Η πατρίδα «εκπέμπει» σήμα κινδύνου!
ΞΕΧΑΣΤΕ τι βλέπετε, τι διαβάζετε και τι ακούτε, για την «κατάσταση» στην Ελλάδα. Όλα αυτά, έχουν, βέβαια, την αξία τους, αλλά δεν είναι ούτε η μισή αλήθεια.
ΤΗ σημερινή ζοφερή πραγματικότητα και την παντελή έλλειψη ελπίδας για το μέλλον, την εκφράζουν οι άνθρωποι, οι οποίοι ήδη έχουν αρχίσει να αναζητούν μια ξένη πατρίδα, που θα τους δώσει ότι τους στέρησε η δική τους: μια ευκαιρία να ζήσουν με αξιοπρέπεια.
ΠΟΛΛΑ είχα κατά νου να γράψω σήμερα για τους ΔυΝαΤούς (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο), τους κηδεμόνες του καπιταλισμού (τους Αμερικανούς) και τις «αγορές». Την «Αγία Τριάδα», που λυμαίνεται τον πλούτο του πλανήτη διαφθείροντας τους λαούς του.
ΓΙΑ όλους, δηλαδή, αυτούς τους Ταλιμπάν με κουστούμια και γραβάτες, που αντί για τα βουνά του Αφγανιστάν και του Πακιστάν, έχουν ως ορμητήριό τους τα μεγάλα χρηματιστήρια, τις «επενδυτικές» τράπεζες και τους περιβόητους «οίκους αξιολόγησης», που στόχο έχουν να σε πείθουν να παίρνεις ασφάλεια για την… κηδεία σου.
ΗΘΕΛΑ να αναφερθώ στον οριακά πολύπλοκο (και αβέβαιο) τούτο κόσμο, που έχει αρχίσει να τον απειλεί και η… σκιά του. Με δυο κουβέντες, να συνοψίσω ήθελα τα όσα χρόνια τώρα σχολιάζω στη στήλη..
ΘΕΩΡΗΣΑ, όμως, ότι τούτες τις ώρες, περισσότερη αξία έχουν οι «ζωντανές» φωνές αυτών που βιώνουν και, μάλιστα, σε slow motion, την ολική κατάρρευση (του δανεικού!) ονείρου που υποσχόταν σε όλους «μια καλή και άνετη ζωή» χωρίς ιδιαίτερες προσπάθειες και ικανότητες. Και τώρα στο ζουμί:
ΒΔΟΜΑΔΑ με τη βδομάδα, το τελευταίο τρίμηνο, πληθύνουν τα e-mail που στέλνουν στο «Νέο Κόσμο» άνθρωποι από την Ελλάδα, ζητώντας μας πληροφορίες για το αν μπορούν να μεταναστεύσουν στην Αυστραλία, ρωτώντας μας, παράλληλα, να τους πούμε και τη γνώμη μας. «για το αν αξίζει ο κόπος».
ΠΑΡΟΜΟΙΑ e-mail, απ’ ό,τι γνωρίζω, λαμβάνει καθημερινά και η Κοινότητα Μελβούρνης και Βικτωρίας. Αρκετοί, επίσης, συμπολίτες μας δέχονται «ανιχνευτικά» τηλεφωνήματα, από πρώην συμπάροικους που παλινόστησαν, αλλά και από συγγενείς και φίλους από την πατρίδα που εξετάζουν πλέον σοβαρά την πιθανότητα να εγκαταλείψουν την Ελλάδα.
ΕΠΕΙΔΗ τα e-mail, «μιλούν» από μόνα τους, αναδημοσιεύω (περιληπτικά) τρία από αυτά που λάβαμε προχθές, παραλείποντας, για τους ευνόητους λόγους, τα ονόματα των αποστολέων:
«ΟΝΟΜΑΖΟΜΑΙ Λ……… και θα ήθελα να με πληροφορήσετε πώς είναι τα πράγματα εκεί, από οικονομικής άποψης, γιατί σκεφτόμαστε με το σύζυγό μου και τα 3 παιδιά μας, ηλικίας 9, 3 και 18 μηνών, εγώ είμαι 31 ετών και ο σύζυγός 37, να ρευστοποιήσουμε την περιουσία μας και να φύγουμε από Ελλάδα για ένα καλύτερο μέλλον εκεί για τα παιδιά μας. Τι παίζει με μισθούς κ.λπ. και πώς είναι η ζωή; Αξίζει να κάνουμε το μεγάλο βήμα;».
«ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ σας. Ονομάζομαι Γ……. Π……. και σκέφτομαι να φύγω από την Ελλάδα λόγω της κατάστασης και θα ήθελα να ξέρω πώς είναι τα πράγματα στην Αυστραλία και θα μπορούσε κάποιος να έλθει εκεί για να δουλέψει. Σας ερωτώ, γιατί αυτή τη στιγμή πολλοί Έλληνες θα ήθελαν, αν είχαν μια εργασία, να έρθουν και να ζήσουν εκεί».
«ΟΝΟΜΑΖΟΜΑΙ Κ…… Γ…….., είμαι 30 ετών και πατέρας δύο παιδιών. Εδώ και καιρό, η κατάσταση στην Ελλάδα δεν είναι καλή. Τα πράγματα δυσκολεύουν ολοένα και περισσότερο και σε λίγο καιρό θα γίνουν πιο δύσκολα για όλους. Για καιρό τώρα ψάχνω μια ευκαιρία για να “αποδράσω” στο εξωτερικό. Ψάχνω μια δουλειά. Λίγη γη να πατήσω για να μπορέσω να δημιουργήσω και εγώ την δική μου μοίρα στο εξωτερικό. Είμαι αποφασισμένος να πάρω την οικογένειά μου και να μεταναστεύσω, χωρίς να έχω κάποιον συγγενή στην Αυστραλία».
ΣΤΟ ίδιο πνεύμα, που δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες, είναι γραμμένα και τα υπόλοιπα ηλεκτρονικά μηνύματα. Εντυπωσιακό είναι και το γεγονός ότι οι περισσότεροι είναι νέοι με οικογένεια.
ΕΚΤΟΣ όλων των άλλων κακών, η πατρίδα, για άλλη μια φορά, μετά 40 ολόκληρα χρόνια, απειλείται να εγκαταλειφτεί από τους νέους ανθρώπους πάνω στους οποίους στηρίζει την μελλοντική της επιβίωση.
ΠΟΙΟΣ το περίμενε, μέχρι πριν λίγους μήνες ακόμα, ότι θα γινόταν κάτι τέτοιο; Κανείς. Ποιος περίμενε ότι η μεταπολεμική ιστορία της μαζικής μετανάστευσης (μάρτυρες της οποίας είμαστε όλοι εμείς) θα επαναλαμβάνονταν σαν φάρσα;
ΣΤΟ τι έφταιξε και φτάσαμε ώς εδώ, έχουμε αναφερθεί πολλές φορές. Τις γνωρίζετε καλά τις απόψεις μου, που στο παρελθόν έγιναν αιτία να χαρακτηριστώ «ανθέλληνας». Περιττό να τις επαναλάβω.
ΣΤΗ συνέχεια, αναδημοσιεύω τις απόψεις ενός ανθρώπου, που συνοψίζει με τον δικό του τρόπο, τα όσα χρόνια τώρα σχολιάζω από τούτη τη γωνιά. Πρόκειται για ένα μικρό άρθρο που μας έστειλε ο Γιάννης Μακρυδάκης, από την μακρινή Χίο. Έναν τόπο, με το δικό του ιδιαίτερο στίγμα στον συναισθηματικό μου χάρτη.
ΤΟΝ Γιάννη τον γνωρίζω «ηλεκτρονικά», από τα γραφόμενά του, μέσω του Σωτήρη Χατζημανολη με τον οποίο είναι συμπατριώτες και φίλοι. Τον είχε πριν καιρό παρουσιάσει στον «Νέο Κόσμο» η Μαρία-Στέλα Παπαγεωργίου, η δική μας, από τη Χίο, όπου ζει και εργάζεται..
ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ για νεαρό συγγραφέα με αρκετά βιβλία (και καλές κριτικές) που παράτησε τα φώτα της δημοσιότητας και ό,τι γυαλίζει, για να επιστρέψει στη Χίο και να καταγράψει τις μνήμες που φέρουν οι πέτρες και ξερολιθιές που κάποτε στέριωναν αρχοντικά, χαρές, λύπες και όνειρα ενός κόσμου, για τον οποίο ακόμα ενδιαφέρονται όσοι πιστεύουν ότι αν δεν γνωρίζεις από πού ξεκίνησες δεν ξέρεις πού πηγαίνεις.
ΤΙΣ απόψεις του Γιάννη Μακρυδάκι, που, σύμφωνα με τον Σωτήρη (που μας γνωρίζει και τους δύο), «μοιάζουμε» φιλοξενώ πιο κάτω. Γεια χαρά από μένα και καλή ανάγνωση.
«ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΚΡΙΣΗ»!
Το λάιφ-στάιλ είναι μαγικό, παίρνει τα μηδενικά και τα κάνει νούμερα, λέει ένα σύνθημα του καιρού μας. Του καιρού που μόλις αφήσαμε πίσω μας, δηλαδή, διότι από δω και μπρος αλλάζει ο αέρας γύρω μας.
Αυτό το σύνθημα, λοιπόν, λέει πάρα πολλά, είναι μια τεράστια φιλοσοφία που κλείνει μέσα της όλα τα κακά της μοίρας μας ως ελληνική σύγχρονη πραγματικότητα.
Η αρχή, λοιπόν, έγινε με τον αλήστου μνήμης Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος εν γνώσει του ή εν αφελεία του (διαλέγετε και παίρνετε, εγώ ξέρω τι διαλέγω) κανόνισε να θέσει τις βάσεις στέρεα έτσι ώστε μετά το θάνατό του να υποδουλώσει τους Έλληνες στην κεφαλαιοκρατία του καπιταλισμού. Και τα κατάφερε πολύ καλά και πολύ πιο νωρίς από το σήμερα. Απλά, σήμερα το πήρε χαμπάρι και ο κάθε πικραμένος. Ο κάθε πικραμένος από όσους πίστεψαν προ 30ετίας ότι η Ελλάδα έχει χρήμα με ουρά, παράτησε τις ασχολίες του για να γίνει μούρη στην κοινωνία, διορίστηκε σε θέση που δεν υπήρχε στο δημόσιο και έκανε αγώνα για να βάλει μετά και τα παιδιά του σε παρόμοιες θέσεις-φαντάσματα, έγινε βλαχοδήμαρχος και βλαχοπαράγοντας με αναπτυξιακές ιδέες και όραμα βαρύγδουπον για την ιδιαιτέρα πατρίδα του, δημιούργησε μια γενιά απογόνων ανίκανη να διανοηθεί τι σημαίνει παραγωγή, με όνειρο μονάχα μια θέση τού βρέξει–χιονίσει μηνιάτικου, μια γενιά τελειωμένων από τα 25 χρόνια τους, ξεσκίστηκε στο να απομυζεί το δημόσιο διότι του μάθανε ότι το δημόσιο δεν ανήκει σε κανέναν, έκλεβε δηλαδή το πορτοφόλι που τον έθρεφε και το έβριζε κι από πάνω επειδή δεν του κάνει αύξηση σύμφωνα με τις ανάγκες του.
Του κάθε πικραμένου, λοιπόν, που κατάστρεψε φύση, μνημεία, ανθρώπων έργα, ακόμα και τις παραδόσεις κάθε γωνιάς της Ελλάδας κατάστρεψε, μετατρέποντας τις σε κιτς απομιμήσεις γαρνιρισμένες με χαμηλού επιπέδου θεάματα και ακούσματα. Του κάθε πικραμένου που έμαθε ξαφνικά τις Άλπεις, τις Σεϋχέλλες, το Ντουμπάι και άλλους προορισμούς, ενώ την ίδια στιγμή δεν είχε δει το διπλανό χωριό, τη διπλανή του πόλη. Του κάθε πικραμένου, λοιπόν, που χρόνια τώρα είναι υπόδουλος στο καπιταλιστικό σύστημα με δάνεια και κάρτες, έχει γίνει γρανάζι προ πολλού με μόνιμη απαίτηση να λαδώνεται περισσότερο, ξέροντας ότι όσο λάδι και πάρει δεν του αρκεί διότι αυξάνονται ταυτόχρονα και οι «ανάγκες» του, έχει καταστρέψει με τις κοινωνικές αυτές αλλαγές και την Αριστερά, η οποία πλέον φαντάζει ως επίτροπος σε εκκλησία που παρακαλεί μονάχα για οικονομική ενίσχυση (αν είναι δυνατόν, η Αριστερά να μιλάει με οικονομικίστικους όρους και να έχει προμετωπίδα της ιδεολογίας και των αιτημάτων της την αύξηση των μισθών!!!).
