Σύμφωνα με τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, το Σεπτέμβριο του 2017 η «Ελλάδα πήγε στο σχολείο με περισσότερα παιδιά μεταναστών και προσφύγων από αυτά που είχε δει ποτέ το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα». Ωστόσο, το ζήτημα της ένταξης των παιδιών προσφύγων και οι προσπάθειες της κυβέρνησης να προστατεύσει το συγκεκριμένο δικαίωμα, φαίνεται να μην έχουν απασχολήσει αρκετά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ενόψει των νέων στοιχείων που αναμένεται να δοθούν στη δημοσιότητα σύντομα, φιλοξενούμε στον “Νέο Κόσμο” τον γενικό γραμματέα του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, κ. Γιώργο Αγγελόπουλο, για να μας μιλήσει για το Σχέδιο που υλοποίησε το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων (ΥΠΠΕΘ) το σχολικό έτος 2016–2017. To Σχέδιο, το οποίο υλοποιείται και το τρέχον έτος, αφορά: α) την ενσωμάτωση των παιδιών έως 15 ετών στο σύστημα εκπαίδευσης και β) τη δημιουργική απασχόληση παιδιών νηπιακής και προ- νηπιακής ηλικίας.
Με αφορμή το περιστατικό της επίθεσης εναντίον του 11χρονου Αφγανού Αμίρ, που σημειώθηκε πριν μερικούς μήνες ζητήσαμε από τον γενικό γραμματέα να μας αναφέρει τους τρόπους με τους οποίους η κυβέρνηση έχει σκοπό να αντιμετωπίσει τα φαινόμενα βίας και να προστατεύσει το δικαίωμα στην εκπαίδευση.
Κύριε γενικέ γραμματέα θα ήθελα να ξεκινήσω αυτή τη συνέντευξη με την επίθεση που έγινε εναντίον του 11χρονου Αφγανού Αμίρ. Ο Αμίρ είχε κληρωθεί σημαιοφόρος στην παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου και τελικά ύστερα από απόφαση του διευθυντή του σχολείου του, παρήλασε με την ταμπέλα του σχολείου στη Δάφνη. Θα ήθελα το σχόλιό σας τόσο για το ζήτημα της επίθεσης όσο και για τη στάση του διευθυντή του σχολείου. Γνωρίζω ότι το Υπουργείο Παιδείας, διέταξε προκαταρκτική εξέταση. Ισχύει;
Είναι πράγματι ένα εξαιρετικά θλιβερό και ανησυχητικό γεγονός. Με αφορμή την επίθεση με πέτρες στο σπίτι του 11χρονου Αμίρ, το Υπουργείο εξέφρασε τον αποτροπιασμό του και ζήτησε από τις αστυνομικές και δικαστικές αρχές να προβούν σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες ώστε οι υπαίτιοι, όποιοι και αν είναι, να εντοπιστούν και να υποστούν τις συνέπειες της πράξης τους. Η ελληνική Πολιτεία δεν πρέπει να δείξει καμία ανοχή σε ρατσιστικές και φασιστικές πρακτικές. Κάθε μαθητής και μαθήτρια πρέπει να νιώθει ασφαλής και ισότιμο μέλος του σχολείου του, της πόλης του, της χώρας στην οποία ζει. Επειδή, όπως πολύ σωστά επισημάνατε, το Υπουργείο έχει ζητήσει την διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης θα μου επιτρέψετε να μην επεκταθώ στο συγκεκριμένο περιστατικό.
