«Η εμφύλια αναμέτρηση είναι η πιο τραγική εκδοχή του πολέμου», λέει ο Παντελής Βούλγαρης, που στα 68 του χρόνια αξιώθηκε να βγάλει από μέσα του «αυτό το δύσκολο και οδυνηρό κεφάλαιο της σύγχρονης Ιστορίας μας, που από νέος ήθελα να κάνω». Και η «Ψυχή βαθιά» μάς γυρίζει στον εφιάλτη του Εμφυλίου, χωρίς όμως να την ενδιαφέρει ποιος είχε «δίκιο» ή «άδικο», αλλά για να καταγράψει τον παραλογισμό του. Αυτό που οδήγησε αδέλφια να είναι σε αντίπαλα στρατόπεδα- όπως οι δύο έφηβοι της ταινίας που τους ερμηνεύουν με ψυχή οι Γιώργος Αγγέλκος, Χρήστος Καρτέρης – ή αδέλφια να σκοτώνουν το ένα το άλλο και παιδιά να καταδίδουν τους γονείς τους ή το αντίθετο!

«Σε κάθε πόλεμο σκληραίνουν οι άνθρωποι, τα πρόσωπα σκοτεινιάζουν. Στον Εμφύλιο όμως, η διάσταση είναι πιο δραματική γιατί καμία εξήγηση δεν πείθει απόλυτα, δεν παρηγορεί. Αφήνει για χρόνια ανοιχτές πληγές. Ο λαός και ο τόπος πληρώνουν πανάκριβο λογαριασμό. Καμία πλευρά δεν μπορεί να είναι υπερήφανη, δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι όλα ήταν καλά καμωμένα», υποστηρίζει ο Παντελής Βούλγαρης. Και μας θυμίζει το στίχο «Σε ποιον θάνατο πήγες/Περνούσε αεράκι από εκεί;» του ποιητή Μάρκου Μέσκου που χρησιμοποιείται ως μότο στην έναρξη της ταινίας. Η οποία μας μεταφέρει στα βουνά του Γράμμου και του Βιτσίου το 1949 και στις τελευταίες μάχες του Δημοκρατικού Στρατού με τις εθνικές δυνάμεις… Ένα φιλμ που με τη μουσική εσωτερικής πνοής του Γιάννη Αγγελάκα «μοιάζει εκ των υστέρων σαν το τρίτο μέρος μιας τριλογίας, με πρώτα το “Χάπι Ντέι” και τα “Πέτρινα χρόνια”», κατά τον ίδιο.

Γιατί «Ψυχή βαθιά»;
Ήταν ένας επαναστατικός και βαθύς χαιρετισμός μεταξύ των ανταρτών, κάτι που, νομίζω, ότι θα μπορούσε να λέγεται και σήμερα αντί για «καλημέρα» ή «άντε γεια».

Τι ήταν αυτό που εξαφάνισε τον άνθρωπο, αυτόν τον μικρό, τον μέγα, στην περίοδο του Εμφυλίου;
Ο πιο σκληρός πόλεμος είναι ο Εμφύλιος. Εκεί χάνεις τα όρια της ανθρώπινης διάστασης. Και οι δύο πλευρές για μια Ελλάδα που αγαπούσαν πολεμούσαν. Ήταν μια σκοτεινή περίοδος με σκοτεινά αισθήματα, που δεν έκανε κανέναν ευτυχή και από τις δύο πλευρές. Ήταν ένας παρανοϊκός πόλεμος που ξέσπασε όταν όλη η άλλη Ευρώπη προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια της, ενώ εμείς σφαχτήκαμε μεταξύ μας και πήγαμε πίσω από τον ήλιο.

Γιατί σήμερα μια τέτοια ταινία;
Γιατί όταν η Ιστορία φεύγει από τα αρχεία με τις διαταγές και τους αριθμούς και «γράφεται» πάνω σε ζωντανά πρόσωπα και νέα κορμιά 15-25 χρόνων, που 70.000 από αυτά πλήρωσαν με τη ζωή τους τον Εμφύλιο, ο εφιάλτης είναι διαχρονικός, θυμίζει, προβληματίζει. Γιατί η τέχνη αντλεί από την ανθρώπινη περιπέτεια.

Εξήντα χρόνια φέτος από τη λήξη του εμφύλιου πολέμου, μήπως είναι καιρός να δούμε αλλιώς αυτήν την εθνική τραγωδία;
Ως δημιουργός, δεν θεωρώ ότι το παρελθόν βρίσκεται μέσα σε ντουλάπια και μπαούλα. Δεν είμαι πολιτικός, ούτε ιστορικός. Είμαι καλλιτέχνης και στην ταινία καταθέτω αυτό που μου αναλογεί, αυτό που μέσα μου επιμένει να με συγκλονίζει. Τη μοίρα των απλών ανθρώπων, των από κάτω, των λησμονημένων θυμάτων. Κινηματογράφησα μια κόλαση που διαδραματίστηκε στον παράδεισο, την ασύλληπτης ομορφιάς φύση της Δυτικής Μακεδονίας. Εστίασα στα πρόσωπα και τις ιστορίες των ταπεινών, ανταρτών, στρατιωτικών και χωρικών της περιοχής. Ιστορίες μεγάλης σκληράδας και μεγάλης ανθρωπιάς.
«Κακοί Έλληνες» δεν υπάρχουν στην ταινία. Οι μόνοι «κακοί» είναι οι Αμερικανοί και οι Σοβιετικοί που δεν ήρθαν να βοηθήσουν τους αντάρτες…
Ο άνθρωπος κρύβει μέσα του τα πάντα: από την απόλυτη βαρβαρότητα μπορεί να περάσει στις πιο εξανθρωπισμένες συμπεριφορές. Αυτό ψάχνω πάντα μέσα από τις ταινίες μου. Οι ακραίες συμπεριφορές των Ελλήνων είναι ένα πολύτιμο υλικό για να προσπαθήσεις να καταλάβεις τον άνθρωπο. Δεν υπάρχουν μονοδιάστατοι ψυχισμοί. Ήρωές μου δύο αδέρφια, βοσκόπουλα, 17 και 14 χρονών. Η τύχη τους, τύχη των τότε καιρών.
Και γι΄ αυτούς που λένε πως «τον ξέρουμε τον ένοχο κι είναι γνωστή η αιτία» για να βγάλεις σωστά συμπεράσματα για τον Εμφύλιο, ο σκηνοθέτης απαντά: «Δεν καταθέτω ποτέ συμπεράσματα με τις ταινίες μου. Το αφήνω αυτό στη διάθεση και στη συγκίνηση των θεατών».

Οι νέοι που δεν έχουν ζήσει εκείνη την περίοδο, νομίζετε ότι θα ενδιαφερθούν για την ταινία;
Αν κρίνω από το ενδιαφέρον των νέων παιδιών που με ρωτούσαν ως καθηγητή την περίοδο που ετοίμαζα τη ταινία, νομίζω πως ναι. Είναι μια ταινία στην οποία μπορεί να βρεθούν στην ίδια αίθουσα και οι παππούδες – ήδη πολλά ΚΑΠΗ κλείνουν θέσεις – και οι νέοι.