Ο κάθε τέτοιος πικραμένος, λοιπόν, που εδώ και χρόνια ροκανίζει και βρίζει την κακομοιριά του κράτους που ο ίδιος δημιουργεί, κατάλαβε (επιτέλους!) προχτές ότι το σύστημα τον έχει υπόδουλο!
Κάλλιο αργά παρά ποτέ.
Έτσι, για να δούμε κι εμείς, οι χρόνια απέχοντες και λοιδορούμενοι γι’ αυτό ως περιθωριακοί, ημίτρελοι, κατάσκοποι, αδερφές, σαλταρισμένοι, οικολόγοι, ρόμπες, αντιδραστικοί, μηδενιστές και λοιποί αναξιοπαθούντες που τόσα χρόνια αντί να ευημερούν και να τρώνε με χρυσά κουτάλια, αντί να καταπατούν εκτάσεις και να χτίζουν ξενοδοχεία, αντί να ζητάνε επεκτάσεις αεροδρομίων και έλευση όλο και περισσότερων τσάρτερ, αντί να παίρνουν δάνεια και να τρέχουν σε διακοπές, αντί να κοιτάνε τη δουλίτσα τους και να μην ανακατεύονται στις δουλειές των καλών νοικοκυραίων, αντί να γίνονται μόνιμη τροχοπέδη στην ανάπτυξη του τόπου, έτσι λοιπόν για να δούμε κι εμείς τις αντιδράσεις όσων τώρα μόλις κατάλαβαν πως τόσα χρόνια ροκανίζανε το κλαδί πάνω στο οποίο καθόντουσαν.
Ευτυχώς, αυτή η κρίση ήρθε και θα είναι ακόμα πιο σκληρή στο άμεσο μέλλον. Ακόμα δεν είδαμε τίποτα και ούτε τα μέτρα που ελήφθησαν πρόσφατα μπορούν να αλλάξουν την κατάσταση. Η Ελλάδα θα πτωχεύσει διότι αυτό είναι το σχέδιο που υπηρέτησαν πιστά όλες οι κυβερνήσεις εδώ και τριάντα χρόνια, έχοντας τη στήριξη μιας βολεμένης πλειοψηφίας που έγινε μούρη εκ του μηδενός και την ανοχή μιας αλλοτριωμένης Αριστεράς που είδε να χάνει απότομα όλο το εργατικό δυναμικό των υποστηρικτών της και να μεταλλάσσεται σε Αριστερά των υπαλλήλων που άλλο αίτημα δεν έχουν από την αύξηση του μισθού της καρέκλας τους.
Το κακό είναι ότι σε αυτή την αναξιόπιστη χώρα που τόσα χρόνια κυβερνάται από μηδενικά, τα οποία εκφράζουν βέβαια απόλυτα τους ψηφοφόρους τους, σε τοπικό και εθνικό επίπεδο, τις συνέπειες της κρίσης θα πληρώσουν και όσοι ποτέ δεν συμμετείχαν στο φαγοπότι. Γι’ αυτούς τους λιγοστούς σφίγγεται η καρδιά μου μονάχα. Διότι όλοι οι άλλοι, εργαζόμενοι, συνταξιούχοι, επιχειρηματίες και λοιπές «παραγωγικές τάξεις» (!!) των καλών νοικοκυραίων, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο (ως χρόνια υπηρέτες του ιδίου συμφέροντος δίχως κοινωνική, συλλογική και Πολιτική συνείδηση) συνέβαλαν στο να φτάσει εδώ που έφτασε η κατάσταση. Οι λιγοστοί αθώοι όμως θα επιβιώσουν και πάλι. Είμαι βέβαιος, αφού εδώ τριαντατόσα χρόνια τώρα επιβιώνουν με τόσα αρπακτικά τριγύρω τους».