Συνήθως λένε στους πολιτικούς να μην αφήνουν ποτέ μια καλή κρίση να πάει χαμένη. Και ενώ ο τομέας της ηλεκτρικής ενέργειας στην Αυστραλία βρίσκεται σε κρίση, ειδικά μετά το black out στη Νότια Αυστραλία το Σεπτέμβριο του 2016 και την περίοδο που ακολούθησε με τις ελλείψεις στο ηλεκτρικό δίκτυο σε διάφορες Πολιτείες της χώρας, φαίνεται ότι η “ευκαιρία” χαραμίστηκε. Και φέτος και τα επόμενα καλοκαίρια αναμένεται περισσότερη πίεση στο δίκτυο και μεγαλύτερες ελλείψεις.
Για τους περισσότερους Αυστραλούς η πιο μεγάλη επίπτωση αυτής της κρίσης μεταφράζεται σε φουσκωμένους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος. Οι τιμές έχουν γίνει η “καυτή πατάτα” των πολιτικών.
Ποιος φταίει για τη συνεχή άνοδο των τιμών; Το μπαλάκι των ευθυνών εδώ και ένα χρόνο πάει από τον έναν στον άλλον: οι έμποροι λιανικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας θεωρούν ότι για την ακρίβεια ευθύνονται τα κυβερνητικά λάθη, όσοι υποστηρίζουν τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κατηγορούν τις παλιές γεννήτριες ορυκτών καυσίμων.
Η δεξιά κατηγορεί τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ενώ η ομοσπονδιακή κυβέρνηση κατηγορεί τους πάντες εκτός από τον εαυτό της. Η αλήθεια είναι ότι κανένας παράγοντας και καμία απόφαση δεν είναι από μόνη της υπεύθυνη για τις ακριβές τιμές του ηλεκτρικού που έχουμε σήμερα.
Το πρόβλημα σύμφωνα με την πρόσφατη ανάλυση του David Blowers στο περιοδικό The Conversation είναι το άθροισμα πολλών διαφορετικών πολιτικών επιλογών και πιέσεων σε κάθε βήμα της αλυσίδας εφοδιασμού ηλεκτρικής ενέργειας.
Η Αυστραλιανή Επιτροπή Καταναλωτών και Ανταγωνισμού αναφέρει ότι οι πελάτες λιανικής με εξαίρεση τη Δυτική Αυστραλία πληρώνουν σήμερα στους λογαριασμούς τους 44% περισσότερο σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία και αυτό οφείλεται σε τέσσερις παράγοντες: στο κόστος μεταφοράς του δικτύου ηλεκτρικού ρεύματος, τη χρέωση και την εξυπηρέτηση πελατών, το κόστος παραγωγής της ηλεκτρικής ενέργειας και τέλος το κόστος των περιβαλλοντικών συστημάτων που πληρώνουμε μέσω των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος.
Το μεγαλύτερο μέρος του λογαριασμού σας για το ηλεκτρικό ρεύμα οφείλεται στο κόστος του δικτύου. Η Αυστραλία είναι μια μεγάλη χώρα και η κίνηση ηλεκτρικής ενέργειας σε μια τόσο μεγάλη ήπειρο είναι τόσο δαπανηρή που συνέβαλε στο 40% της συνολικής αύξησης των τιμών κατά την τελευταία δεκαετία. Ο λόγος που τώρα πληρώνουμε περισσότερο για το δίκτυο είναι γιατί το έχουμε επεκτείνει κατά πολύ τα τελευταία δέκα χρόνια. Η ρυθμιστική αρχή της βιομηχανίας συμφώνησε ότι οι επιχειρήσεις δικτύου μπορούν να δημιουργήσουν περισσότερες υποδομές και ότι όλοι θα πληρώσουμε για αυτό, ανεξάρτητα από το αν είναι πραγματικά αναγκαίο. Και ενώ οι επιχειρήσεις υπόκεινται σε πολλές ρυθμίσεις και τα κόστη, οι χρεώσεις και τα κέρδη είναι καταγεγραμμένα ώστε να συγκρατείται η μετακύληση των χρεώσεων στους καταναλωτές, αυτό δεν συμβαίνει στην πράξη. Αντιθέτως από το 2005 ως το 2016 η συνολική αξία της Εθνικής Ηλεκτρικής Αγοράς αυξήθηκε κατά 70%. Σε όλο αυτό το διάστημα δεν υπάρχουν μεγάλες αλλαγές στον αριθμό των χρηστών που χρησιμοποιούν το δίκτυο ή τη συνολική κατανάλωση ρεύματος. Πρακτικά απλώς πληρώνουμε περισσότερο για την ίδια κατανάλωση.
