Την περασμένη Τετάρτη, 5 Οκτωβρίου, στην αίθουσα της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Νότιας Αυστραλίας, ο καθηγητής Μιχάλης Τσιανίκας, διευθυντής του Αυστραλιανού Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού ΛΟΓΟΣ του Πανεπιστημίου Φλίντερς, έδωσε διάλεξη, με θέμα: «Τι είναι τέλος πάντων ο ελληνισμός;».
Ο καθηγητής έκανε αρχικά μια λεπτομερή ιστορική αναφορά στον όρο «ελληνισμός», ξεκινώντας από τις ρίζες του, τις αλλαγές που υπέστη με το πέρασμα των αιώνων και τους ποικίλους τρόπους με τους οποίους τον ερμήνευσαν μεγάλοι Έλληνες ποιητές.
«Ήταν μια μεγάλη ιστορική διαδρομή που συνοδεύτηκε από ανάγνωση ποιημάτων, τα οποία με το δικό τους τρόπο, αποκάλυπταν πιο ζωντανά τα ιστορικά πεπραγμένα» δήλωσε στο «Νέο Κόσμο» ο κ. Τσιανίκας.
Σύμφωνα με τον καθηγητή, η έννοια του ελληνισμού δεν υπήρχε στα χρόνια της κλασικής αρχαίας Ελλάδας, όπως λανθασμένα πιστεύουν πολλοί. Aντίθετα, είναι δημιούργημα της Ελληνιστικής Εποχής. Μάλιστα, ο συγκεκριμένος όρος αναφέρεται για πρώτη φορά μόλις το 285 π.Χ. σε κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης (Μακαβαίοι), όπου αντιπαραβάλλεται με τον εβραϊσμό και ξανά αργότερα, 300-400 χρόνια αργότερα (Αθήναιος Ναύκρατις, Στράβων, Απολλώνειος ο Δύσκολος, Ιουλιανός Παραβάτης) και έχει να κάνει με αναφορές στη χρήση του ελληνικού λόγου.
«Το ότι ο όρος δεν υφίσταται κατά την κλασική εποχή είναι κατανοητό, εφόσον οι αυτόνομες ελληνικές πόλεις ήταν στραμμένες στον ίδιο τον εαυτό τους, τον ελληνικό: οι υπόλοιποι ήταν «βάρβαροι» λέει ο κ. Τσιανίκας.
Η ελληνική γλώσσα και ο πολιτισμός αρχίζουν να αποτελούν πλέον κοινό σημείο αναφοράς για τους λαούς γύρω από τη Μεσόγειο, αφού εντάσσονται και επικοινωνούν στην ελληνική γλώσσα, δημιουργώντας έτσι μια κοινή έννοια, αυτή του ελληνισμού.
Ο κ. Τσιανίκας αναφέρθηκε στο ποίημα «Των Εβραίων» του Καβάφη μέσα από το οποίο ο ποιητής εξηγεί τις κοινωνικοπολιτικές αλλαγές που άρχισε να υφίσταται ο ελληνισμός και τις διαμάχες που ξεσπούν ανάμεσα στους Έλληνες ως αποτέλεσμα.
«Η επέκταση του Μεγάλου Αλεξάνδρου και η δημιουργία μιας πρωτόφαντης «παγκόσμιας» μητρόπολης, όπως η Αλεξάνδρεια, δημιούργησε την άμεση ανάγκη να χτίσουμε σα λαός αυτό που είμαστε, όχι χωρίς τους άλλους αλλά και με τους άλλους, και τότε, από ανάγκη και μόνον, ο «καθαρόαιμος» ελληνόφρων συνάντησε για πρώτη φορά και κλήθηκε να αναμετρηθεί με την εβραϊκή παράδοση (κυρίως μετά τη μετάφραση των Εβδομήκοντα στην Αλεξάνδρεια)» εξηγεί ο καθηγητής, ο οποίος θεωρεί ότι η συγκεκριμένη μετάφραση έγινε για λόγους συστηματικής πολιτικής των Πτολεμαίων να συλλέγουν, να μεταφράζουν τα πάντα (στην περίφημη βιβλιοθήκη τους) και να εξυπηρετούν τις άμεσες θρησκευτικές ανάγκες της πολύ σημαντικής εβραϊκής κοινότητας της Αλεξάνδρειας, που είχε εξελληνισθεί (αλλά δεν έχασε τη θρησκευτική της παράδοση). Αυτό έμελλε να έχει συγκλονιστικές συνέπειες.
Ο ομιλητής ασχολήθηκε επίσης με την επιρροή που άσκησε η εμφάνιση του χριστιανισμού στην πορεία του ελληνισμού και το πώς συνυπήρξε με την εκκλησία ενώ αναφέρθηκε στη γέννηση του όρου «Ρωμιός» που πρωτοεμφανίστηκε την εποχή των Σταυροφοριών.
Ο κ. Τσιανίκας συνέχισε την αναδρομή του στον ελληνισμό κατά την περίοδο του Βυζαντίου και της Τουρκοκρατίας, λέγοντας ότι «ελληνισμός» την εποχή εκείνη εθεωρείτο αυτός που εντάσσεται στον χριστιανισμό, ενώ περιέγραψε πώς οι διαφωτιστές της εποχής επανέφεραν στη ζωή των Ελλήνων τον αρχαίο ελληνικό λόγο και πνεύμα.
Τέλος, ο καθηγητής μίλησε για τα μεγάλα λάθη που καταγράφηκαν κατά καιρούς από Έλληνες ηγέτες και τα οποία στοίχησαν πολύ στον «ελληνισμό» ως έννοια, ενώ τόνισε ότι από αυτά τα λάθη πρέπει σήμερα να διδαχθούμε προκειμένου να εξασφαλίσουμε το μέλλον και τη συνέχιση αυτών που μας καθιστούν Έλληνες.
«Ο Ελληνικός Διαφωτισμός, η δημιουργία της Νέας Ελλάδας, το ιδεολογικό μόρφωμα της Μεγάλης Ιδέας, η Μικρασιατική Καταστροφή, ο Εμφύλιος, η τωρινή κρίση και άλλα πολλά, ξαναφέρνουν στην επιφάνεια το επείγον ερώτημα: Ελληνισμός: Ποιοι είμαστε και πού πάμε;
«Σε όλες αυτές τις καταλυτικές κρίσεις, η έννοια Ελληνισμός δεν μπορεί παρά να γίνεται το «κοφτερό» εργαλείο κριτικής και ελεύθερης σκέψης. Ένα εργαλείο που φωτίζει τον ελεύθερα και αυτόνομα σκεπτόμενο νου που τα βάζει με τα κατεστημένα και τα αβασάνιστα αποδεκτά. Εκεί θα πρέπει να αγαπήσουμε τόσο πολύ αυτή την έννοια, να την ερωτευθούμε τόσο συγκλονιστικά και με τόσο πάθος, που να την ελευθερώσουμε σαν να μην είναι «δική μας».
«Τότε, μπορεί, φερ’ ειπείν να διαπιστώσουμε ότι «ελληνισμός» είναι μέθοδος ζωής και τρόπος σκέψης, που μας πάει στα πρώτα και φρέσκα ιδεώδη του ελληνισμού. Εκεί, παράδοξα έκπληκτοι, μπορεί να διαπιστώσουμε ότι περισσότερο ανήκει στον ελληνισμό ο «ξένος» που έχει «φάει με το κουτάλι» τον Πλάτωνα, όπως τρώμε εμείς το τζατζίκι. Θέλει αρετή και τόλμη η Ελευθερία» κατέληξε ο καθηγητής.