Οι απαντήσεις της στις ερωτήσεις μου είναι κοφτές και επί της ουσίας. Περιορίζεται στα απολύτως απαραίτητα και στη συνέχεια μου ζητά να τις υποβάλω εγγράφως.
Βρίσκεται στο σώμα από το 2012, με πληροφορεί και ο λόγος που την ώθησε να πάρει αυτήν την απόφαση, ήταν ότι «την εμπνέει το επάγγελμα για το λόγο ότι έχει την ευκαιρία να προσφέρει τις υπηρεσίες της στην κοινωνία». Από τους χώρους που καλύπτει είναι ο εκφοβισμός (μπούλινγκ) στα σχολεία και η ενδοοικογενειακή βία. Δύο καυτά θέματα που πλήττουν ένα μεγάλο κομμάτι της πλατύτερης κοινωνίας και όχι ακριβώς νέα στο χώρο.
Η ερώτηση που καλείται να απαντήσει η αστυνομικός Σοφία Αλεξίου, είναι «αν ο εκφοβισμός στα σχολεία σήμερα εξαπλώνεται».
«Εκείνο που θα έλεγα είναι ότι σήμερα βγαίνει περισσότερο στην επιφάνεια και κερδίζει μεγαλύτερο έδαφος στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ιδιαίτερα μετά την εφαρμογή του νόμου Brodie, έχουμε δει το πρόβλημα να αποκαλύπτεται σε περισσότερα σχολεία και να ζητείται η βοήθεια της Αστυνομίας, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για εκφοβισμό, μπούλινγκ μέσω του διαδικτύου.
Σίγουρα το μπούλινγκ δεν αποτελεί νέο φαινόμενο. Υπήρχε πάντοτε. Εκείνο που του έχει δώσει διαστάσεις και το έκανε πιο ορατό αν θέλεις, είναι ότι συμβαίνει με τα νέα μέσα επικοινωνίας, το διαδίκτυο, και από νεότερα, σήμερα, άτομα».
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Στο ερώτημα «σε ποιο στάδιο επεμβαίνει η Αστυνομία», η Σοφία Αλεξίου θα πει: «Υπάρχουν, αν θέλεις, δύο στάδια. Το ένα ανάγεται στην έρευνα, όταν έχει ήδη συμβεί κάποια πράξη εκφοβισμού, προκειμένου να εντοπιστεί ο ένοχος. Να υπενθυμίσω, επίσης, ότι υπάρχουν νόμοι οι οποίοι απαγορεύουν τον εκφοβισμό και μέσω του διαδικτύου».
Αναφέρεται στον νόμο Brodie, ο οποίος καλύπτει όλες τις μορφές εκφοβισμού, συμπεριλαμβανομένης της σωματικής και της ψυχολογικής βίας καθώς και εκείνης μέσω του διαδικτύου.
Ονομάζεται Brodie’s Law, από την περίπτωση μιας νέας γυναίκας, της Brodie Panlock, η οποία είχε υποστεί σοβαρή και συνεχή κακοποίηση στο χώρο της εργασίας της και, τελικά, αυτοκτόνησε.
Στο ίδιο θέμα του εκφοβισμού, η αστυνομικός Σοφία Αλεξίου, αναφέρει ότι η Αστυνομία παίρνει και προληπτικά μέτρα, όπως με το να επισκέπτεται τα σχολεία και να πληροφορήσει τους μαθητές τι αποτελεί μπούλινγκ μέσω του διαδικτύου, πώς να το αποφύγουν και, φυσικά, ποιες είναι οι συνέπειες και οι κυρώσεις.
«Συμβουλεύουμε τα παιδιά που πέφτουν θύματα εκφοβισμού, να μιλούν πάντοτε σε κάποιον ενήλικα που εμπιστεύονται, όπως είναι οι γονείς τους ή ο δάσκαλος. Εξάλλου, όλα τα σχολεία απασχολούν ειδικά, γι’ αυτό το θέμα άτομα».
Από τον εκφοβισμό, πηγαίνουμε στο σεξουαλικό βιασμό στα σχολεία και ρωτούμε «τι διαστάσεις έχει πάρει σήμερα».
«Τα σχολεία μας προσπαθούν να εξασφαλίσουν ένα ασφαλές και αξιοπρεπές περιβάλλον για όλους τους μαθητές. Γνωρίζουμε ότι σεξουαλικοί βιασμοί έχουν συμβεί σε σχολεία, χωρίς όμως στατιστικές είναι δύσκολο να προβώ σε περαιτέρω σχόλια».
ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΒΙΑ
Από το μπούλινγκ στα σχολεία, πηγαίνουμε σε έναν άλλο, εξίσου κρίσιμο χώρο, αυτόν της ενδοοικογενειακής βίας, που, όπως θα πει η Σοφία Αλεξίου, απορροφά το 25% του επαγγελματικού της χρόνου και ρωτάμε σε ποιο στάδιο συνήθως ειδοποιείται η Αστυνομία σήμερα.
