Τον κώδωνα του κινδύνου χτυπάει η Αποθεματική Τράπεζα της Αυστραλίας (Reserve Bank of Australia – RBA), προειδοποιώντας τους ιδιοκτήτες και τους ενοικιαστές διαμερισμάτων στα κέντρα των μεγάλων πόλεων, για τις πιθανές επιπτώσεις που μπορεί να έχει στην αγορά ακινήτων το διογκούμενο χρέος της Κίνας, το οποίο θεωρείται η σημαντικότερη απειλή που αντιμετωπίζει το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα.
Όπως τονίζει τονίζει η RBA στην εξαμηνιαία Επιθεώρηση Οικονομικής Σταθερότητας που εκδόθηκε την Παρασκευή, το οικονομικό σύστημα της Κίνας γίνεται όλο και μεγαλύτερο, πιο αδιαφανές και διαπλεκόμενο κι αυτό κάνει πολλές κινεζικές τράπεζες, ιδιαίτερα τις μικρότερες, να βρίσκονται σε επισφαλή θέση. Σύμφωνα με τους αναλυτές της RBA, τα κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας πολλών τραπεζών μπορεί να είναι μικρότερα από αυτά που παρουσιάζονται στις επίσημες εκθέσεις της Κίνας, ειδικότερα δεδομένης της συνολικής επιβράδυνσης του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης της χώρας.
Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Αυστραλίας και η χώρα από την οποία έχει σημειωθεί εισροή επενδυτών στον τομέα της αγοράς ακινήτων και μία κατάρρευση θα έχει αλυσιδωτές αντιδράσεις στο εσωτερικό της χώρας. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, δεδομένου του προσανατολισμού της Αυστραλιανής οικονομίας στον τομέα των ακινήτων, ύστερα από το τέλος της ‘χρυσής εποχής των εξορύξεων’. Τώρα, οι αναλυτές θεωρούν ότι ίσως η αγορά ακινήτων αγγίζει τα όριά της, καθώς η πρόσφατη ραγδαία αύξηση της ανέγερσης πολυκατοικιών στα κέντρα των μεγάλων πόλεων της Αυστραλίας σηματοδοτεί μια υπερπροσφορά μάλλον δυσανάλογη προς την ζήτηση.
Ο βαθμός έκθεσης των τραπεζών στον τομέα των ακινήτων υπολογίζεται στα 85 δισ. δολάρια (20-30 δισ. στο Σίδνεϊ και από 10-20 δισ. στην Μελβούρνη και το Μπρίσμπαν), κάτι που σημαίνει ότι, αν η υπερπροσφορά οδηγήσει σε μείωση των τιμών μεγαλύτερη από 25%, αυτό θα προκαλέσει κλυδωνισμούς στο τραπεζικό σύστημα. Οι αναλυτές βασίζουν τις εκτιμήσεις τους στο παράδειγμα της Ισπανίας και της Ιρλανδίας, όπου, μετά την Παγκόσμια Οικονομική Κρίση, οι τιμές των ακινήτων έπεσαν κατά 30% και 50% αντιστοίχως, ωστόσο τονίζουν ότι η Αυστραλιανή οικονομία έχει πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά από αυτά των ευρωπαϊκών χωρών, ενώ και ο ρυθμός ανέγερσης νέων πολυκατοικιών δεν είναι τόσο μεγάλος. Το πιθανότερο, σύμφωνα με τους αναλυτές, είναι η υπερπροσφορά διαμερισμάτων να περιοριστεί σε ορισμένες περιοχές, ενώ θα απορροφηθεί με το χρόνο, με την σταδιακή μετακίνηση πληθυσμών προς τις περιοχές του κέντορυ όπου θα υπάρχουν αυτές οι νέες, φθηνότερες κατοικίες.
ΝΕΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΑΚΙΝΗΤΩΝ
Η RBA εκτιμά ότι οι Αυστραλοί δανειολήπτες συνολικά είναι 2,5 χρόνια μπροστά στις αποπληρωμές των στεγαστικών δανείων αλλά πίσω από την συνολική εικόνα υπάρχουν πολλές διαφορές μεταξύ των ατομικών περιπτώσεων, καθώς πολλοί εξ αυτών δεν διαθέτουν κεφαλαιακά αποθέματα, ειδικότερα οι νέοι δανειολήπτες και εκείνοι με χαμηλότερο εισόδημα. Ένα από τα προβλήματα της αγοράς ακινήτων είναι το ότι οι τράπεζες προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τους πιθανούς κινδύνους, διαμορφώνοντας ένα πιο αυστηρό πλαίσιο δανεισμού. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα συχνά οι εκτιμήσεις των τραπεζών είναι χαμηλότερες από τις τιμές που συμφωνούν οι αγοραστές, όταν κλείνουν ένα ακίνητο από τα σχέδια, πριν την ανέγερσή του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την μείωση της ζήτησης νέων διαμερισμάτων, παρά την υπερπροσφορά που υπάρχει στις όλο και περισσότερες υπό ανέγερση πολυκατοικίες.
Όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, τα επόμενα χρόνια θα μπουν στην αγορά ακινήτων περί τα 120 χιλιάδες διαμερίσματα, μία άνθιση χωρίς ιστορικό προηγούμενο που να επιτρέπει προβλέψεις για το ποια θα είναι η κατάληξη. Η έκρηξη της αγοράς ακινήτων τροφοδοτήθηκε από τα ιστορικά χαμηλά επιτόκια, την αύξηση του πληθυσμού των μεγάλων πόλεων, αλλά και από την εισροή ξένων επενδυτών, οι οποίοι ανεβάζουν τις τιμές. Προς το παρόν, δεδομένου ότι χρειάζεται μία διετία μέχρι να ολοκληρωθούν οι υπό ανέγερση πολυκατοικίες, οι επενδύσεις είναι ασφαλείς, τονίζουν οι ειδικοί. Αν όμως μειωθεί η ζήτηση από το εξωτερικό, ή αν οι χαμηλές αποδόσεις αυτών των επενδύσεων αποδειχθούν μη βιώσιμες, οι αυστραλιανές τράπεζες θα βρεθούν σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση.