ΚΑΛΗΜΕΡΑ από την Αθήνα. Συμπλήρωσα 10 μέρες στην πατρίδα και έχω την αίσθηση ότι απουσιάζω από τη Μελβούρνη κάτι μήνες.

ΕΤΣΙ είναι τα ταξίδια και η αλλαγή περιβάλλοντος, τουλάχιστον τον πρώτο καιρό και μέχρι (όπου και αν βρίσκεσαι) μπεις σε κάποια ρουτίνα.

ΟΠΩΣ έχουμε ξαναπεί, η ρουτίνα είναι αυτή που «σκοτώνει» τη διάθεση και σου κάνει κουρέλι την ψυχολογία.

Η καθημερινή επανάληψη των ίδιων και των ίδιων πραγμάτων, όποια και να είναι αυτά. Ακόμα και τα καλύτερα.

ΑΥΤΑ τα λίγα ως πρόλογο, για να σας πω ότι είμαι καλά, και τώρα ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.

ΛΟΙΠΟΝ, τα δέκα τελευταία χρόνια έχω επισκεφτεί καμιά εικοσαριά χώρες από την μια άκρη του πλανήτη μέχρι την άλλη.

ΧΩΡΕΣ πλούσιες, οργανωμένες και αναπτυγμένες, όπως είναι οι χώρες της Ευρώπης, η Ιαπωνία και Ηνωμένες Πολιτείες και χώρες φτωχές, ανοργάνωτες (και οικονομικά πάντα) υποανάπτυκτες, όπως οι χώρες της Καραϊβικής και της Λατινικής Αμερικής.

ΠΑΝΤΟΥ όπου και αν πήγα, πριν το αεροπλάνο προσγειωθεί, σου δίνουν μια καρτέλα να συμπληρώσεις. Όπως γίνεται και όταν φτάνει κανείς στην Αυστραλία, άσχετο αν είναι ή όχι Αυστραλός υπήκοος.

ΚΑΡΤΕΛΕΣ προς συμπλήρωση, σου δίνουν ακόμα και σε χώρες όπως η Γουατεμάλα και η Νικαράγουα (για παράδειγμα) που αντιμετωπίζουν τα μύρια όσα προβλήματα, σε όλους τους τομείς.

ΘΕΛΟΥΝ να ξέρουν, ρε παιδί μου, οι άνθρωποι και δύο-τρία πραγματάκια παραπάνω απ’ όσα αναγράφονται στο διαβατήριό σου.

ΤΗ χώρα τους επισκέπτεσαι και θέλουν να ξέρουν πόσο καιρό σχεδιάζεις να μείνεις, τι επαγγέλλεσαι, αν έχεις μαζί σου πράγματα που δεν τους «αρέσουν» και λοιπά.

ΤΗΝ ίδια διαδικασία ακολουθούν και όταν φτάνεις στη χώρα τους οδικώς, όπως έφτασα σε πέντε-έξι χώρες της φτωχής και «υποανάπτυκτης» Κεντρικής Αμερικής.

ΠΑΝΤΟΥ έτσι κάνουν (και βέβαια έχουν τους λόγους τους). Παντού, εκτός από την Ελλάδα!

ΤΟ ελληνικό Κράτος δείχνει ότι δεν ενδιαφέρεται, ούτε για το ποιος είσαι, ούτε για το πόσο σκοπεύεις να παραμείνεις, ούτε για το τι φέρνεις μαζί σου.

ΓΕΝΙΚΑ, δεν ενδιαφέρεται κανείς για κανέναν και για τίποτα και αυτό αντιληπτό με το «καλημέρα». Από τη στιγμή, δηλαδή, που φτάνεις στο αεροδρόμιο.

ΜΕΤΑ από τον τυπικό έλεγχο των διαβατηρίων, από υπαλλήλους, που δεν χρειάζονται ιδιαίτερες γνώσεις να αντιληφθείς ότι κάνουν αγγαρεία, παίρνεις τις αποσκευές σου και φεύγεις!

ΝΑΙ, τόσο απλά, φεύγεις χωρίς κανέναν άλλο έλεγχο! Ούτε ένας υπάλληλος δεν υπήρχε στην έξοδο, έτσι για «τα μάτια του κόσμου».

ΟΣΟ για μηχανήματα ανίχνευσης αποσκευών, ούτε λόγος να γίνεται. Τέτοια υπάρχουν μόνο όταν φεύγεις από τη χώρα και αυτό γίνεται για την ασφάλεια των πτήσεων.

