«(Πρέπει) να αντισταθούμε στις προσπάθειες να ξαναγραφτεί η Iστορία, να αμφισβητηθούν οι αλήθειες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, το εύρος των θυμάτων των ναζί και επίσης του πλήρους κομμουνισμού», αναφέρει σε άρθρο του στην εφημερίδα Rzeczpospolita ο Πρόεδρος της Πολωνίας, Λεχ Καζίνσκι, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 70 χρόνων από την έναρξη του φοβερότερου πολέμου της νεώτερης Ιστορίας.

Οι «μπηχτές» του κυρίου Καζίνσκι ωστόσο, φαίνεται να απευθύνονται, εκτός από τη Γερμανία, στη γειτονική Ρωσία, με την οποία ποτέ οι Πολωνοί δεν είχαν τις καλύτερες σχέσεις, αφού η υπερδύναμη εδώ και αιώνες ονειρεύεται να την προσαρτήσει. Από τον 18ο αιώνα η καταταλαιπωρημένη Πολωνία έχει διαμελιστεί πολλές φορές, με τη Ρωσία πάντα να παίρνει τη μερίδα του λέοντος και να την έχει υπό την απόλυτη επιρροή της, ενώ κάποτε έπαψε εντελώς να υπάρχει και ως κράτος. Το 1939 με το επαίσχυντο Σύμφωνο Ρίπεντροπ – Μολότωφ χιτλερική Γερμανία και σταλινική Σοβιετική Ένωση μοιράστηκαν την Πολωνία, γεγονός που ο Πολωνός Πρόεδρος χαρακτήρισε σαν «πισώπλατη μαχαιριά» από πλευράς ΕΣΣΔ, θίγοντας παράλληλα το θέμα της σφαγής του Κατίν, το 1940, στην οποία 20.000 Πολωνοί αξιωματικοί δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ από τις σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες και ενταφιάστηκαν σε ομαδικούς τάφους. Ο Πολωνός Πρόεδρος μάλιστα απαίτησε από τη Ρωσία να βγάλει επιτέλους στο φως τα επίσημα έγγραφα που διαθέτει για την σφαγή, τα οποία υποστηρίζει ότι χρειάζεται η Πολωνία ως απόδειξη για να οδηγήσει ενώπιον της δικαιοσύνης τους δράστες.

Όμως φαίνεται ότι για τη Ρωσία – εν αντιθέσει με τη Γερμανία -, κάθε άλλο παρά εύκολο είναι να αποποιηθεί την Ιστορία της, καθώς η πολιτική του Στάλιν εξακολουθεί να παραμένει ένα θέμα – ταμπού για τους πρώην Σοβιετικούς.

Την ώρα λοιπόν που η Άνγκελα Μέρκελ ομολογεί ότι «Η Γερμανία επιτέθηκε στην Πολωνία, η Γερμανία κήρυξε τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Προκαλέσαμε αμέτρητες πληγές στον κόσμο. Εξήντα εκατομμύρια νεκρούς», Πούτιν και Μεντβέντεφ προσπαθούν να αποκαταστήσουν τον «Πατερούλη Στάλιν» και το αναθεωρημένο βιβλίο Ιστορίας που διδάσκεται στους Ρώσους μαθητές από το 2007 παρουσιάζει τον Στάλιν ως «έναν από τους πιο αποτελεσματικούς ηγέτες της ΕΣΣΔ» και εξηγεί τα τρομερά μέτρα καταστολής που επέβαλε ως αποτέλεσμα της «βούλησής του να κινητοποιήσει την κοινωνία ώστε να επιτελέσει το ακατόρθωτο». (The Independent, Shaun Walker, ΤΑ ΝΕΑ, 3/9/2009).

Το σίγουρο είναι βέβαια ότι τα εκατομμύρια των εξορίστων που πέθαναν στα γκουλάγκ της Σιβηρίας εκτελώντας καταναγκαστικά έργα ή στα ψυχιατρεία των αντιφρονούντων, όπως επίσης και οι 30.000 αξιωματικοί του Κόκκινου Στρατού που εκτελέστηκαν το 1937, κατηγορούμενοι για συνωμοσία, θα είχαν εντελώς αντίθετη άποψη.

Παρ’ όλα αυτά πολλοί υποστηρίζουν ότι αυτή η πρόσφατη προσπάθεια δικαίωσης ενός από τους σκληρότερους δικτάτορες της ανθρωπότητας, του Ιωσήφ Στάλιν, στην οποία έχει αποδυθεί μετά μανίας ο Ρώσος Πρόεδρος, ίσως έχει ως απώτερο σκοπό την δικαίωση της δικής του σκληροπυρηνικής πολιτικής. Ας μην ξεχνάμε ότι τουλάχιστον 40 διαφωνούντες δημοσιογράφοι έχουν δολοφονηθεί στη Ρωσία από το 1993, κάτω από περίεργες συνθήκες και χωρίς καμία δολοφονία να έχει εξιχνιαστεί.

Όσον αφορά τις προαιώνιες σχέσεις μίσους Πολωνίας – Ρωσίας είναι αμφίβολο αν θα καταφέρουν ποτέ να βελτιωθούν, ιδιαίτερα μετά την περσινή συμφωνία αντιπυραυλικής προστασίας που υπέγραψε η Βαρσοβία με την Ουάσινγκτον και αφορά την εγκατάσταση δέκα αμερικανικών πυραύλων στο Πολωνικό έδαφος.

Φαίνεται πάντως πως η Ρωσία δύσκολα θα χωνέψει το γεγονός ότι το Σύμφωνο της Βαρσοβίας δεν ισχύει πια και ότι ο Πολωνικός λαός είναι απρόθυμος να ξεχάσει τόσο την εξέγερση της Βαρσοβίας του 1956, όσο και την εγκαθίδρυση του καθεστώτος Γιαρουζέλσκι το 1981.

*Η Χριστιάννα Λούπα είναι δικηγόρος και συγγραφέας των βιβλίων «Μετά την Καταστροφή, Σμύρνη – Κατοχή» και «Στους Δρόμους του Πεπρωμένου». Ιστολόγιο http://christiannaloupa.wordpress.com