Εδώ και χρόνια, σειρά αναλυτών και δημοσιολογούντων από το χώρο της πολιτικής, από το χώρο του ακαδημαϊκού και του επιχειρηματικού κόσμου, από την αναιμική στην Ελλάδα κοινωνία των πολιτών, όλοι αυτοί και αρκετοί άλλοι, επιχειρηματολογούν υπέρ του «τέλους της μεταπολίτευσης».

Η χαμηλή συμμετοχή των πολιτών στις ευρωεκλογές του 2009, η υπογραφή της συμφωνίας με την τρόικα για την αποφυγή της χρεοκοπίας της χώρας, η λαϊκή δυσαρέσκεια ως αποτέλεσμα των όσων συνεπάγεται αυτή η συμφωνία στην καθημερινότητα πολλών, η «αυτονόμηση» της «ανανεωτικής πτέρυγας» του ΣΥΝ και της Ντόρας Μπακογιάννη, η δημοσκοπική άνοδος του «κανένα», επαναφέρουν πάλι στην παρασκηνιακή αλλά και στη δημόσια συζήτηση και «ζύμωση» του τόπου, τις πιθανότητες αλλαγής των μεταπολιτευτικών μας σταθερών, στην πολιτική και σε άλλους χώρους.

Μια ενδεικτική επιχειρηματολογία των όρων αυτής της συζήτησης μπορούμε να βρούμε και στην αρθρογραφία του Παναγιώτη Παναγιώτου στο «Έθνος» και του Γιώργου Κύρτσου στη «City Press».

O Π. Παναγιώτου ανάμεσα σε άλλα γράφει: «ένα βασικό χαρακτηριστικό της κρίσης είναι ότι ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας “αυτονομείται” από το πολιτικό σύστημα. Το οποίο, υπό μία έννοια, «απονομιμοποιείται» σχετικά. Αυτό δημιουργεί παράλληλες διεργασίες. Το κομματικό σύστημα αμφισβητείται. Ήδη, εμφανίζονται νέα πολιτικά υποκείμενα. Τάση που το πιο πιθανό είναι να ενταθεί στο μέλλον. Το συνδικαλιστικό κίνημα αυτονομείται από τα κόμματα, ενώ ταυτόχρονα οι συνδικαλιστικές ηγεσίες αμφισβητούνται κ.ο.κ. Ρευστοποιείται ραγδαία το πολιτικό σκηνικό»…

Ενώ ο Γ. Κύρτσος υποστηρίζει: «η μεγάλη δεξαμενή των δυσαρεστημένων ψηφοφόρων δεν περιμένει την ανακύκλωση πολιτικών στελεχών της αριστεράς ή της κεντροδεξιάς για να δραστηριοποιηθεί πολιτικά. Θα υποστήριζε, υπό προϋποθέσεις, νέα πολιτικά κόμματα που θα αναδείκνυαν στελέχη της νέας γενιάς και της κοινωνίας, θα είχαν φρέσκες ιδέες και θα ξεπερνούσαν το συμβατικό πλαίσιο της πολιτικής… Ή θα υπάρξει ένα δυναμικό νέο ξεκίνημα, που θα αμφισβητήσει την κυριαρχία του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, βάζοντας στο παιχνίδι εκπροσώπους νέων κοινωνικών ρευμάτων, ή θα αναπαράγουμε την κρίση μιλώντας συνεχώς για το… τέλος της μεταπολίτευσης».

Η παραπάνω επιχειρηματολογία είναι ενδιαφέρουσα, είναι κάτι που μπορεί να συμβεί υπό προϋποθέσεις στο μέλλον, όμως, δεν αναλύει και δεν ερμηνεύει την πολιτική και κοινωνική κατάσταση της Ελλάδας αυτήν την περίοδο της δύσκολης και παρατεταμένης μετάβασης σε μια «νέα» εποχή, που, όπως έχω υποστηρίξει και στο παρελθόν, δεν πρόκειται να προέλθει από παρθενογένεση…

Εκτίμησή μου είναι (εκτίμηση που υποστηρίζεται και από όλα τα σχετικά ευρήματα των δημοσκοπήσεων ή του «εθνικού κέντρου κοινωνικών ερευνών»), πώς σε εποχές ιδιώτευσης, καχυποψίας, εξατομίκευσης, παραίτησης και απαξίωσης του δημόσιου βίου, δύσκολα δημιουργούνται νέα σχήματα ή προτάγματα πολιτικής και κοινωνικής χειραφέτησης, δύσκολα προκύπτουν πολιτικές και κοινωνικές τομές…

