Η πρώτη κατοικία πρέπει να συμπεριληφθεί στο τεστ περιουσιακών στοιχείων και αν η αξία της υπερβαίνει τις $450.000, τότε θα πρέπει να μειώνεται η σύνταξη όσων την λαμβάνουν, για τουλάχιστον πέντε χρόνια από τότε που θα φτάσουν στην συντάξιμη ηλικία.

Αυτή είναι μία από τις προτάσεις που συμπεριλαμβάνει εισήγηση του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αυστραλίας προς την κυβέρνηση, προκειμένου η αυστραλιανή οικονομία να επανέλθει σε πλεονασματική θέση.

Σύμφωνα με την πρόταση, αν κάποιος ηλικιωμένος δεν έχει άλλα περιουσιακά στοιχεία και εισοδήματα για να ζήσει και το σπίτι του κοστίζει πάνω από $450,000, θα λάβει σύνταξη αλλά τη σύνταξη αυτή θα πρέπει να την λαμβάνει ως άτοκο δάνειο έναντι της πρώτης κατοικίας (καθώς θα είναι το μόνο περιουσιακό του στοιχείο), δάνειο το οποίο θα ξεπληρωθεί από την πώληση του σπιτιού του, αν μπει σε οίκο ευγηρίας ή αν φύγει από τη ζωή. 

Όπως προτείνεται,τα παραπάνω μέτρα θα πρέπει να ισχύσουν για τους μελλοντικούς συνταξιούχους και αναφέρει ότι η συντάξιμη ηλικία πρέπει έως το 2035 να ανέβει στα 70 χρόνια. 

Το Επιμελητήριο στην εισήγησή του προτείνει στην κυβέρνηση να αλλάξει το ισχύον καθεστώς πώλησης ή μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων αυτών που πλησιάζουν σε συντάξιμη ηλικία, γιατί, όπως αναφέρει, μόνο έτσι θα σταματήσει η αύξηση του αριθμού αυτών που δικαιούνται να πάρουν το κρατικό επίδομα σύνταξης. 

Όπως έχει σήμερα, αν κάποιος μεταβιβάσει ή πουλήσει τα περιουσιακά του στοιχεία πέντε χρόνια πριν φτάσει στην συντάξιμη ηλικία ή κάνει αίτηση παροχής σύνταξης, αυτά δεν υπολογίζονται στο τεστ περιουσιακών στοιχείων το οποίο «αποφασίζει» αν θα λάβει σύνταξη ή το ποσό σύνταξης που θα λάβει. Αυτό, σύμφωνα με την πρόταση του επιχειρηματικού οργανισμού, θα πρέπει να αλλάξει. 

Εν τω μεταξύ, το Επιμελητήριο προτείνει στην κυβέρνηση να μελετήσει σοβαρά το ενδεχόμενο να θέσει όριο για την αξία της πρώτης κατοικίας, όριο που αν η αξία της το ξεπερνά, ο ηλικιωμένος δεν θα δικαιούται καθόλου σύνταξη. 

Οι προτάσεις του Επιμελητηρίου κατατέθηκαν σε ειδική κυβερνητική επιτροπή στο πλαίσιο των εισηγήσεων που θα λάβει η κυβέρνηση υπόψη της για την κατάρτιση του επόμενου προϋπολογισμού της χώρας.

Και ενώ το όργανο των επιχειρηματιών της χώρας θεωρεί ότι όσο λιγότεροι ηλικιωμένοι λαμβάνουν σύνταξη τόσο το καλύτερο για την οικονομία της χώρας, προτείνει την ίδια στιγμή φοροαπαλλαγές για τις μεγάλες επιχειρήσεις. Η «συμβουλή» του Επιμελητηρίου στην κυβέρνηση είναι να μειώσει το ποσοστό φορολόγησης των επιχειρήσεων στο 25% και να φροντίσει να αλλάξει τον εργασιακό νόμο προς όφελός τους. 

Η κυβέρνηση αρνήθηκε να σχολιάσει τις υπόλοιπες προτάσεις του Επιμελητηρίου αλλά όσον αφορά τις αλλαγές στις συντάξεις η υπουργός Εσόδων και Οικονομικών Υπηρεσιών Κέλι Ο’ Ντουάιρ, δήλωσε ότι τα μέτρα που προτείνει το Επιμελητήριο δεν συμφωνούν με την πολιτική της κυβέρνησης.