Απευθύνουμε το ερώτημα αυτό, γνωρίζοντας ότι παραδοσιακά μόνο σε πολύ ακραίες περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, είχε ανάμιξη η Αστυνομία.
«Είναι γεγονός ότι συχνά η Αστυνομία ειδοποιείται από τους γείτονες ή άτομα τα οποία συνέβη να περνούν έξω από το σπίτι και ν’ ακούσουν φωνές. Κι αυτό γιατί απαιτείται αρκετός χρόνος για το θύμα να αναλάβει το κουράγιο και να αισθανθεί άνετα ώστε να ειδοποιήσει την Αστυνομία.
Από την πλευρά μας, ενθαρρύνουμε πάντοτε την επικοινωνία μαζί μας, δεδομένου ότι συνεργαζόμαστε με άλλους φορείς ώστε να προσφέρουμε την καλύτερη στήριξη στις οικογένειες που πλήττονται.
Τελικά, μπορούμε να πούμε ότι τα θύματα -γυναίκες στην πλειονότητά τους- είναι περισσότερο διατεθειμένα σήμερα να καλέσουν την Αστυνομία και να ζητήσουν βοήθεια για το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν;
«Είναι δύσκολο να απαντήσει κανείς με βεβαιότητα σ’ αυτό το ερώτημα. Έχουμε καταβάλει μεγάλες προσπάθειες και έχουμε κάνει πολλή δουλειά σ’ αυτό συγκεκριμένα τον τομέα. Να ενθαρρύνουμε δηλαδή τα άτομα που αντιμετωπίζουν αυτό το πρόβλημα να μας πλησιάσουν και να μιλήσουν μαζί μας και θα συνεχίσουμε πάνω σ’ αυτές τις γραμμές. Εκείνο που διαπιστώνουμε, θα πρέπει να πω, είναι ότι τα θύματα βίας καλούν στην πλειονότητά τους γραμμές βοήθειας, όπως είναι, για παράδειγμα, το 1800 RESPECT, για πληροφορίες και την Αστυνομία μόνο όταν η κατάσταση είναι κρίσιμη και υπάρχει ανάγκη άμεσης βοήθειας».
Μπορούμε να πούμε ότι το πρόβλημα της ενδοοικογενειακής βίας έχει πάρει σήμερα μεγαλύτερες διαστάσεις;
«Δεν νομίζω ότι το πρόβλημα έχει επιδεινωθεί. Σίγουρα, όμως, έχει βγει περισσότερο στην επιφάνεια και εξετάζεται βαθύτερα. Επίσης, θα πρέπει να τονιστεί ότι υπάρχουν περισσότερα μέσα βοήθειας σήμερα για τα θύματα, καθώς και αυστηρότερες ποινές, προκειμένου να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά το σοβαρό αυτό πρόβλημα.
Το Taskforce Alexis στο Moorabbin για παράδειγμα, στοχεύει ειδικά σε ενδοοικογενειακή βία, σε περιπτώσεις που άτομα παραβιάζουν τους περιοριστικούς όρους που τους έχουν επιβληθεί, περιφρονούν το νόμο και τα θύματά τους» θα καταλήξει η αστυνομικός Σοφία Αλεξίου.
Σε σχετικό ερώτημα «τι προκαλεί την ενδοοικογενειακή βία, η ίδια θα πει ότι «είναι θέμα ισχύος. Μία πάλη όπου ο ένας προσπαθεί να υπερισχύσει του άλλου. Το αλκοόλ και τα ναρκωτικά, σε πολλές περιπτώσεις επιδεινώνουν την κατάσταση, όπου υπάρχει η τάση αυτή».
Στη συνέχεια, η ίδια θα προσθέσει ότι το πρόβλημα της ενδοοικογενειακής βίας έχει σοβαρές επιπτώσεις στα παιδιά. «Δημιουργούνται ψυχολογικά προβλήματα, χάνονται μαθήματα από την απουσία τους από το σχολείο και επιπλέον όταν ζουν τη βία, το πιθανότερο είναι ότι θα την εφαρμόσουν στη δική τους προσωπική ζωή αργότερα. Υπάρχουν βέβαια και περιπτώσεις που θα συμβεί το αντίθετο, δηλαδή ένα παιδί που βιώνει τη βία μέσα στο ίδιο το σπίτι του, προσπαθεί με κάθε μέσο να την αποφύγει στη δική του προσωπική ζωή και αργότερα όταν θα δημιουργήσει οικογένεια.
Επιπλέον, χωρίς τη στήριξη της οικογένειας, την έλλειψη ασφάλειας, το παιδί υπάρχει φόβος να οδηγηθεί σε άσχημους δρόμους».
Η ίδια προσθέτει ότι η ελληνική οικογένεια πλήττεται από τα ίδια προβλήματα και ναι, υπάρχει η τάση της απόκρυψης, ιδιαίτερα από τους μεγαλύτερους της πρώτης γενιάς.