Κάποτε ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της επαρχιακής γοητείας, αλλά και της λαϊκής παράδοσης. Σήμερα πια έχουν απομείνει ελάχιστα, μιας και τα αντικατέστησαν τα τρακτέρ και τα αγροτικά αυτοκίνητα.

Ο λόγος για τα συμπαθητικά γαϊδουράκια, που μπήκαν στο μικροσκόπιο των μελών του Εργαστηρίου Ζωοτεχνίας της Κτηνιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ). Ο όνος, γομάρι, γαϊδούρι ή απλά ο κοινός γάιδαρος (Equus asinus) εξαφανίζεται σιγά-σιγά από τη χώρα μας. Χαρακτηριστικό είναι πως από τα 508.000 γαϊδούρια που υπήρχαν στην Ελλάδα το 1950, το 1995 μειώθηκαν σε 95.000, ενώ σήμερα (στοιχεία για το έτος 2008) υπάρχουν λιγότερα από 16.000.

Η μοναδική αναγνωρίσιμη ελληνική φυλή όνων, ο αρκαδικός όνος, ουδέποτε έχει μελετηθεί και είναι άγνωστο αν υπάρχει ακόμα κάποιος πληθυσμός καθαρόαιμων ζώων. Η διάσωση και διατήρηση των εγχώριων όνων, καθώς και η αναγνώριση και καταγραφή των καθαρόαιμων φυλών αποτελούν στοίχημα για τους ερευνητές-μέλη ΔΕΠ του Εργαστηρίου Ζωοτεχνίας της Κτηνιατρικής Σχολής του ΑΠΘ.

Στην Ελλάδα οι όνοι διαδραμάτισαν ουσιαστικό ρόλο στην πολιτιστική και οικονομική ανάπτυξη των διαφόρων περιοχών (ηπειρωτική και νησιωτική Ελλάδα). Η συμβολή τους στην εξέλιξη της ελληνικής γεωργίας ήταν καθοριστική μέχρι την εισαγωγή των αγροτικών μηχανημάτων, οπότε τα γαϊδούρια απαξιώθηκαν. Αντίθετα, περίοπτη υπήρξε ανέκαθεν η θέση του γαϊδάρου στην ελληνική παράδοση και λαογραφία.

Αυτό, όμως, που απαξιώνουμε εμείς το εκτιμούν οι ξένοι. Είναι χαρακτηριστική η ιστορία ενός ζεύγους από το Βέλγιο που πριν από μερικά χρόνια είχε πάει διακοπές στην Αρκαδία και γνώρισε τον αρκαδικό όνο. Ζήτησαν να πάρουν στη χώρα τους δύο γαϊδουράκια που είχαν εγκαταλείψει τα αφεντικά τους. Μετά από ένα χρόνο ήρθαν πάλι στην Ελλάδα και πήραν άλλα δύο ζώα. Σήμερα οι δύο Βέλγοι έχουν μια φάρμα όπου εκτρέφουν γαϊδούρια, πουλάνε το γάλα τους και μάλιστα πολύ ακριβά, ενώ φτιάχνουν από αυτό περιζήτητα στην Ευρώπη φυσικά καλλυντικά.