Ο εξόριστος πρώην πρωθυπουργός της Ταϊλάνδης, Τάκσιν Σιναουάτρα, διέψευσε ότι χρηματοδότησε την εξέγερση των «κόκκινων πουκάμισων» στην Μπανγκόκ και δήλωσε ότι το ένταλμα σύλληψής του με την κατηγορία της «τρομοκρατίας» θα πρέπει να «αγνοηθεί», διότι έχει πολιτικά κίνητρα.

«Εμείς ουδέποτε, ουδέποτε, εμπλεκόμαστε σε βία», είπε ο Τάκσιν σε τηλεφωνική συνέντευξή του στο αυστραλιανό δίκτυο ABC, μετά τη βίαιη καταστολή των διαδηλώσεων την περασμένη εβδομάδα.

«Θέλουμε συμφιλίωση. Η κυβέρνηση πάντοτε μιλούσε περί συμφιλίωσης, αλλά χρησιμοποίησε μια προσέγγιση σιδηράς γροθιάς, όχι βελούδινο γάντι. Επέλεξαν την αναμέτρηση, αντί για τη συμφιλίωση», είπε ο Τάκσιν.

Ο δισεκατομμυριούχος πρώην επιχειρηματίας, ο οποίος είχε ανατραπεί το 2006 με στρατιωτικό πραξικόπημα, προέβλεψε ότι η Ιντερπόλ δε θα δράσει παρά την έκδοση του διεθνούς εντάλματος σύλληψης που εξέδωσε σε βάρος του η κυβέρνηση της Ταϊλάνδης.
Το ένταλμα «έχει ξεκάθαρα πολιτικά κίνητρα, και δεν έχει καμιά βάση. Η Ιντερπόλ πάντοτε ανακαλύπτει ότι η πληροφόρηση που της δίνει η κυβέρνηση της Ταϊλάνδης είναι αναξιόπιστη και έχει πολιτικά κίνητρα».

Ο Τάκσιν διέψευσε ότι ήταν οι διαδηλωτές του κινήματος για τη δημοκρατία και ενάντια στη δικτατορία (UDD) που έβαλαν φωτιές σε πολυκαταστήματα στην Μπανγκόκ.

Ακόμη, κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι ψεύδεται για το ότι οι διαδηλωτές ήταν «ένοπλοι», υποστηρίζοντας ότι τα «ανακάλυψαν» μόνο αφού τα τοποθέτησαν στα χέρια συλληφθέντων, τραυματιών ή νεκρών διαδηλωτών άνδρες του στρατού.

«Πώς θα μπορούσαν τα Κόκκινα Πουκάμισα να έχουν όπλα και να μην υπάρχει κανείς σοβαρά τραυματίας από την πλευρά του στρατού; Πώς μπορείτε να το πιστεύετε; Και ύστερα, αν είχαν όπλα, γιατί παραδόθηκαν τόσο εύκολα;».