ΓΙΑ την ασφάλεια της χώρας, κανένας έλεγχος. Καμιά φροντίδα και μέριμνα. Η αίσθηση που αποκόμισα, με το που πάτησα στο «Ελευθέριος Βενιζέλος» είναι ότι κανείς (ουσιαστικά) δεν ενδιαφέρεται για την τύχη αυτού του τόπου.

ΜΑ, καλά, θα μου πείτε, δεν τα ήξερες όλα αυτά; Βεβαίως και τα ήξερα. Σε όλους μας είναι γνωστές οι αιώνιες οργανωτικές αδυναμίες της πατρίδας μας.

ΑΠΟ τη σύσταση του ελληνικού έθνους άρχισαν και ακόμα μας βασανίζουν. Στις «αδυναμίες» αυτές οφείλεται (κυρίως) και η σημερινή οικονομική περιπέτεια της χώρας.

ΣΤΟ γεγονός ότι όλα έχουν αφεθεί (κυριολεκτικά) στην τύχη τους και στα χέρια ανθρώπων που δεν ενδιαφέρονται για τον τόπο που ζουν.

ΓΙΑ μια χώρα, όμως, που ζει (σχεδόν) από τον τουρισμό αυτό που συμβαίνει είναι εγκληματικό. Εντελώς απαράδεκτο.

ΠΑΝΩ από 17 εκατομμύρια άνθρωποι επισκέπτονται κάθε χρόνο την Ελλάδα που σημαίνει ότι θα έπρεπε να απασχολεί και, μάλιστα, σοβαρά τους αρμόδιους, ποιοι είναι αυτοί που μας επισκέπτονται.

ΚΑΙ θα έπρεπε να τους απασχολεί για πολλούς και διάφορους λόγους, αλλά, κυρίως, για να μπορεί να προγραμματίζει τις διαφημιστικές της εκστρατείες.

ΚΑΙ για να το κάνει αυτό με επιτυχία, προκειμένου να προσελκύσει περισσότερους επισκέπτες, θα πρέπει να γνωρίζει τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά.

ΔΗΛΑΔΗ, ποιοι είναι, τι επαγγέλλονται, από πού έρχονται, πόσο σχεδιάζουν να μείνουν και λοιπά που θα βοηθήσουν να έχουν μια πιο πλήρη εικόνα, για το τι είδους άνθρωποι επισκέπτονται τη χώρα.

ΤΩΡΑ, βέβαια, αν λάβουμε υπόψη μας ότι, το ελληνικό Κράτος, δεν γνωρίζει (ούτε κατά προσέγγιση δεκάδων χιλιάδων!) πόσους δημοσίους υπαλλήλους έχει (και πανάκριβα πληρώνει!), το πιο πάνω φαντάζει σαν ασήμαντη λεπτομέρεια.

ΕΔΩ έχει χάσει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα, στις καρτέλες άφιξης και αναχώρησης θα κολλήσουμε;

ΑΛΛΩΣΤΕ, με τις στατιστικές και τέτοιου είδους (Δυτικές) γραφειοκρατικές αντιλήψεις δεν έχουμε καμιά σχέση.

ΕΔΩ έχουμε «πνιγεί» και δεν μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα με την απαρχαιωμένη οθωμανική γραφειοκρατία του 18ου αιώνα πού χρόνος για νέα «κόλπα» και…  μεταμοντέρνες μεθόδους.

ΓΙΑ όλα αυτά, την οικονομική κρίση και τα όσα αυτή συσσώρευσε σε τούτο τον πολύπαθο και εγκαταλειμμένο τόπο θα έχουμε την ευκαιρία να τα ξαναπούμε αφού προηγουμένως «κατατοπιστούμε» και συναναστραφούμε τους παθόντες.

Η εικόνα που δίνουν τα Μέσα Ενημέρωσης, με την προσφιλή τους πολυλογία και καταστροφολογία, κάθε άλλο παρά ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

ΛΕΓΟΝΤΑΙ καθημερινά τόσα πολλά και αντιφατικά μεταξύ τους πράγματα, που δεν μπορεί κανείς να βγάλει άκρη.

