Τα τελευταία 10 χρόνια κάθε φορά που ακούγεται ότι κάτι αλλάζει στο μοναδικό πρόγραμμα Νεοελληνικών Σπουδών που έχει απομείνει σε Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης, δηλαδή αυτό του La Trobe, σημαίνει συναγερμός στην παροικία της Βικτώριας. Το ίδιο συνέβη και πριν από μερικές εβδομάδες καθώς το πρόγραμμα έχει, από τις αρχές του χρόνου, μπει σε μεταβατική φάση, λόγω της συνταξιοδότησης της επί 35 ετών καθηγήτριας και υπεύθυνης του προγράμματος Δρ Μαρίας Ηροδότου.
Ενώ η Δρ Ηροδότου είχε ανακοινώσει από την αρχή του χρόνου ότι με το τέλος του ακαδημαϊκού έτους επρόκειτο να αποσυρθεί, το Πανεπιστήμιο μέχρι τώρα δεν έχει καν προκηρύξει διαγωνισμό για την κάλυψη της θέσης της.
H ολιγωρία των αρμοδίων αρχών του Πανεπιστημίου στο να ξεκινήσει η σχετική διαδικασία πρόληψης έδωσε αφορμή στο να αρχίσει να ακούγεται και πάλι ότι η μεταβατική περίοδος που διανύει αυτή τη στιγμή το πρόγραμμα οδηγεί, αργά μεν σταθερά δε, στην εξαφάνισή του.
Παρόμοια «απειλή» εκ των έσω, το πρόγραμμα είχε δεχθεί το 2011. Οι βασικοί λόγοι για την κατάργηση μίας θέσης λέκτορα πλήρους απασχόλησης τότε, σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο ήταν καθαρά οικονομικοί. “Δεν υπάρχουν αρκετά έσοδα, επειδή δεν υπάρχει ο ανάλογος αριθμός φοιτητών, συνεπώς δεν είναι οικονομικά βιώσιμη η διατήρηση της θέσης” ήταν μέσες-άκρες το βασικό επιχείρημα των γραφειοκρατών του Πανεπιστημίου.
Εντούτοις, σήμερα έστω και αν οι συγκεκριμένοι λόγοι, όπως ο αριθμός των φοιτητών που παραμένει μικρός, θα συντρέχουν πάντα, το Πανεπιστήμιο εκτός των άλλων, μικρών μεν, επιδοτήσεων που λαμβάνει κατά καιρούς από την Κυπριακή Δημοκρατία για λογαριασμό του προγράμματος, «κάθεται» και πάνω σε μία δωρεά $1,3 εκατ. Πρόκειται για την δωρεά της οικογένειας Αναστασίου και Μαρίας Βασιλογιαννακοπούλου, η οποία προορίζεται για τη «βελτίωση των ελληνικών σπουδών».
Το πρόγραμμα, από όσο είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, έχει σε ετήσια βάση γύρω στους 140 προπτυχιακούς, μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς φοιτητές.
Εν τω μεταξύ, κάτω από την ίδια πανεπιστημιακή στέγη βρίσκεται και ένας θησαυρός της ιστορικής μας παρουσίας στην Αυστραλία, τα ελληνικά αρχεία, τα οποία παραμένουν αναξιοποίητα.
Τι θα γίνει, λοιπόν, με τη θέση που μένει κενή μετά την αποχώρηση της Μαρίας Ηροδότου που πολεμά χρόνια τώρα με “νύχια και με δόντια” να διατηρήσει το πρόγραμμα; Πώς θα επενδύσει το Πανεπιστήμιο την δωρεά της οικογένειας Βασιλογιαννακοπούλου; Πώς θα ενταχθούν τα ελληνικά αρχεία στο πρόγραμμα σπουδών; Υπάρχει κάποια στρατηγική αύξησης των φοιτητών;
Τις απαντήσεις σε αυτά τα καυτά ερωτήματα για το τι θα γίνει στο άμεσο μέλλον, ζητήσαμε από τον επικεφαλής του Τμήματος Γλωσσών και Γλωσσολογίας, καθηγητή James Walker, έναν καθηγητή που, από όσο είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, από τον Μάιο που ανέλαβε τα καθήκοντά του δείχνει να ενδιαφέρεται για το πρόγραμμα.
