ΕΠ’ ΕΥΚΑΙΡΙΑ της εκστρατείας «Μιλάμε Ελληνικά το Μάρτη», που άρχισε πριν τρία χρόνια, αποφάσισα να αφιερώσω και τη σημερινή στήλη -όπως έκανα και το περασμένο Σάββατο με τον «Αιθεροβάμονα»- στην ελληνική γλώσσα…
ΣΤΗΝ προσπάθειά μου, λοιπόν, να γράψω δυο κουβέντες παραπάνω και να καλύψω το θέμα κάπως διαφορετικά, έριξα μια γρήγορη ματιά στο διαδίκτυο σε κείμενα, άρθρα και συνεντεύξεις του Κορνήλιου Καστοριάδη για την ελληνική γλώσσα…
ΜΕΤΑΞΥ των άλλων, είδα για άλλη μια φορά στο YouTube το βιντεάκι από την διάλεξή του στο Λεωνίδιο, το καλοκαίρι του 1984 και την απόλαυσα…
ΣΤΟ Λεωνίδιο είχε πάει για διακοπές και όταν ο πρόεδρος της Αρκαδικής κωμόπολης πληροφορήθηκε ότι ήταν εκεί, τον κάλεσε να μιλήσει στους συμπολίτες του για τη σημασία της αρχαίας ελληνικής δημοκρατίας στις μέρες μας…
Ο Κορνήλιος δέχτηκε διστακτικά να μιλήσει μιας και όπως είπε, βρισκόταν εκεί για διακοπές και τον έπιασαν εντελώς απροετοίμαστο. Παρ’ όλα αυτά, μίλησε, ενώ η διάλεξη εκείνου του μακρινού καλοκαιριού θεωρείται σήμερα θρυλική…
Ο λόγος που επέλεξα ένα απόσπασμα από την εισαγωγή εκείνης της διάλεξής του, δεν είναι μόνο γιατί μου άρεσε, αλλά γιατί συμπυκνώνει -κατά τη γνώμη μου- τη γέννηση του κόσμου, ο οποίος γέννησε τη γλώσσα, πάνω στην οποία στηρίχθηκε και οικοδομήθηκε ο ελληνικός πολιτισμός…
ΕΠΕΙΔΗ στον Κορνήλιο Καστοριάδη έχω αναφερθεί πολλές φορές στο παρελθόν, λόγω έλλειψης χώρου, θα προσθέσω, ότι γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη τον Μάρτη του 1922 και πέθανε στο Παρίσι τον Δεκέμβρη του 1997…
ΝΑ, όμως, πώς έχει η εισαγωγή της ιστορικής εκείνης διάλεξης:
«Η ερμηνεία που είχε παλιότερα επικρατήσει και διαδοθεί για τον αρχαίο ελληνικό κόσμο και άνθρωπο, σαν κόσμο και άνθρωπο αρμονίας και μέτρου, είναι παιδαριωδώς αφελής, ειδυλλιακή προβολή δυτικών σχημάτων και νοσταλγιών του 18ου και 19ου αιώνα.
Η αρμονία και το μέτρο για τους αρχαίους Έλληνες δεν είναι δεδομένα, αλλά προβλήματα και σκοπός που η πραγματοποίησή τους είναι πάντα αβέβαιη και επισφαλής σε ό,τι άφορα την ανθρώπινη ζωή.
ΚΕΝΤΡΙΚΗ για την αρχαία ελληνική σύλληψη είναι η ιδέα του Χάους. Για τον Ησίοδο (Θεογονία, στίχος 116), το σύνολο των όντων (θεοί και άνθρωποι, «πράγματα», «φαινόμενα» και «δυνάμεις») γεννιέται από το χάος, δηλαδή από το τίποτα, το κενό, το μηδέν (χαίνω): ἤτοι μὲν πρώτιστα Χάος γένεται’.
ΑΥΤΟ το Χάος δεν έχει σχέση με την πολύ μεταγενέστερη έννοια του χάους ως συμφυρμού, κυκεώνα, γενικευμένης αταξίας. Εντούτοις όμως, στην ίδια την Θεογονία υπάρχει ένα έσχατο μέρος ή βάθος, μια ανάποδη του κόσμου, που είναι Χάος με την μεταγενέστερη έννοια: ο ποιητής του δίνει, συμβατικά και συμβολικά, το όνομα Τάρταρος.
