Φωτιά έβαλαν στο Punt Rd και το Swan St. οι οπαδοί του Richmond που ακόμα καίει…

Με το που σήμανε η σειρήνα του MCG τη λήξη του αγώνα το περασμένο Σάββατο το απόγευμα, το ακράτητο κιτρινόμαυρο ποτάμι έσπασε το φράγμα του ιστορικού γηπέδου και ξεχύθηκε στους δρόμους.

Το τι έγινε στο Richmond δεν είχε προηγούμενο. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν είχαν ξαναζήσει τέτοιες στιγμές και όσοι από αυτούς τις είχαν βιώσει, περίμεναν 37 χρόνια για να τις ξαναζήσουν, ξεχύθηκαν στους γύρω δρόμους και άρχισαν τους πανηγυρισμούς.

Στους δρόμους τους βρήκαν και τα ξημερώματα, μέχρι να αρχίσει να καταλαγιάζει ο ενθουσιασμός και η συγκίνηση που τους είχε κυριεύσει και να σβήνει η φωτιά της κατάκτησης ενός πρωταθλήματος που σιγόκαιγε 37 ολόκληρα χρόνια.

Τo 1980 είχε πάρει τελευταία φορά το πρωτάθλημα το Richmond, ενώ στον τελικό της επόμενης χρονιάς, είχε ηττηθεί από τους γείτονές του, του Collingwood, και έκτοτε δεν ξαναπερπάτησε το μονοπάτι που οδηγεί στη δόξα.

Τριανταεπτά ολόκληρα χρόνια κράτησε η ξηρασία, αποδεκατίζοντας χρόνο με το χρόνο τις ελπίδες για επιστροφή στην κορυφή και την καταξίωση για την οποία ζουν και αναπνέουν όλες οι ομάδες και οι φίλαθλοί τους.

Στο φετινό πρωτάθλημα τους δόθηκε για πρώτη φορά η ευκαιρία να φτάσουν στην πηγή και να σβήσουν τη δίψα που του κυρίευε, με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα τους το επέτρεπαν τα «κοράκια» της Αδελαΐδας.

Το παιχνίδι γινόταν στην κυριολεξία μέσα στο σπίτι τους και κάθε παραπάτημα θα τους έστελνε ψυχολογικά -και όχι μόνο- στα Τάρταρα της αφάνειας.

Αυτό το είχαν πλέον εμπεδώσει για καλά και το έδειξαν, όχι μόνο κατά τη διάρκεια του πρωταθλήματος, αλλά και στους τελευταίους αγώνες κατάταξης για το ποια ομάδα θα έφτανε στον τελικό.

Σε όλα αυτά τα παιχνίδια οι παίκτες τους Richmond ακολούθησαν την συνταγή που ακολουθούν τα κοπάδια των άγριων σκύλων.

Έπεφταν όλοι μαζί σαν καμικάζι πάνω στους αντίπαλους τους και, από την άλλη, πίεζαν αφόρητα την άμυνα των αντιπάλων, ενώ δεν άφηναν σε χλωρό κλαρί τους επιθετικούς της.

Με τον ίδιο τρόπο άρχισαν και το παιχνίδι κατά των «κορακιών», παρά το γεγονός ότι τα τελευταία πρόλαβαν να σκοράρουν πρώτα και, μάλιστα, δύο φορές με το καλημέρα, όλα έδειχνα ότι το Richmond ήταν αποφασισμένο να μη χάσει το παιχνίδι, ακόμα και αν χρειάζονταν να μην βγει κανείς ζωντανός μέσα από το γήπεδο.

Τα «κοράκια» αντιστάθηκαν όσο το επέτρεπαν οι δυνάμεις τους, αλλά οι «τίγρεις» ήταν αποφασισμένες «να τα φάνε ζωντανά», παρά να τα αφήσουν να φτερουγήσουν στην Αδελαΐδα με το τρόπαιο.

Έτσι η λήξη του πρώτου ημιχρόνου βρήκε το Richmond μπροστά στο σκορ, έστω με ισχνή διαφορά, ενώ ήδη όλα έδειχναν ότι η αντίστροφη μέτρηση για την κατάκτηση του τίτλου από τις «τίγρεις» είχε αρχίσει.

Στο δεύτερο μέρος οι παίκτες του Richmond έβγαλαν από τις θήκες τα «μαχαίρια», δίνοντας έτσι το μήνυμα στα «κοράκια» ότι αυτή είναι η ομάδα που θα «φάει» και το πεπόνι…

Και το «έφαγε», αφού οι «τίγρεις» κυνηγούσαν σαν λυσσασμένες και τους αντίπαλους παίκτες και το «πεπόνι» μέχρι να το βάλουν στο χέρι και να απολαύσουν τη γεύση του, ανάμεσα σε 100.000 φιλάθλους που είχαν πάει να προσκυνήσουν και να ανάψουν το κεράκι τους στο ναό του αυστραλιανού φούτι…