Μιλώντας στον “Νέο Κόσμο”, ο καθηγητής Walker μας πληροφόρησε, κατ’ αρχήν, ότι εντός των επομένων δύο εβδομάδων θα προκηρυχθεί διαγωνισμός για την κάλυψη της θέσης του υπευθύνου του προγράμματος.
«Πρόκειται για θέση πλήρους απασχόλησης με σύμβαση αορίστου χρόνου η οποία έχει ήδη επικυρωθεί από τον επικεφαλής της Σχολής αλλά και από τις αρμόδιες επιτροπές του Πανεπιστημίου. Πιστεύω ότι αυτό που απομένει και ελπίζω να ολοκληρωθεί εντός των επομένων δύο ημερών είναι η τελευταία φάση έγκρισης της θέσης η οποία είναι τυπική διαδικασία».
Ο καθηγητής Walker ανέφερε ότι η νέα θέση θα διαφημιστεί εντός των επομένων δύο εβδομάδων, αποκαλύπτοντας, μεταξύ άλλων, ότι ένα από τα βασικά καθήκοντα του νέου υπεύθυνου θα είναι και η ανάπτυξη ερευνητικού έργου σε συνεργασία με τα ελληνικά αρχεία.
«Αυτό ήταν ένα από τα βασικά ζητήματα που έθεσα στους αρμόδιους της Σχολής όσον αφορά τα καθήκοντα του νέου ατόμου που θα αναλάβει τον ρόλο αυτό. Ότι, δηλαδή, τα ελληνικά αρχεία δεν αξιοποιούνται όσο θα έπρεπε και όποιος βρεθεί στο «τιμόνι» του προγράμματος Νεοελληνικών θα πρέπει, έστω και αν δεν εργάζεται για τα αρχεία, να συνεργαστεί με τους υπεύθυνους των αρχείων ώστε αυτά να οργανωθούν ανάλογα και να αποτελέσουν βασικό εργαλείο έρευνας των φοιτητών του προγράμματος, αλλά και της ελληνικής διασποράς. Αυτό θα είναι ένα από τα βασικά κριτήρια επιλογής του ατόμου που θα ηγηθεί του προγράμματος. Πιστεύω ότι η σχέση των αρχείων με το πρόγραμμα πρέπει να είναι στενή» είπε χαρακτηριστικά στον «Νέο Κόσμο» ο καθηγητής Walker.
Παρά το γεγονός ότι σε παρελθόντα χρόνο το Πανεπιστήμιο τηρούσε σιγή ιχθύος για την δωρεά της οικογένειας Βασιλογιαννακοπούλου, ο καθηγητής Walker ανέφερε ότι ήδη κάποια χρήματα από τους τόκους χρησιμοποιούνται για την επάνδρωση του προγράμματος με εποχιακούς λέκτορες.
«Εκείνο που προέχει είναι η πλήρωση της θέσης από άτομο ικανό να αναπτύξει αυτήν την στρατηγική συνεργασίας με τα αρχεία. Στη συνέχεια θα αποφασίσουμε πώς θα μπορέσουμε να επενδύσουμε ώστε να υλοποιηθεί αυτό το σχέδιο συνεργασίας» είπε ο επικεφαλής του Τμήματος, τονίζοντας ότι έχει ήδη ξεκινήσει διάλογος για συνεργασία με την ελληνική παροικία μέσω της Εκπαιδευτικής Επιτροπής της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης.
«Βλέπω τη συνεργασία μας ως μία πολύ γόνιμη εξέλιξη για το πρόγραμμα. Ήδη συναντηθήκαμε με τους εκπροσώπους της Ελληνικής Κοινότητας με απώτερο στόχο να συνεργαστούμε για την αύξηση του αριθμού των φοιτητών που εγγράφονται στο πρόγραμμα. Τους ζήτησα να μας βοηθήσουν επίσης στο να διαμορφώσουμε ένα πρόγραμμα μαθημάτων που να ανταποκρίνεται στα ενδιαφέροντα των υποψηφίων φοιτητών και περιμένω με ενδιαφέρον να ακούσω τις συστάσεις τους» κατέληξε ο καθηγητής Walker.