Ο νέος ιστορικός και πολιτικός κύκλος που αργά ή γρήγορα καλείται να μπει η ελληνική κοινωνία, με ή χωρίς τη δική της συμμετοχή, θα έχει αποφασιστικές-πρωταγωνιστικές αναφορές σε αυτά που ήδη υπάρχουν στον τόπο μας, πολιτικά κόμματα, επιχειρηματικά συμφέροντα, κ.λπ.
Σε ό,τι αφορά τα πολιτικά πράγματα της Δανιμαρκίας μας τώρα, όλα τα υπάρχοντα κόμματα που έχουν ιστορικές, ιδεολογικές και άλλες σχέσεις με διάφορα κοινωνικά στρώματα, έστω και αν αυτές οι σχέσεις δοκιμάζονται σήμερα, θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν. Το μέγεθος και το μέλλον αυτών των κομμάτων θα καθοριστεί πρωτίστως από τα ίδια τα κόμματα και δευτερευόντως από την «κοινωνία»…

Αν κάτι «γεννήσει» η πολυετής και πολύπλευρη κρίση και η απονομιμοποίηση της πολιτικής στην Ελλάδα, υπό προϋποθέσεις, αυτό δε θα είναι κάτι «ριζοσπαστικά» νέο.

Αν η δυσαρέσκεια εκφραστεί ως αποχή και ιδιώτευση, πράγμα πολύ πιθανό στο επόμενο βήμα, λαμβάνοντας υπόψη τη σημερινή κατάσταση της νεοελληνικής «κοινωνίας»…

Αν αντί για τα περίπου επτά εκατομμύρια πολιτών που ψήφισαν στις βουλευτικές εκλογές του 2009 ή αν αντί για τα περίπου 5.2 εκατομμύρια πολιτών που ψήφισαν στις ευρωεκλογές του 2009, ψηφίσουν ακόμα λιγότεροι πολίτες στις επόμενες βουλευτικές εκλογές, τότε… το πολύ-πολύ, σε απόλυτους αριθμούς, να κατέβει το πλαφόν του 3% για την είσοδο ενός κόμματος στη βουλή, επιτρέποντας έτσι να εκπροσωπηθούν στο κοινοβούλιο και άλλα σχήματα που έχουν ήδη ευδιάκριτες πολιτικές-ιδεολογικές-κοινωνικές αναφορές. Δηλαδή, οι «οικολόγοι-πράσινοι» (ΟΠ), ενδεχομένως οι «ανανεωτικοί» ως «δημοκρατική αριστερά» (ΔΑ), ή ένα μικρό κεντροδεξιό κόμμα υπό την ηγεσία της Ντόρας Μπακογιάννη…

Βέβαια, μια επτακομματική ή μια οκτακομματική βουλή (πιο απόμακρο ενδεχόμενο), μπορεί να αλλάξει άρδην το πολιτικό τοπίο στη χώρα, αυτό όμως δε συνεπάγεται απαραίτητα ότι θα αλλάξει προς το καλύτερο και τη ζωή των περισσοτέρων Ελλήνων… Ή ότι θα ανανεώσει, θα εμπλουτίσει ριζικά, την πολιτική-κομματική, την επιχειρηματική, τη στοχαστική ηγεσία του τόπου…

Ας τα έχουμε υπόψη αυτά, κάθε φορά που «πονηροί» καθοδηγητές προσπαθούν να μας πείσουν πως η χώρα χρειάζεται κάτι ριζοσπαστικά νέο στο πολιτικό-κομματικό τοπίο, σε σχέση με το παλιό, σε σχέση με αυτό που ήδη υπάρχει…

Αυτό που η χώρα χρειάζεται πρωτίστως είναι να λειτουργούν οι θεσμοί της, καθώς επίσης και να εκπροσωπείται θεσμικά και λειτουργικά, στον καλύτερο δυνατό βαθμό, η κοινωνική και η πολιτική της πανσπερμία…

Η Ελλάδα χρειάζεται την «αναγέννηση» μέσω μεταρρυθμίσεων παντού, όχι μόνο στην πολιτική, όπου επιμελώς και μονομερώς επικεντρώνεται η συζήτηση…
Όλα τα άλλα, τις περισσότερες φορές, είναι εκ του πονηρού…

* Ο Κώστας Καραμάρκος είναι κοινωνικός επιστήμονας