς χορηγούς και μηχανικούς, τις νύχτες που δούλευε, πριν τους αγώνες, καπνίζοντας και πίνοντας μπύρες προκειμένου να επισκευάσει και να βελτιώσει τις μοτοσικλέτες με τις οποίες έτρεχε, τις απίστευτες αντοχές του στο ποτό και το ξενύχτι και τις ατελείωτες ώρες που ξόδευε να τελειοποιήσει ό,τι έφτιαχνε…

ΚΑΙ, πράγματι, δεν πίστευα στα μάτια μου, όχι μόνο όταν είδα απ’ έξω και από μέσα το σπίτι του, αλλά όταν τον είδα και τον έζησα, έστω και για λίγες ώρες από κοντά, το τριήμερο που μας φιλοξένησε…

ΕΙΝΑΙ-δεν είναι 55 κιλά, μετρίου αναστήματος, πολύ αδύνατος, πίνει σχεδόν μια ντουζίνα κουτάκια μπύρες στην καθισιά του (σε ένα δίωρο…) τρώει μια φορά, κάθε βράδυ μετά τη δουλειά, καπνίζει το λιγότερο τέσσερα πακέτα τσιγάρα την ημέρα, είναι γύρω στα 60 και μοιάζει σαν να είναι σαρανταπεντάρης…

ΤΟ πρωί έφευγε για δουλειά, πριν ξυπνήσουμε εμείς και πάρουμε τα βουνά και το βράδυ επέστρεφε δύο-τρεις ώρες αργότερα, έτρωγε και αρχίζαμε να πίνουμε μπύρες, να καπνίζουμε και να συζητάμε πολλά και διάφορα…

ΚΑΙ όταν λέω «να συζητάμε», εννοώ, εμείς να μιλάμε, ο Θανάσης να ακούει, να πίνει, να καπνίζει τριπλάσιες ποσότητες και από τους δύο μας, και να απαντά μονολεκτικά, μόνο όταν ο Χρήστος τον ρωτούσε κάτι για τους αγώνες ή τα ονόματα της μηχανόβιας παρέας τους, από τη δεκαετία του ’70…

ΠΡΙΝ φύγουμε, ο Χρήστος (που είναι πολύ καλός μηχανικός) του πρότεινε να του φτιάξει ένα εντουράκι που δεν έπαιρνε μπρος. Ο Θανάσης τον παρακολουθούσε σιωπηλός για ένα δεκάλεπτο, οπότε, σε μια στιγμή, γυρίζει και του λέει: «Αφήστε το και φύγετε ρε, περισσότερο κουράζομαι να σε βλέπω. Θα το φτιάξω κάποια στιγμή, που θα αδειάσω, μόνος μου… ».

ΟΤΑΝ πήγαινε ο Θανάσης για δουλειά, εμείς ανεβαίναμε στη Ροδόπη και χαζεύαμε τα φαράγγια της και από ψηλά τον Νέστο, να τα διασχίζει σαν ένα μεγάλο φίδι δεκάδων χιλιομέτρων…

Ο Νέστος, που έχει τις πηγές του στη γειτονική Βουλγαρία, είναι ένα από τα μεγαλύτερα ποτάμια της πατρίδας μας και πριν φτάσει στα παράλια του Ανατολικού Αιγαίου, διανύει μια απόσταση 243 χιλιομέτρων σε ελληνικό έδαφος.

ΣΥΜΦΩΝΑ με την ελληνική μυθολογία, ο Νέστος γεννήθηκε στις απαρχές του χρόνου και πριν οι άνθρωποι περπατήσουν στη Γη…

ΠΑΤΕΡΑΣ του ήταν ο Ωκεανός, μητέρα του η Τηθύς και είχε αδέλφια άλλα 12.456 ποτάμια και 3.000 Νύμφες…

ΚΑΤΑ τον Ηρόδοτο, ο Νέστος αποτελούσε το βορειότερο όριο εξάπλωσης των λιονταριών της Ελλάδας…

ΣΤΟ μεταξύ, αν αληθεύει ότι ο Ηρακλής σκότωσε στη Νεμέα (που πέρασα προχθές… ) το προτελευταίο λιοντάρι της ελληνικής επικράτειας, δεν αποκλείεται το μαρμάρινο λιοντάρι, της Αμφίπολης, που ακόμα φυλάει τη γέφυρα του διπλανού Στρυμόνα, να είναι το τελευταίο και να «αναστηθεί» μια μέρα…

ΜΙΑ μέρα, πριν πιούμε τις τελευταίες μπύρες με τον Θανάση και αποχαιρετήσουμε την Ροδόπη και τον παιχνιδιάρη (και ευέλικτο… ) Νέστο, που περνά δίπλα από τα Κομνηνά, επισκεφθήκαμε την παλιά πόλη της Κομοτηνής.

Η τελευταία φορά που είχα περάσει από την πόλη αυτή της Θράκης ήταν το 2008 και θα πρέπει να ομολογήσω ότι η εικόνα της έχει βελτιωθεί.

ΤΑ μαγαζιά και, ιδιαίτερα, τα εστιατόρια στο ιστορικό κέντρο της πόλης, ήταν γεμάτα κόσμο, που μιλούσε και Ελληνικά και Τουρκικά, ενώ το φαγητό που φάγαμε σε μια ταβέρνα, που βρισκόταν σε ένα παραδοσιακό στενάκι με κληματαριές ήταν πολύ καλό…

ΤΗΝ επόμενη μέρα ξεκινήσαμε για την Ήπειρο, προκειμένου να επισκεφθούμε τον Γράμμο, την Κόνιτσα και τα Γιάννενα και να περάσουμε και πάλι από τα αξέχαστα Τζουμέρκα…