ΟΙ «ρίζες» του κόσμου -«της γης και της στείρας θάλασσας»- βγαίνουν απ’ αυτό το τεράστιο κιούπι, που το στόμα του το ζώνει «τριπλή νύχτα». Οι «ρίζες» του κόσμου -κόσμος = τάξη-, η «άλλη του όψη» είναι αυτός ο τερατώδης χώρος. Σε τούτη μόνο την όψη (όπου ζούμε και εμείς) βασιλεύει -προς το παρόν- ο Ζευς, και την κάνει να είναι κατά κάποιο τρόπο κόσμος.
Ο κόσμος δεν είναι καμωμένος για τους ανθρώπους ούτε ενδιαφέρεται γι’ αυτούς. Γενικότερα, σύμφωνα με την αρχαία ελληνική αντίληψη για την ζωή, δεν υπάρχει καμία υπερβατική εξωκοσμική δύναμη που να ενδιαφέρεται για τούς ανθρώπους, ακόμα λιγότερο, να τούς «αγαπάει».
ΟΙ θεοί επεμβαίνουν μόνο αν κάποιος τούς ζημιώσει ή ασεβήσει εις βάρος τους κλπ. Έξαλλου, και οι ίδιοι οι θεοί δεν είναι παντοδύναμοι, υπόκεινται σε μια απρόσωπη Μοίρα, η οποία έφερε πρώτα τον Ουρανό, έπειτα τον Κρόνο κι έπειτα τον Δία.
Ο Προμηθέας, στην ομώνυμη τραγωδία του Αισχύλου, μηνύει στον Δία μέσω του αγγελιαφόρου του Ερμή ότι: Νέοι, νέαν εξουσία κατέχετε και νομίζετε πως κατοικείτε απροσπέλαστα απ’ τον πόνο παλάτια· μήπως δεν είδα μέχρι τώρα την καθαίρεση δύο τυράννων; Έτσι και τον τρίτο, τον σημερινό αφέντη θα δω να πέφτει πολύ άσχημα και πολύ σύντομα..
ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ μέχρι το τέλος του 5ου αιώνα -κι αυτή είναι η εποχή που με ενδιαφέρει: 8ος-5ος αιώνας- για την αρχαία ελληνική αντίληψη, η μετά θάνατον ζωή η δεν υπάρχει ή, αν υπάρχει, είναι πολύ χειρότερη απ’ την επίγεια ζωή.
ΑΥΤΟ λέγεται σαφώς στην Οδύσσεια, όταν ο Οδυσσέας συναντά τη σκιά του νεκρού Αχιλλέα στον Άδη, η οποία και τού λέει: Το θάνατο μη μου παινεύεις λαμπρέ Οδυσσέα. Καλύτερα την γη να δουλεύω υποτακτικός κάποιου φτωχού χωριάτη με λίγο βιός, παρά να βασιλεύω σ’ όλους αυτούς τούς σβησμένους νεκρούς.
ΣΥΜΦΩΝΑ με τον Koρνήλιο Καστοριάδη, ο νόμος της υπάρξεώς του είναι: είναι νόμος γενέσεως και φθοράς, επιστροφής στο χάος, αν μπορώ να πω, και αναδημιουργίας του κόσμου από το χάος.
Η ιδέα ενός ιστορικού νόμου, εγγυητή μιας ιδανικής κοινωνίας, είναι ιδέα άγνωστη στους Έλληνες, όπως άγνωστος είναι ο μεσσιανισμός ή η δυνατότητα εξωκοσμικής φυγής.
Η θεώρηση αυτή εμπνέει μια στάση, σύμφωνα με την οποία ότι είναι να γίνει θα γίνει εδώ. Ό,τι δεν γίνεται εδώ, δεν γίνεται για μας, δεν μας αφορά, γίνεται άλλου, μεταξύ θεών, ή γίνεται στις ρίζες τού χάους. Το σημαντικό για μας γίνεται εδώ, εξαρτάται από μας κι εμείς θα το κάνουμε.
ΔΕΝ θα το κάνει ούτε ο θεός, ούτε η ιστορική αναγκαιότητα, ούτε καμία πολιτική διεύθυνση, κάτοχος της επιστημονικής σοφίας επί των πολιτικών πραγμάτων, θα το κάνουμε εμείς οι άνθρωποι -αν γίνεται, κι αν μας αφήσει η Μοίρα- ή δεν μπορεί να γίνει. Και αυτό εν γνώσει μας ότι υποκείμεθα στον ίδιο νόμο που διέπει και τον υπόλοιπο κόσμο, νόμο γενέσεως και φθοράς.
ΤΟ χάος το έχουμε και μέσα μας με την μορφή της ύβρεως, δηλ. της άγνοιας ή αδυναμίας αναγνωρίσεως των ορίων των πράξεων μας διότι, βεβαίως, αν τα όρια ήσαν σαφή και αναγνωρίσιμα εκ των προτέρων, δεν θα υπήρχε ύβρις, θα υπήρχε απλώς παράβαση ή αμάρτημα, έννοιες χωρίς κανένα βάθος.