Ο δεύτερος παράγοντας που επιβαρύνει το λογαριασμό σας είναι η χρέωση των υπηρεσιών από τους παρόχους. Το 26% της αύξησης στο λογαριασμό την τελευταία δεκαετία οφείλεται στις αυξήσεις από την πλευρά των πωλητών λιανικής, κάτι που δεν ήταν μέσα στις προβλέψεις καθώς η ελεύθερη αγορά υποτίθεται πως θα λειτουργούσε υπέρ του καταναλωτή. Τελικά συνέβη το ακριβώς αντίθετο: ειδικά στην Βικτώρια, την πολιτεία που το 2009 απελευθέρωσε εντελώς τον τομέα της ενέργειας, το αποτέλεσμα ήταν η άνοδος στις τιμές κατά 36% την τελευταία δεκαετία.
Και ενώ υπάρχει υπερπροσφορά υπηρεσιών, η αγορά
αγωνίζεται για να καλύψει τη ζήτηση στις ζεστές μέρες όταν οι άνθρωποι χρησιμοποιούν το μεγαλύτερο μέρος της ηλεκτρικής ενέργειας, με αποτέλεσμα οι τιμές να είναι πολύ υψηλές. Για να ισορροπήσει η προσφορά και η ζήτηση με λιγότερη παραγωγή άνθρακα, η Αυστραλία εξαρτάται πρακτικά όλο και περισσότερο από την παραγωγή φυσικού αερίου, σε μια εποχή που οι τιμές του φυσικού αερίου είναι αστρονομικές, οδηγώντας σε ακόμα μεγαλύτερη άνοδο των τιμών.
Με απλά λόγια, η Αυστραλία δεν ήταν έτοιμη για τη μετάβαση. Δεν έχτισε έγκαιρα το νέο σύστημα που θα αντικαταστήσει τα γερασμένα εργοστάσια άνθρακα όταν φύγουν από την αγορά.
Αφενός, για να μειώσει τις εκπομπές του θερμοκηπίου οφείλει να κλείσει τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα, αφετέρου η επόμενη γενιά σταθμών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας δεν είναι έτοιμη και η κυβέρνηση δεν έχει κινηθεί γρήγορα ώστε να φτιάξει το κατάλληλο περιβάλλον για νέες επενδύσεις. Οι παρούσες δυσκολίες θα είχαν αποφευχθεί εάν είχαμε μια αξιόπιστη και περιεκτική πολιτική μείωσης των εκπομπών αερίου για την προώθηση των επενδύσεων στον τομέα. Μια τέτοια πολιτική θα δημιουργούσε στους επενδυτές την εμπιστοσύνη που χρειάζονται, είμαστε όμως ακόμα σε αναμονή.
Τέλος, οι καταναλωτές σηκώνουν σε κάθε λογαριασμό και το βάρος των κυβερνητικών πράσινων προγραμμάτων της τελευταίας δεκαετίας: το κυβερνητικό σχέδιο RET, τις επιδοτήσεις των οικιακών φωτοβολταϊκών συστημάτων, τα κίνητρα ενεργειακής απόδοσης για τα σπίτια και τις επιχειρήσεις. Όλα αυτά αντιπροσωπεύουν το 16% της αύξησης των τιμών τα τελευταία 10 χρόνια.
Η ιστορία των υψηλών τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας της Αυστραλίας δεν είναι στην πραγματικότητα μία ιστορία όπου οι ιδιωτικές εταιρείες εξαπατούν τους καταναλωτές. Δεν είναι ούτε καν μια ιστορία για την ιδιωτικοποίηση μιας βασικής υπηρεσίας. Αντίθετα, είναι η ιστορία μιας δεκαετούς πολιτικής αποτυχίας.