Ο Ταγίπ Ερντογάν δείχνει έτοιμος να δώσει στην παραπαίουσα υπερεθνικιστική κληρονομιά του ιδρυτή της Τουρκίας και πρώτου της προέδρου, Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, το ισχυρότερο ράπισμα. Την περασμένη εβδομάδα, επιβεβαίωσε ότι η κυβέρνησή του επεξεργάζεται «πρωτοβουλία για την επίλυση του κουρδικού προβλήματος».

Δημοσιεύματα σε τουρκικές εφημερίδες ανέφεραν ότι το σχέδιο Ερντογάν προβλέπει γενική αμνηστία για τους μαχητές του PPK, διευρυμένα πολιτικά δικαιώματα, αναγνώριση της κουρδικής γλώσσας και αποκατάσταση των απαγορευμένων κουρδικών ονομάτων στις πόλεις της νοτιοανατολικής Τουρκίας. Ουδείς, όμως, γνωρίζει πότε ακριβώς θα γίνουν τα αποκαλυπτήρια του σχεδίου. Πιθανότατα, πάντως, αυτό θα συμβεί πριν ο φυλακισμένος ηγέτης του PPK, Αμπντουλάχ Οτζαλάν, δώσει στη δημοσιότητα τον δικό του «Οδικό Χάρτη» για την ειρήνη, στις 15 Αυγούστου. Λέγεται, δε, ότι ο κ. Οτζαλάν θα προτείνει, μεταξύ άλλων, τον αφοπλισμό των ανταρτών, την αφομοίωση του PPK στο τουρκικό πολιτικό σύστημα, αυξημένες εξουσίες για την τοπική αυτοδιοίκηση στις κουρδικές περιοχές και την έναρξη ενός διαλόγου σε εθνικό επίπεδο.

Όσον αφορά τον κ. Ερντογάν, ωστόσο, παραμένει αμφίβολο αν είναι διατεθειμένος να προβεί σε βαθιές τομές. Ο δισταγμός του Τούρκου πρωθυπουργού οφείλεται αναμφίβολα στην οργισμένη αντίσταση που θα προβάλει το ίδιο συντηρητικό, κοσμικό και στρατιωτικό κατεστημένο που σήμερα τον κατηγορεί ότι επιδιώκει την εγκαθίδρυση ισλαμικού κράτους. «Ο πρωθυπουργός Ερντογάν έχει εξελιχθεί σε σοβαρό κίνδυνο για τη χώρα, καθώς προετοιμάζεται να διχοτομήσει την Τουρκία υπό τις οδηγίες του “χασάπη” Οτζαλάν», δήλωσε ο ηγέτης του ακροδεξιού Εθνικιστικού Κινήματος, Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, Ντενίζ Μπαϊκάλ, υποστήριξε ότι ο κ. Ερντογάν υποκύπτει στις πιέσεις Αμερικανών και Ευρωπαίων, οι οποίες πηγάζουν από την ανάγκη σταθεροποίησης του βορείου Ιράκ.

Αυτές ακριβώς οι εσωτερικές διαμάχες μπορούν να εκτροχιάσουν την πρωτοβουλία του Τούρκου πρωθυπουργού για το Κουρδικό. Η προώθηση της ειρηνευτικής διαδικασίας θα ερμηνευτεί από ορισμένους κύκλους ως μια ακόμα απόπειρα υπονόμευσης του κεμαλικού κράτους, το οποίο στηρίζεται στην αρχή του «ενός έθνους με μία κοινή γλώσσα υπό μία σημαία».

Οι καιροί, όμως, αλλάζουν και εν τέλει δεν αποκλείεται να αλλάξουν και οι φανατικοί κεμαλιστές. Ογδόντα έξι χρόνια από τη Συνθήκη της Λοζάννης, από την οποία γεννήθηκε το τουρκικό κράτος, οι πιέσεις υπέρ της άμβλυνσης των σκληρών κανόνων του κεμαλισμού αυξάνονται. «Αναμφίβολα, η πολιτική για την οικοδόμηση εθνικής ταυτότητας που υιοθετήθηκε την περίοδο της ίδρυσης του τουρκικού κράτους αντανακλά μια έννοια του μοντερνισμού που προκάλεσε πολύ ανθρώπινο πόνο και η οποία είναι σήμερα εκτός πραγματικότητας με το πνεύμα της εποχής», έγραψε ο Σαχίν Αλπάι στην εφημερίδα «Today’s Zaman».

«Έφτασε η ώρα για την Τουρκία να προσαρμόσει την πολιτική για τη διαφύλαξη της εθνικής ταυτότητας στην εποχή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της δημοκρατίας και του σεβασμού για την ποικιλομορφία».