«Συγγνώμη…». Μια γυναίκα µε καπέλο του μπέιζμπολ κινείται απειλητικά κατά πάνω µας. Αναρωτιέμαι τι πρόκειται να συμβεί. «Εσείς οι δύο, ή φεύγετε αμέσως ή καλώ την ασφάλεια». Με αυτόν τον τρόπο µε πέταξαν έξω από την Οδό Ramsey, το φανταστικό δρόμο στα ανατολικά προάστια της Μελβούρνης, όπου ζουν οι χαρακτήρες της αυστραλιανής σαπουνόπερας «Neighbours» (Γείτονες). Για να είμαι δίκαιος όμως, εγώ και ο φίλος µου ο Ross -Βρετανός δημοσιογράφος που έχει µετακομίσει μόνιµα στην Αυστραλία- πηγαίναμε γυρεύοντας, παρακολουθώντας την ξενάγηση της γυναίκας χωρίς να έχουμε πληρώσει. Ήταν, ωστόσο, ένα µάλλον σουρεαλιστικό φινάλε στο προσκύνημά µας στη δημοφιλή σαπουνόπερα.
Επιστρέφουµε στο κέντρο της πόλης µε την ουρά κάτω από τα σκέλια µας γελώντας. Καθώς διασχίζουµε τα προάστια το ένα µετά τ’ άλλο, σκέφτοµαι πως αυτό που κανένα ταξιδιωτικό οδοιπορικό δεν αποκαλύπτει ποτέ είναι πόσο ατελείωτα και βαρετά είναι. Σε αυτά όµως διαδραµατίζεται το καλύτερο σύγχρονο αυστραλιανό μυθιστόρημα, «Το χαστούκι», του ελληνικής καταγωγής Χρήστου Τσιόλκα. Πρόκειται για την παθιασµένη ιστορία ενός καυγά, µε φόντο τους Έλληνες της διασποράς των ανατολικών προαστίων της Μελβούρνης.
Στο σπίτι του ξάδελφου του Ross, στο βόρειο προάστιο Fitzroy North, ρίχνουμε μια γρήγορη βουτιά στην πισίνα -στη Μελβούρνη όλοι φαίνεται να έχουν μια πισίνα στην πίσω αυλή τους- και έπειτα συνεχίζουμε για τους Κήπους Edinburgh, για να αράξουμε και εμείς µε τις ορδές των ντόπιων κάτω από τον ήλιο και να ενδώσουμε στην αγαπημένη εμμονή των Αυστραλών, το BBQ. ∆εν αποτελεί απλά ένα ακόμα γεύμα. Είναι κοινωνικό γεγονός, µε μπίρες και κουβεντολόι, που φέρνει τους ανθρώπους πιο κοντά. Οφείλετε να το δοκιμάσετε τουλάχιστον µία φορά όσο βρίσκεστε εδώ, και στους Κήπους θα βρείτε σκόρπιες κοινόχρηστες ψησταριές για BBQ όπου μπορείτε να ρίξετε τα λουκάνικά σας, τα μπέργκερ σας και ό,τι άλλο τραβάει η όρεξή σας. Εµείς είμαστε τυχεροί που έχουμε μαζί µας και μερικά φιλέτα καγκουρό, που όχι µόνο είναι εύγευστα αλλά και χαμηλά σε λιπαρά. Εφησυχασμένος ότι τρέφομαι υγιεινά… ανοίγω ακόμα µία μπίρα.
Αφού ο Ross επιστρέψει στο Σίδνεϊ, αποφασίζω να µείνω για µερικές ακόµα µέρες στα προάστια και µάλιστα σε… µοναστήρι. Το The Nunnery (nunnery.com.au) στο Fitzroy είναι ένα αυθεντικό πρώην σπίτι καλογριών, που πλέον αποτελεί µία από τις πιο δηµοφιλείς και φθηνές λύσεις διαµονής στην περιοχή. Τα πατώµατά του τρίζουν και οι τοίχοι του θα ‘θελαν να διηγηθούν χιλιάδες ιστορίες.
Καθώς η νύχτα πέφτει, οι δρόμοι του Fitzroy πληµµυρίζουν µε κάθε λογής νέους που διασκεδάζουν και οι επιλογές µπαρ είναι αμέτρητες, µια και οι κάτοικοι της Μελβούρνης αδράχνουν κάθε ευκαιρία για μια μπιρίτσα (ή και δέκα). Την ημέρα προσπαθώ να κρατηθώ σε φόρμα κάνοντας τζόγκινγκ στα στενά που ενώνουν τους κεντρικούς δρόμους (εδώ τα λένε «laneways»). Παρατηρώ ότι τα κτίρια έχουν έναν αέρα Άγριας ∆ύσης και γι’ αυτό έχεις την περίεργη αίσθηση πως βρίσκεσαι σε καουμπόικη ταινία.
