Πλησιάζει η μεγάλη γιορτή της Παναγίας. Σε λίγες ημέρες, πρωί-πρωί, στις εκκλησιές μας, θα χτυπήσουν οι καμπάνες. Για τη χώρα που ζούμε η μεγάλη μέρα δεν είναι… αργία εξαιρετέα γι’ αυτό και εμείς, οι μιας κάποιας ηλικίας, πάντα κάτι βρίσκουμε, για να κρατήσουμε αυτό που κουβαλήσαμε απ την πατρίδα.
Σε πόλεις και χωριά της πατρίδας, η μεγάλη γιορτή της Χριστιανοσύνης, σχεδόν η μεγαλύτερη, η γιορτή Της. Οι χιλιάδες πατριώτες μας που βρίσκονται για καλοκαιρινές διακοπές στην Ελλάδα, όλοι θα χαρούν και θα ζήσουν μια ξεχωριστή ημέρα, την ερχόμενη Τρίτη, στη γιορτή της Μητέρας του Χριστού και των ανθρώπων.
Κάθε χρονιά, τέτοιες μέρες, ξεδιπλώνω τη σκέψη και την αφήνω να τρέξει πίσω. Έχω τόσα να θυμηθώ. Μαρία η μητέρα μου που πέθανε σαν εγώ ήμουνα στα εφηβικά τα δέκα έξη μου και εκείνη στα όμορφα τριάντα έξη της. Δύο χρονιές πριν είχαμε πάει, οι δύο μας, στην Τήνο, στη Χάρη της. Τη θυμάμαι κλαμμένη μπρος στην εικόνα Της, να ψιθυρίζει και να… ελπίζει. Η εικόνα της Παναγίας που είχαμε πάρει από την Τήνο ήταν στο προσκέφαλό της μέχρι που έσβησε. Θυμάμαι πως, όσο ζούσε, οργάνωνε τα των ευχών και των δώρων για τους συγγενείς και φίλους που εόρταζαν ή είχαν κάποια επέτειο.
Τις Αυγουστιάτικες διακοπές μας στη Βουλιαγμένη, τις διακόπταμε ανήμερα της Παναγίας για να πάμε στην εκκλησιά και κάποια επίσκεψη και μετά σε κάποια ταβέρνα για να πούμε χρόνια πολλά στη μάνα. Κάποια ώρα στη Λίμνη της Βουλιαγμένης, ένα γλυκό ή παγωτό να συμπληρωθεί το εορτάσιμο της ξεχωριστής ημέρας.
Συνειρμοί των αναμνήσεων. Το ένα φέρνει το άλλο. Από τα μέσα Ιουλίου η μάνα θύμιζε στον πατέρα πως έπρεπε να στείλουμε μια ευχητήρια κάρτα στη θεία τη Μαρία, την αδελφή του πατέρα, που είχε παντρευτεί Αμερικάνο και ζούσε στο Σικάγο.
«Δημήτρη έχω πάρει μια κάρτα να στείλουμε στην αδελφή σου. Θα την έγραφα εγώ αλλά γνωρίζει τον γραφικό μου χαρακτήρα, γιορτή της είναι, καλύτερα να την γράψεις εσύ. Ας είναι Ιούλιος, αργούνε να πάνε στην Αμερική, γράψε την να πάω να την ταχυδρομήσω.» Λες και ήταν όλοι συνεννοημένοι και έγραφαν τα ίδια στις ευχετήριες κάρτες και στις επιστολές που έφευγαν με το Ταχυδρομείο που ο πατέρας μου, λόγω καθυστερήσεων το έλεγε… βραδυδρομείο.
