Σύμβολα από τη ναφθαλίνη έβγαλαν τα πολιτικά κόμματα για να ενισχύσουν την προεκλογική εκστρατεία τους. Επιστράτευσαν όλους τους πρώην, επιτυχημένους και αποτυχημένους, για να καλύψουν τις αδυναμίες τους, αλλά και για να πείσουν ότι υπάρχει συνέχεια.

Τέτοια ηγετική γύμνια έχει χρόνια να γνωρίσει η Αυστραλία. Πάντοτε υπήρχε μία ομάδα πολιτικών – όχι πολιτικάντηδων – που προστάτευε το κύρος του πολιτικού κόσμου και αποτελούσε εγγύηση για τη συνέχιση της καλής λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος της χώρας. Αναφέρομαι στους Robert Menzies, Arthur Calwell, Gough Whitlam, Jim Killen, Malcolm Fraser, Don Chip, Doug Anthony, Bob Hawke, Mick Young, Paul Keating, Joe Faulkner, Lindsay Tanner και μερικούς άλλους, που με το πολιτικό ήθος, τις ικανότητες και την υπευθυνότητά τους, τίμησαν την αυστραλιανή πολιτική και άφησαν σημαντικές παρακαταθήκες για τις νέες γενιές πολιτικών.

Ηγετική ξηρασία, μπορεί να χαρακτηρισθεί το φαινόμενο που αντιμετωπίζει σήμερα η Αυστραλία και που αναμένεται να έχει ζημιογόνες προεκτάσεις στο μέλλον.
Οι περισσότεροι από τους σημερινούς πολιτικούς είναι επαγγελματίες. Δεν είναι λειτουργοί. Είναι καριερίστες, δεν είναι λειτουργοί ταγμένοι στην υπηρεσία του λαού. Είναι δημιουργήματα των περιστάσεων ή στρατιωτάκια των παραταξιακών πολέμαρχων, που φροντίζουν να του ευνουχίζουν ιδεολογικά και να τους μεταβάλλουν σε πειθήνια εκτελεστικά όργανά τους.

Η πρωθυπουργός, Τζούλια Γκίλαρντ, ανακήρυξε τον Μπομπ Χοκ «είδωλό της» και έκανε εγκάρδιες, δημόσιες εμφανίσεις μαζί του, εκπέμποντας το μήνυμα προς τους ψηφοφόρους, ότι βαδίζει στα ίχνη του πλέον επιτυχημένου Εργατικού πρωθυπουργού της μεταπολεμικής περιόδου.

Στην κρίσιμη στιγμή, βέβαια, δεν δίστασε να ανασύρει από τα αζήτητα τον Κέβιν Ραντ, τον «ανίκανο» προκάτοχό της, που έθεσε στο περιθώριο εν μία νυκτί με τη βοήθεια των φιλόδοξων ηγετών της δεξιάς παράταξης του Εργατικού Κόμματος.

Στην αντίπερα όχθη, στο Συνασπισμό, τα πράγματα δείχνουν πιο απελπιστικά. Ο Τόνι Άμποτ έβγαλε στην επιφάνεια τον «μέντορά» toy, Τζον Χάουαρντ, επίσης, για να τονίσει στο εκλογικό σώμα, ότι βαδίζει και αυτός στα ίχνη του πλέον επιτυχημένου Φιλελεύθερου ηγέτη μετά τον Robert Menzies.
Μέχρι τον Άντριου Πίκοκ – υπουργό στις κυβερνήσεις Γκόρντον, Μακμάον, Φρέϊζερ και αρχηγό του Λίμπεραλ Πάρτι και της αντιπολίτευσης των περιόδων 1983-1985 και 1989-1990 – επιστράτευσαν οι Λίμπεραλ για να μεταδώσουν μήνυμα ενότητας προς τον αυστραλιανό λαό και να  ενισχύσουν το επιχείρημά τους, ότι το διασπασμένο Εργατικό Κόμμα «δεν μπορεί να κυβερνήσει, αφού αδυνατεί να οργανωθεί εσωτερικά».

Το ερώτημα, που θα απαντηθεί το βράδυ των εκλογών είναι, αν και σε ποιο βαθμό επηρεάζει το εκλογικό σώμα η παρουσία πρώην ηγετών στην προεκλογική εκστρατεία, αφού δεν έχουν ενεργό ανάμειξη στο σχεδιασμό πολιτικής και στη διακυβέρνηση της χώρας.
Ως ψηφοφόρο, η συμμετοχή στην προεκλογική εκστρατεία των πολιτικών κομμάτων πρώην ηγετών και στελεχών τους με προκαταλαμβάνει αρνητικά. Μου προκαλεί τη δικαιολογημένη, κατά τη γνώμη μου εντύπωση, ότι οι διεκδικητές της εξουσίας στερούνται προσωπικής λάμψης και προσπαθούν να με εντυπωσιάσουν δανειζόμενοι τη λάμψη πρώην ηγετών του κόμματός τους.

Ως ψηφοφόρος, θέλω να κρίνω τους ηγέτες των πολιτικών κομμάτων που τίθενται στην κρίση μου βάσει των δικών τους δυνατοτήτων, βάσει της προσωπικής τους ακτινοβολίας, βάσει των δικών τους ικανοτήτων να με πείσουν για την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα της πολιτικής που θα υλοποιήσουν όταν πάρουν την εξουσία.

Οι αγκαλιές, τα φιλιά και οι ανταλλαγή φιλοφρονήσεων της Τζούλια Γκίλαρντ με τον Μπομπ Χοκ δεν μου λέει τίποτα, ως ψηφοφόρο. Επίσης, δεν μου λένε τίποτα οι αγκαλιές και τα επιδοκιμαστικά χτυπήματα στην πλάτη του Τόνι Άμποτ από τον Τζον Χάουαρντ και τον Άντριου Πίκοκ.
Όλα αυτά που θυμίζουν κακόγουστες θεατρικές παραστάσεις, που οι πρωταγωνιστές προσπαθούν να καλύψουν την υποκριτική αδεξιότητά τους με κινήσεις και λόγια εντυπωσιασμού.

Ως ψηφοφόρος, απορρίπτω αυτά τα εμετικά ενσταντανέ, διότι δεν είναι αυθόρμητα. Είναι σκηνοθετημένα. Είναι υπαγορευμένα από τα κομματικά επιτελεία και τους «ίμαντζ μέϊκερς», τους καλοπληρωμένους ειδικούς, που αφαιρούν τον αυθορμητισμό από τις εμφανίσεις των πολιτικών αρχηγών και τους μεταβάλλουν σε τηλεκατευθυνόμενα ρομπότ.

Οι χαρισματικοί Menzies και Whitlam, δεν είχαν ανάγκη πρώην αρχηγών. Αρκούσε το προσωπικό χάρισμά τους. Το ίδιο ίσχυε και για τους Malcolm Fraser και Bob Hawke. Δεκανίκια χρειάζονται οι μετριότητες, μόνο.