ΑΥΤΟ είναι έξαλλου κι ένα απ’ τα μαθήματα της τραγωδίας, η οποία συνδέεται άμεσα με την φιλοσοφία και την γονιμοποιεί. Σαν πολιτικός θεσμός η τραγωδία είναι θεσμός αυτοπεριορισμού.
ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΩ διαρκώς στους Αθηναίους πολίτες ότι υπάρχουν όρια άγνωστα εκ των προτέρων στο δρών υποκείμενο, το όποιο ενεργεί υπεύθυνα αναλαμβάνοντας τους κινδύνους των πράξεών του. Κανείς δεν μπορεί να του τα υποδείξει εκ των προτέρων. Μόνο του πρέπει να τα καταλάβει η να τα διαισθανθεί.
Ο φόβος του θανάτου διακατείχε παντού και πάντοτε όλους τούς θνητούς. Ίσως αυτός μάς εμποδίζει κι εμάς σήμερα, όπως εμπόδισε πολλές φορές στο παρελθόν τούς ανθρώπους, να έχουμε τον απαιτούμενο οίστρο για την ζωή μας, να έχουμε δηλαδή την επίγνωση ότι είμαστε πραγματικά θνητοί, και ότι έχουμε να κάνουμε, αν γίνεται, θα γίνει εδώ, από μάς, και εδώ θα το κάνουμε, εμείς.
ΑΥΤΕΣ τις ιδέες τις ονομάζω κεντρικές φαντασιακές σημασίες. Αποτελούν τρόπο σημασιοδότησης της πραγματικότητας, της ανθρώπινης ζωής και του κόσμου.
ΤΙΣ συναντάμε από την καταβολή, από την αρχική σύσταση τού ελληνικού κόσμου, από τον Όμηρο ήδη και από την μυθολογία. Η σημασία της διαδοχής Ουρανού, Κρόνου, Διός, όπως περιγράφεται από τον μύθο, εκφράζει την ίδια αυτή φιλοσοφική αντίληψη που προσπάθησα να διατυπώσω περιληπτικά.
ΓΙ’ ΑΥΤΟ και θα μπορούσε να πει κανείς ότι υπάρχουν πολλές και ωραίες μυθολογίες, μια όμως είναι αληθινή: η αρχαία ελληνική. Αληθινή με την έννοια ότι όλοι οι μύθοι της έχουν ένα σημασιακό υπόβαθρο, μέσα στο οποίο κατοπτρίζεται η ίδια μας η ζωή και κάθε ανθρώπινη ζωή.
Ο ελληνικός κόσμος κτίζεται πάνω στην επίγνωση ότι δεν υπάρχει φυγή από τον κόσμο κι από τον θάνατο, ότι ο άνθρωπος είναι θνητός. Στο σημείο αυτό θα τολμήσω να διορθώσω έναν μεγάλο Έλληνα ποιητή, τον Ανδρέα Εμπειρίκο.
ΣΤΟ ποίημα του «Εις την οδόν των Φιλελλήνων», ο Εμπειρίκος τελειώνει με την ευχή: «να γίνη […] πανανθρώπινη, η δόξα των Ελλήνων, που πρώτοι, θαρρώ, αυτοί, στον κόσμο εδώ κάτω, έκαμαν οίστρο της ζωής τον φόβο του θανάτου».
ΕΓΩ θα έλεγα: έκαμαν οίστρο της ζωής την γνώση του θανάτου. Ο φόβος του θανάτου διακατείχε παντού και πάντοτε όλους τούς θνητούς.
ΙΣΩΣ αυτός μας εμποδίζει κι εμάς σήμερα, όπως εμπόδισε πολλές φορές στο παρελθόν τούς ανθρώπους, να έχουμε τον απαιτούμενο οίστρο για την ζωή μας, να έχουμε δηλαδή την επίγνωση ότι είμαστε πραγματικά θνητοί, και ότι έχουμε να κάνουμε, αν γίνεται, θα γίνει εδώ, από μάς, και εδώ θα το κάνουμε, εμείς».
ΠΛΗΡΟΦΟΡΩ τους ενδιαφερόμενους ότι στο YouTube υπάρχει ολόκληρη η διάλεξη του Λεωνιδίου, απ’ όπου και πήρα το πιο πάνω απόσπασμα, καθώς και άλλες συνεντεύξεις και ομιλίες του Κορνήλιου Καστοριάδη…