Mπορείτε να μου πείτε τους τρόπους με τους οποίους το Υπουργείο Παιδείας θα διασφαλίσει θεσμικά το δικαίωμα στην εκπαίδευση χωρίς διακρίσεις για όλα τα παιδιά; Mπορείτε να μου μιλήσετε πιο αναλυτικά για τις πρωτοβουλίες του Σχεδίου Ενσωμάτωσης των παιδιών μεταναστών που υιοθετήθηκε το 2016–2017;
Με το κλείσιμο της λεγόμενης ‘Βαλκανικής Οδού’ το 2016 και τον εγκλωβισμό περισσότερων από 50.000 ανθρώπων στη χώρα μας, το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων έδρασε ακαριαία και την άνοιξη του 2016 συγκροτήθηκε επιτροπή, στην οποία ανατέθηκε η διαχείριση του θέματος της εκπαίδευσης των παιδιών των προσφύγων με συντονιστή τον αείμνηστο Ιωάννη Παντή, τότε γενικό γραμματέα ΥΠΠΕΘ. Η επιστημονική επιτροπή ανέλαβε να εκπονήσει μια μελέτη σχετικά με τα δεδομένα και τις ανάγκες, καθώς και προτάσεις για ένα σχέδιο δράσης σχετικό με την ενσωμάτωση των προσφυγόπουλων στο εκπαιδευτικό σύστημα κατά το σχολικό έτος 2016-2017. Μέσα σε τρεις μήνες από τη σύστασή της η επιτροπή ετοίμασε και δημοσίευσε την έκθεση με τα στοιχεία και τις προτάσεις της, τα οποία αποτέλεσαν το σχέδιο δράσης του Υπουργείου για το σχολικό έτος 2016-2017. Μόλις το σχέδιο έγινε δεκτό, τον Ιούνιο του 2016 οργανώθηκε σταδιακά ο συντονιστικός μηχανισμός στο Υπουργείο Παιδείας με την συγκρότηση της Ομάδας Διαχείρισης, Συντονισμού και Παρακολούθησης της Εκπαίδευσης των Προσφύγων. Σε γενικές γραμμές, το σχέδιο για την ένταξη των παιδιών των προσφύγων στην εκπαίδευση θεσμοθέτησε δυο σημαντικές πρωτοβουλίες – τη δημιουργία Δομών Υποδοχής Εκπαίδευσης Προσφύγων (ΔΥΕΠ) και τον ρόλο του Συντονιστή Εκπαίδευσης προσφύγων (ΣΕΠ) στα Κέντρα Φιλοξενίας Προσφύγων. Η λειτουργία των ΔΥΕΠ εντάχτηκε στις απογευματινές ώρες λειτουργίας των δημόσιων σχολείων, τα οποία βρίσκονται γύρω από τις περιοχές όπου έχουν δημιουργηθεί τα Κέντρα Φιλοξενίας Προσφύγων. Παράλληλα, λειτουργούσαν και οι Τάξεις Υποδοχής με πρόγραμμα που όπως γνωρίζουμε εντάσσεται στο ωρολόγιο πρόγραμμα του σχολείου.
Εφαρμόστηκε το Σχέδιο Δράσης μέσα στα προβλεπόμενα χρονοδιαγράμματα και ποια ήταν τα αποτελέσματα;
Το σχέδιο εφαρμόστηκε σταδιακά και στις 10 Οκτωβρίου 2016 ξεκίνησαν να λειτουργούν καθημερινά οι πρώτες Δομές Υποδοχής Εκπαίδευσης Προσφύγων (ΔΥΕΠ) στα σχολεία της χώρας με απογευματινά μαθήματα επί τέσσερις ώρες στα Ελληνικά, Αγγλικά, Μαθηματικά, Πληροφορική, Φυσική Αγωγή, Καλλιτεχνικά, με στόχο την ένταξη των προσφυγόπουλων στο εκπαιδευτικό σύστημα.
Κατά το σχολικό έτος 2016-2017 συνολικά λειτούργησαν 107 ΔΥΕΠ ενώ υπολογίζεται ότι, τόσο στις ΔΥΕΠ όσο και σε Τάξεις Υποδοχής και στην πρωινή ζώνη φοίτησαν περίπου 5.000 προσφυγόπουλα. Ωστόσο, η εκτίμηση του ακριβούς αριθμού των παιδιών προσφύγων που φοίτησαν στο σχολείο αποτελεί εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα λόγω της διαρκούς μετακίνησης και μετεγκατάστασης του πληθυσμού καθώς και της συχνά αποσπασματικής φοίτησης των παιδιών.
Αν και η εκτίμηση του αριθμού των παιδιών των προσφύγων που βρίσκονται στην Ελλάδα και στις δομές αποτελεί επίσης δύσκολη υπόθεση, το Υπουργείο έχει πραγματοποιήσει κάποιες καταγραφές. Αναφέρομαι στην καταγραφή του Μαρτίου 2017 και στα στοιχεία που δώσατε στις 18.10.2017 στη συνέντευξη Τύπου. Μπορείτε να μας πείτε περισσότερα;
Toν Μάρτιο του 2017, το Υπουργείο Παιδείας συνέλεξε και επεξεργάστηκε στοιχεία από δική του καταγραφή, την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ, εκθέσεις του Συνηγόρου του Παιδιού και τη UNICEF. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, τα παιδιά ηλικίας 6-16 ετών που διαμένουν εντός του αστικού ιστού (σε διαμερίσματα ή ξενώνες) και έχουν ήδη εγγραφεί σε σχολεία όλης της Ελλάδας σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης υπολογίζονται σε 2.700. Ο αριθμός αυτός συνεχώς αυξάνεται. Παράλληλα, τα παιδιά σχολικής ηλικίας (6-16 ετών) που διαβιούν εντός Δομών Φιλοξενίας Προσφύγων της ενδοχώρας υπολογίζονται σε περισσότερα από 2.593 και σημειώνεται αυξητική τάση, καθώς υπάρχουν διαρκώς νέες αφίξεις. Κατά τους πρώτους μήνες του 2018 θα είμαστε σε θέση να δώσουμε νέες εκτιμήσεις έπειτα και από τους πρώτους μήνες φοίτησης των παιδιών.
