Απειλή για το μέλλον της Ασίας η τρομοκρατία;

 Αν οι βομβιστές που χτύπησαν φέτος δύο πολυτελή ξενοδοχεία στη Τζακάρτα ήλπιζαν ότι με τις επιθέσεις τους θα πετύχουν ένα μεγάλο πλήγμα στην οικονομία της Ινδονησίας, φαίνεται ότι έσφαλαν.

Στόχος των τρομοκρατικών επιθέσεων είναι ως επί το πλείστον η οικονομία της χώρας. Ένας μικρός αριθμός ανθρώπων με πρωτόγονα και χαμηλού κόστους όπλα αρκεί για να προκαλέσει οικονομική καταστροφή με επιπτώσεις σε ολόκληρη τη βιομηχανία.
Ωστόσο, οι επιθέσεις που γίνονται τις τελευταίες δεκαετίες δείχνουν πως οι επιπτώσεις είναι συνήθως προσωρινές, με τις οικονομίες και τις αγορές να παραμένουν ανθεκτικές.

Από την τρομοκρατική επίθεση κατά των ΗΠΑ στις 11 Σεπτεμβρίου του 2001 μέχρι τις εκρήξεις σε νυχτερινά κέντρα του Μπαλί το 2002 και τις βομβιστικές επιθέσεις σε Μαδρίτη (2004) και Λονδίνο (2005), οι αγορές κατάφεραν να ορθοποδήσουν.

Στην πρώτη οικονομική περίοδο μετά τις επιθέσεις στο Μπαλί, το χρηματιστήριο της Τζακάρτα έπεσε κάτω από το 10% και το ρούπι στο 3,7%. Όμως, μέσα σε 24 ημέρες οι δείκτες επανήλθαν στα κανονικά τους επίπεδα και το ρούπι ανέκαμψε σε πέντε εβδομάδες.
Επίσης, μετέπειτα βομβιστικές επιθέσεις στην Ινδονησία είχαν πολύ μικρότερο αντίκτυπο στην οικονομία. Μετά τις εκρήξεις ξενοδοχείων τον Ιούλιο, οι αγορές βυθίστηκαν κατά 2,7%, αλλά οι συναλλαγές έκλεισαν με μικρή πτώση της τάξης του 0,6%.

ΤΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ

Ποια είναι τα μαθήματα που έλαβαν οι επενδυτές και τα στελέχη επιχειρήσεων;
Ο αρχικός αντίκτυπος των τρομοκρατικών επιθέσεων στην αγορά είναι υπερβολικός. Οι λόγοι βρίσκονται στην ανθρώπινη φύση, καθώς οι άνθρωποι είναι επιρρεπείς στον πανικό και ακολουθούν τη νοοτροπία της αγέλης, όταν πρόκειται για κάποιο κίνδυνο.

Όταν περάσει ο πανικός των πρώτων ημερών, οι επενδυτές κοιτούν με πιο λογική ματιά τις οικονομικές επιπτώσεις των επιθέσεων.
Το βασικό ζήτημα που ανακύπτει έχει περισσότερο να κάνει με τις επακόλουθες συνέπειες αυτών των επιθέσεων, που μεγεθύνουν το αρχικό γεγονός και όχι τόσο με την άμεση οικονομική τους επίπτωση σε όρους φυσικών ζημιών και απωλειών ανθρωπίνου κεφαλαίου. Για παράδειγμα, μία πυρηνική σύγκρουση μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν θα μπορούσε να έχει τεράστια επίδραση στην παγκόσμια αγορά πέρα από τις αρχικές καταστροφές.

Επιπλέον, οι μικρές επιπτώσεις μιας επίθεσης μπορεί να είναι πιο σοβαρές από ό,τι οι μεγαλύτερες. Παρ’ ότι οι οικονομίες είναι ελαστικές, τομείς, όπως της αεροπορίας, του τουρισμού και της ασφάλειας είναι πολύ πιο ευάλωτοι.
Τέλος, ο βαθμός στον οποίο οι επιθέσεις έχουν μακροπρόθεσμο αντίκτυπο στις βιομηχανίες και τις χώρες βασίζεται και στο μέγεθος, στο οποίο οι επενδυτές αξιολογούν τους κινδύνους.

ΑΠΑΙΣΙΟΔΟΞΑ ΣΕΝΑΡΙΑ

Ακόμη και αν κάποιος ετοιμάζεται για επιθέσεις στην Ινδονησία ή τις Φιλιππίνες, ο κίνδυνος για τους επενδυτές είναι περιορισμένος. Αξίζει να επισημανθεί πως είναι σημαντικό, αν το προφίλ κινδύνου των άλλων χωρών της νοτιοανατολικής Ασίας υπάρχει ενδεχόμενο να αλλάξει δραματικά.
Η Ταϊλανδή, η Σιγκαπούρη και η Ινδονησία αποτελούν καίρια σημεία για τους τρομοκράτες. Ο κίνδυνος να υπάρξουν καταστροφικές επιθέσεις σε μεγάλες οικονομικές και τουριστικές βιομηχανίες είναι πολύ χαμηλός, όμως είναι πιθανόν να παρουσιαστούν μακροπρόθεσμες επιπτώσεις, καθώς οι χώρες αυτές θα χαρακτηριστούν ως κράτη τρομοκρατικών επιθέσεων.

Αναλυτές κινδύνου ανησυχούν ότι η πρόοδος της Ινδονησίας είναι ιδιαίτερα εξαρτημένη από την προσωπική δύναμη του προέδρου, Σουσίλο Μπάμπανγκ Γιουντχογιόνο, και τη λαϊκή υποστήριξη, διότι δεν έχει προφανείς διαδόχους με τη δική του αποφασιστικότητα, ικανοί να διατηρήσουν τη σταθερότητα της χώρας και να συνεχίσουν τις μεταρρυθμίσεις.

Μετά τις βομβιστικές επιθέσεις του Ιουλίου, ο κ. Γιουντχογιόνο δήλωσε πως οι αντάρτες χρησιμοποιούσαν τη φωτογραφία του για σκοποβολή. Παράλληλα, η αστυνομία ανακοίνωσε ότι αποκάλυψε συμμορία που ετοιμαζόταν να χτυπήσει επιβατικό λεωφορείο κοντά στην προεδρική κατοικία. Μια τέτοια επίθεση θα μπορούσε να σημαδέψει ουσιαστικά το μέλλον της Ινδονησίας.