«Αγαπητή Μαρία υγεία έχουμε και υγεία επιθυμούμε δια εσάς. Επί τη ευκαιρία της ονομαστικής σου εορτής ευχόμεθα Έτη Πολλά, υγεία και ευτυχία.Με αγάπη ο αδελφός σου Δημήτριος. Επίσης Ευχές θερμές από την Μαρία και από τα παιδιά Κωνσταντίνο και Ιωάννη. Χρόνια Πολλά. Η Θεία από το… Σικάγο έστελνε κάπου-κάπου κανένα χαρτονόμισμα των 20 δολαρίων με τη λακωνική σημείωση « να πάρετε ένα μικρό δωράκι στα παιδιά» και συνέχεια εξηγούσε πώς διπλώνει το χαρτονόμισμα με μπλε χαρτί, σαν εκείνο που ντύναμε τα τετράδια, για να μη φαίνονται τα χρήματα και τα κλέβουν οι ταχυδρόμοι. Κόλλαγε και στο τέλος ένα ξεκάρφωτο «Θεός φυλάξει» και ψάχναμε να βρούμε που κολλάει.
εκαπέντε Αυγούστου ημέρα της Παναγίας και η εορτή της… θείας της Μαρίας, του θείου του Παναγιώτη και πάει λέγοντας. Εκείνο τον καιρό, εκείνα τα χρόνια που άλλοι τα βάφτισαν δύσκολα, άλλοι χρόνια φτωχά και ήσυχα και κάποιοι φτωχά και όμορφα, στην ονομαστική εορτή διάλεγες ένα κουτί σοκολατάκια έβαζες και μια καρτούλα που έγραφες «Χρόνια Πολλά επί τη επετείω της ονομαστικής σας εορτής.» και χτύπαγες την πόρτα.
«Χαίρεται, χρόνια πολλά, να ζήσετε να σας χαίρονται. Τι καιρός ρε παιδί μου. Ζέστη, τι ζέστη Θεέ μου κι’ αύριο τα ίδια θα κάνει.» Σε λίγο το κέρασμα.
«Για πρώτο θα πάρετε ένα φοντάν ή προτιμάτε γλυκό του κουταλιού που το έχω φτιάξει με τα χεράκια μου.» Το δεύτερο γλυκό, το σπιτικό, μπακλαβά ή γαλακτομπούρεκο.
«Έχω και Μιλφεΐγ από του Σκαραμπέ, μου το έστειλε μια φίλη. Το γαλακτομπούρεκο το έφτιαξα μόνη μου. Παιδεύτηκα, φοβήθηκα το φύλο, αλλά τελικά τα κατάφερα, νομίζω, εσείς θα μου πείτε. Σας έφερα και ένα λικέρ, έχω και μέντα αν προτιμάτε».
«Μμμμ, καλέ τι γαλακτομπούρεκο είναι αυτό, είναι θαύμα. Γεια στα χέρια σας. Τέτοιο γαλακτομπούρεκο έχω χρόνια να φάω. Μπράβο. Μόνο η συχωρεμένη η μανούλα μου έφτιαχνε τέτοια γλυκά. Από την Κωνσταντινούπολη η μανούλα μου».
Σε λίγο η κυρία Μαρία σου έλεγε ψιθυριστά «θα μείνετε μαζί μας. Έχω φτιάξει μερικά μεζεδάκια να πιούμε και λίγο κρασί για το καλό της ημέρας. Λίγοι δικοί μας, οι πολύ δικοί μας θα μείνουν, για το καλό της ημέρας. Τα παιδιά θα φάνε στην κουζίνα για να μπορούμε να πούμε καμιά κουβέντα. Κεφτέδες, ένα μπούτι στο φούρνο με πατάτες, σαλάτα, αγγούρι και ντομάτα, κασέρι, φέτα και κεφαλοτύρι και ψωμάκι φρέσκο φρατζόλα.
Θυμάμαι σε μια από τις επισκέψεις στη γιορτή, το κερασάκι στο δείπνο της χαράς ο… θείος, που δεν πρέπει να διακρινόταν δια την μαγειρική του δεινότητα, στη λουλουδιασμένη αυλή, κάτω από την κληματαριά, άρχισε να ψήνει λουκάνικα και μπριζολάκια γάλακτος τα οποία, κουβεντιάζοντας και πίνοντας, ανάθεσε σε μένα να τα προσέχω που δεν θεωρούμε και το πρώτο παιδί σε τέτοιου είδους επιχειρήσεις. Τα υπόλοιπα επαφίενται στη φαντασία σας. Χρόνια Πολλά.