Τον Ιούνιο του 2017 πραγματοποιήθηκε, ύστερα από πρωτοβουλία του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ), συνάντηση εμπειρογνωμόνων με θέμα την ένταξη των παιδιών μεταναστών στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Στο κείμενο εργασίας που εξέδωσε ο φορέας με τίτλο: «Η ενσωμάτωση των προσφύγων στο εκπαιδευτικό σύστημα στην Ελλάδα: Πολιτική και διαχείριση σε ‘κινούμενη άμμο’» αναφέρθηκαν τα θετικά αλλά και τα προβλήματα που παρατηρήθηκαν κατά τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του Σχεδίου. Θα μπορούσατε να αναφερθείτε στα συγκεκριμένα προβλήματα και στις στρατηγικές αντιμετώπισης τους, το δεύτερο χρόνο λειτουργίας του Σχεδίου; Ποιοι είναι οι στόχοι σας για το 2017–2018;
Κατά το σχολικό έτος 2017-2018, κύριος στόχος του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων είναι η ένταξη όλων των προσφυγόπουλων στο σχολείο, με ιδιαίτερη έμφαση στην αρμονική μετάβαση των περισσότερων παιδιών στην πρωινή ζώνη. Συγχρόνως, θα εξακολουθήσει να λειτουργεί ο περσινός επιτυχημένος θεσμός των απογευματινών Δομών Υποδοχής Εκπαίδευσης (ΔΥΕΠ) για έναν μικρό αριθμό παιδιών που δεν πρόλαβαν να ολοκληρώσουν το προενταξιακό έτος της προηγούμενης σχολικής χρονιάς ή εκείνα που η Δομή Φιλοξενίας στην οποία διαμένουν δεν βρίσκεται κοντά σε Ζώνη Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας.
Το κείμενο εργασίας στο οποίο αναφέρεστε επισημαίνει τα δύο κενά του συστήματος που πρώτοι εμείς ως ΥΠΠΕΘ δημόσια δηλώσαμε (Μαίος – Ιούνιος 2017). Το πρώτο κενό, την πρόσληψη εκπαιδευτικών με ειδικά προσόντα στις ΔΥΕΠ και στις Τάξεις Υποδοχής, το επιλύουμε με νομοσχέδιο για τον ορισμό ειδικών προσόντων (τίτλος σπουδών στη διαπολιτισμική εκπαίδευση ή τίτλος σπουδών στη διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας ή προϋπηρεσία σε διαπολιτισμικά σχολεία ή προϋπηρεσία σε σχολεία των χωρών καταγωγής των προσφύγων κλπ.). Το δεύτερο κενό, αφορά τη σχέση μεταξύ της κοινότητας και σχολείου και αποτελεί ένα στοίχημα που αντιμετωπίζουμε καθημερινά εδώ και 2 χρόνια. Ως προς το δεύτερο, πιστεύουμε ότι θα δούμε σημαντική βελτίωση με το μεγάλο πρόγραμμα ελληνομάθειας για τους πρόσφυγες γονείς που υπολογίζουμε ότι θα αρχίσει τον Απρίλιο.
Πριν από λίγους μήνες, η κ. Jan Molly, υπεύθυνη των Ανθρωπιστικών Προγραμμάτων του Μουσείου Μετανάστευσης της Βικτώριας, είπε σε συνέντευξή της: “Κτίζουμε δυνατές κοινότητες μαθητών και γονέων, όταν δίνουμε τη δυνατότητα στους ανθρώπους να πουν την ιστορία τους». Επομένως, θα ήθελα να ρωτήσω τι είδους πρωτοβουλίες έχετε πάρει για την ενίσχυση της συμμετοχής των οικογενειών των παιδιών προσφύγων στην τοπική κοινωνία, ώστε να δοθεί η ευκαιρία στους μετανάστες να πουν τη δική τους ιστορία;
Όπως είπα και στην προηγούμενη ερώτησή σας, η σχέση κοινότητας–σχολείου είναι ένα στοίχημα, μια διαρκής και επίμονη προσπάθεια να έρθουμε πιο κοντά και να γνωρίσουμε καλύτερα τους ανθρώπους που πέρασαν τόσα πολλά και αυτή τη στιγμή βρίσκονται στη χώρα μας. Το ΥΠΠΕΘ στηρίζει πληθώρα καλλιτεχνικών δράσεων που λαμβάνουν χώρα σε σχολεία αλλά και σε επιμέρους Κέντρα Φιλοξενίας Προσφύγων. Ειδικότερα φέτος για το Κέντρο Φιλοξενίας Ελαιώνα, ετοιμάζουμε γιορτή συνάντησης και γνωριμίας των προσφύγων γονέων με τους γονείς των συμμαθητών τους. Σε πολλά ακόμα Κέντρα Φιλοξενίας οι Συντονιστές Εκπαίδευσης Προσφύγων του ΥΠΠΕΘ διοργανώνουν μηνιαίες συναντήσεις με τους εκπαιδευτικούς των παιδιών αλλά και με τους Συλλόγους Γονέων των σχολείων των τοπικών κοινωνιών.