Μπορεί το Fitzroy να σφύζει από ζωή, αλλά το Brunswick East -δυο προάστια πιο βόρεια- είναι ακόμα πιο ενδιαφέρον, γεμάτο κυριλέ εστιατόρια, γκαλερί, μπουτίκ και πολλά ιταλικά café. Συναντώ την Jο, φίλη και αρχισυντάκτρια του Frankie, του πιο φίνου γυναικείου περιοδικού της Αυστραλίας. Με πηγαίνει σε ένα café που ούτε όνοµα ούτε διεύθυνση έχει και µε συστήνει σε έναν εβδομηντάρη Ιταλό που μιλάει ελάχιστα αγγλικά. Η Jo πιστεύει πως αυτός λανσάρισε το latte art, τα σχεδιάκια δηλαδή -φύλλα, λουλούδια, καρδιές κ.ά.- από αφρό γάλακτος πάνω στον καφέ, ιδίως το latte. Αναρωτιέμαι αν µε δουλεύει ή αν όντως ισχύει. Όπως και να ‘χει, µου φτιάχνει έναν υπέροχο flat white. Αυτό το είδος καφέ, που μοιάζει µε latte αλλά φτιάχνεται µε λιγότερο γάλα, είναι η συνεισφορά της Μελβούρνης στην κουλτούρα του καφέ και έχει εξαπλωθεί παντού, από Βερολίνο μέχρι Μπρούκλιν.
Εκτός από τον καφέ, η Αυστραλία είναι συνώνυµη µε τη θάλασσα, τον ήλιο και το σερφ, οπότε αποφασίζω να αφήσω για λίγο τα προάστια και να πάω να δω τις παραλίες της Μελβούρνης από κοντά.
Η St Kilda είναι η παραλία-σύµβολο της διασκέδασης, που όταν έχει καλό καιρό γεµίζει από ηλιο-διψασµένους ντόπιους και ξένους. Το τεράστιο στόµα που υποδέχεται τους επισκέπτες στο διάσηµο θεµατικό πάρκο «Luna Park» (ένα από τα παλαιότερα στον κόσµο) χαρίζει στην παραλία έναν αέρα ξεθωριασµένου µεγαλείου. Συναντώ µερικούς φίλους που µε πηγαίνουν µπαρότσαρκα στα «ξενοδοχεία» κατά µήκος της παραλιακής. Ξενοδοχεία λένε εδώ στην Αυστραλία τα µπαρ, αν και δεν παρέχουν διαµονή. Με µια παγωµένη lager στο χέρι κοιτάµε τον ήλιο που δύει.
Την επόμενη μέρα, έπειτα από µια σύντομη επίσκεψη στην παραλία, δοκιμάζω ακόμα μια αγαπημένη εκκεντρικότητα των Αυστραλών, το υπαίθριο μπόουλινγκ («bowls») και μάλιστα στo αθλητικό κέντρο της St Kilda, που υφίσταται από το 1865 και φημίζεται για το γκαζόν του. Τους πείθω να µε αφήσουν να παίξω, προσπαθώντας να μην ενοχλήσω τους ηλικιωμένους συνταξιούχους δεξιά και αριστερά µου. Σε αντίθεση µε το κλασικό αμερικανικό μπόουλινγκ µε τις 10 κορίνες, το υπαίθριο είναι πιο αναζωογονητικό, αν και πιο δύσκολο μέχρι να συνηθίσεις πώς να πετάς την µπάλα.
Όλα τα σπορ όμως χαίρουν εκτίμησης στη Μελβούρνη. Εδώ διοργανώνεται το Γκραν Πρι της Αυστραλίας, το ετήσιο τουρνουά τένις Australian Open και το διάσημο Melbourne Cup – ο σημαντικότερος ιππικός αγώνας της χώρας. Εδώ επίσης γεννήθηκε και το εκκεντρικό Αυστραλιανό Ποδόσφαιρο, γνωστό ως «ποδόσφαιρο αυστραλιανών κανόνων» (Australian rules football). Τίποτα, ωστόσο, δεν μπορεί να συναγωνιστεί το μεγαλύτερο ετήσιο αθλητικό γεγονός της πόλης, το κρίκετ. Το στάδιο Melbourne Cricket Ground (MCG) είναι ένα από τα μεγαλύτερα στάδια κρίκετ στον κόσμο και κάθε χρόνο στις 26 ∆εκεμβρίου φιλοξενεί ένα διεθνές ματς μεταξύ της Αυστραλίας και μιας επισκέπτριας χώρας («Boxing Day Test match»). Οι Αυστραλοί σταματούν ό,τι κάνουν, συντονίζονται στους τηλεοπτικούς τους δέκτες και ανοίγουν μια μπίρα. Αν τύχει να βρεθείτε στη Μελβούρνη τη μέρα αυτή στην αρχή του αυστραλιανού καλοκαιριού, αξίζει να προμηθευτείτε εισιτήριο.
Πριν αφήσω την πόλη, έχω ακόμα λίγο χρόνο για να εξερευνήσω το ιστορικό της κέντρο. Στους Κήπους Carlton, το Βασιλικό Εκθεσιακό Κτίριο (Royal Exhibition Building) που στέγαζε το πρώτο κοινοβούλιο της χώρας, τραβάει την προσοχή µου.
Να και ο Σιδηροδροµικός Σταθµός Flinders Street, ένας από τους πιο εντυπωσιακούς σταθµούς στον κόσµο. Οι παλιές αποβάθρες της Μελβούρνης, όπου ιστορικά κτίρια µοιράζονται το χώρο µε µοντέρνους ουρανοξύστες, αξίζουν επίσης µια επίσκεψη.
Έχει έρθει όµως η ώρα της επιστροφής. Μπορεί η Μελβούρνη να είναι λιγότερο διάσημη από το Σίδνεϊ, είναι ωστόσο η ψυχή της Αυστραλίας και δεν µε εκπλήσσει που κερδίζει τόσο πολλά βραβεία για τη βιωσιμότητά της. Έπειτα από µόνο λίγες μέρες διαμονής αισθάνομαι πως άνετα θα μπορούσα να ζήσω εδώ για πολύ καιρό ακόμη.
*Από την «Καθημερινή».