ΔΙΑ «γυμνού οφθαλμού», προς το παρόν, η κρίση δεν έχει τις διαστάσεις που της αποδίδουν. Τουλάχιστον, αυτό αποκόμισα από τις πρώτες βόλτες στην Αθήνα.

ΓΙΑ την ώρα, η κρίση έχει πλήξει, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, την ψυχολογία των εδώ συμπατριωτών μας.

Ο κόσμος φοβάται για το τι θα ξημερώσει αύριο. Αυτό διαπίστωσα με όσους μίλησα έως τώρα.

Η πλήρης έλλειψη εμπιστοσύνης σε αυτούς που διαχειρίζονται την κρίση, δηλαδή στην κυβέρνηση και στον κρατικό μηχανισμό, οφείλεται στη διαλυτική κακή ψυχολογία και την αβεβαιότητα για το μέλλον.

ΚΑΝΕΙΣ, μα κανείς δεν τους εμπιστεύεται. Κανείς (και δικαιολογημένα) δεν πιστεύει ότι αυτοί που τον οδήγησαν έως εδώ έχουν τις ικανότητες να βγάλουν τη χώρα από την κρίση.
   
Η πιο πάνω (γενική) διαπίστωση, είναι αυτή που φοβίζει τον κόσμο περισσότερο από την κρίση. Σε αυτή οφείλεται η αβεβαιότητα. Οι ανασφάλειες είναι αυτές που καταρράκωσαν και έστειλαν στα τάρταρα την ψυχολογία των Ελλήνων.

ΦΟΒΟΥΝΤΑΙ ότι οι κυβερνητικές αποφάσεις παίρνονται (λόγω πίεσης και ελλείψει επιλογών) κυριολεκτικά «στο πόδι» και ότι ο ανάπηρος, φθαρμένος (και διεφθαρμένος) κρατικός μηχανισμός δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των δύσκολων καιρών.

ΕΔΩ δεν τα κατάφερνε σε «καλούς καιρούς», όταν δεν υπήρχε πίεση και χρονοδιαγράμματα και τα πράγματα φάνταζαν, τέλος πάντων, «ομαλά».

ΠΟΙΟΣ, λοιπόν, λογικός άνθρωπος, είναι δυνατόν να πιστέψει ότι θα τα καταφέρει τώρα στους δύσκολους καιρούς με τους ίδιους ανθρώπους που έχουν αποδείξει ότι για το μόνο που νοιάζονται και κόβονται είναι εαυτούλης τους, η κονόμα τους και το βόλεμά τους.

ΤΟ έχω ξαναγράψει, αλλά δεν πειράζει αν το επαναλάβω για μια φορά ακόμα: η ηθική και πολιτιστική κρίση είναι πολύ μεγαλύτερη και πολύ πιο επικίνδυνη για την επιβίωση της πατρίδας απ’ ό,τι η οικονομική.

ΠΑΡ’ ΟΛΑ αυτά και παρά την κρισιμότητα των ημερών, για το «πορτοφόλι» γίνεται κουβέντα και λαμβάνονται «μέτρα».

ΣΙΓΑ να μην ασχοληθούν οι αρμόδιοι, τα μέσα ενημέρωσης και οι υπόλοιποι ενδιαφερόμενοι με την κρίση των αξιών που απειλούν τα θεμέλια της ελληνικής κοινωνίας, τη στιγμή που απειλείται το πορτοφόλι τους και τα κεκτημένα τους.

ΟΛΟΙ μηδενός εξαιρούμενου, απαλλάσσουν, με περίσσια ευκολία τους εαυτούς τους, φορτώνοντας όλα στους «άλλους».

«ΑΛΛΟΙ» φταίνε που έφτασαν τα πράγματα εδώ και όχι οι ίδιοι που παρανομούσαν, φοροδιέφυγαν, έχτιζαν αυθαίρετα, λουφάριζαν και αντιμετώπιζαν το κράτος λες και ήταν εχθρικό και καθήκον τους ήταν να το ζημιώσουν.

ΟΛΟΙ με πρώτους και καλύτερους, τους ηγέτες της Αριστεράς και ορισμένους τύπους σαν τον Λάκη Λαζόπουλο, που ασκούν δήθεν κριτική τους «άλλους» μόνιμα βρίζουν.

Η αυτοκριτική (αν και ελληνικότατη λέξη) είναι εντελώς άγνωστη στην Ελλάδα. Αυτά για σήμερα, να είστε όλοι καλά και τα λέμε από βδομάδα.