Σε αυτή τη δύσκολη προσπάθεια να οργανωθεί η εκπαίδευση των παιδιών προσφύγων, η συνδρομή της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ, της UNICEF, μη κυβερνητικών οργανώσεων κτλ. δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Παράλληλα, σημαντική ήταν και η συμβολή των ευρωπαϊκών χωρών με την ανταλλαγή καλών πρακτικών. Υπάρχει κάποιο σχέδιο για την ανταλλαγή καλών πρακτικών με την Αυστραλία, η οποία αποτελεί παραδοσιακά μια χώρα υποδοχής μεταναστών και έχει πολλές εμπειρίες;
Πρόσφατα, η Ομάδα Διαχείρισης, Συντονισμού και Παρακολούθησης της Εκπαίδευσης των Προσφύγων είχε κάποιες αρχικές επαφές με εκπροσώπους της Πρεσβείας της Αυστραλίας σχετικά με την ανταλλαγή πρακτικών στον τομέα της εκπαίδευσης προσφύγων. Σε μεγαλύτερο όμως βαθμό έχουμε ήδη ξεκινήσει αντίστοιχες ενέργειες με χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις οποίες μοιραζόμαστε τα τελευταία χρόνια την κρίση της μετανάστευσης σε μεγαλύτερο βαθμό και την ανάγκη για την εκπαίδευση και την ένταξη των παιδιών προσφύγων.
Ο Γιώργος Αγγελόπουλος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1966. Σπούδασε Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Κοινωνική Ανθρωπολογία στο Πανεπιστήμιο St. Andrews (MPhil). Είναι διδάκτωρ Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Cambridge. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εστιάζουν στην κοινωνική και πολιτική ανθρωπολογία της Ελλάδας και των Βαλκανίων, την ανθρωπολογία της μετανάστευσης, καθώς και την ανθρωπολογική μελέτη πολιτικών και εκπαιδευτικών θεσμών. Υπηρετεί ως Επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Εργάστηκε ως ερευνητής της Διεύθυνσης XII της ΕΕ, μεταδιδάκτορας-ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Cambridge, συντονιστής και μέλος ομάδων ερευνητικών προγραμμάτων της Διεύθυνσης V της ΕΕ, του 6ου και του 7ου Framework Programs της ΕΕ, του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και του Ιδρύματος Leverhulme. Διετέλεσε συνεργάτης του ΥΠΠΕΘ σε ερευνητικά προγράμματα για τον ενιαίο ευρωπαϊκό χώρο εκπαίδευσης και έρευνας, σύμβουλος του Υπουργού Κώστα Γαβρόγλου και αναπληρωτής γενικός γραμματέας του ΥΠΠΕΘ.
*H Μαρία Φιλιώ Τριδήμα είναι κοινωνιολόγος. Οι μεταναστευτικές πολιτικές, τα ζητήματα ένταξης και εκπαίδευσης μεταναστών αποτελούν μερικά από τα ενδιαφέροντά της. Έχει κάνει μεταπτυχιακές στα Aνθρώπινα Δικαιώματα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και Διεθνείς Σχέσεις και την Εκπαιδευτική πολιτική στα Πανεπιστήμια του Warwick (Ηνωμένο Βασίλειο) και Αθηνών (ΕΚΠΑ, Ελλάδα). Είναι υπεύθυνη για το σχεδιασμό και την υλοποίηση του εκπαιδευτικού προγράμματος «Μελβούρνη–Αθήνα: Μια διαδρομή Φιλίας» το οποίο πραγματοποιήθηκε από τα Σχολεία Γλώσσας και Πολιτισμού της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης σε συνεργασία με το Ελληνοαμερικανικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα (Κολλέγιο Ψυχικού, Αθήνα). Έχει εργαστεί ως εκπαιδευτικός κοινωνιολογίας και ως υπεύθυνη συντονισμού, πρωτοβουλιών χρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση για την ειδική αγωγή και την ένταξη των ατόμων με αναπηρία.