Το παρόν βιβλίο είναι ένα κατ’ εξοχήν αντιτουριστικό αφήγημα, ένα μη συμβατικό οδοιπορικό, που αποτελείται από τρία Κεφάλαια -Τρία Ταξίδια, όπως είναι και ο υπότιτλος του βιβλίου- που φέρουν τους χαρακτηριστικούς τίτλους Τοζέρ (το οποίο χαρακτηρίζει ολόκληρο το βιβλίο), Ένας Βράχος Στη Θάλασσα και Το Κέρας της Αφρικής. Ακολούθησε τη διαδρομή που έκανε ο Γάλλος ποιητής Αρθούρος Ρεμπώ με τη διαφορά ότι ο συγγραφέας ξεκίνησε από την Ελλάδα και μέσω Ιταλίας έφτασε αρχικά στην Τυνησία.

Ο ίδιος ο Ρεμπώ στο Μια Εποχή στην Κόλαση εξομολογείται: «Έπρεπε να ταξιδέψω, να περισπάσω τις οπτασίες / που τυραννούσαν το μυαλό μου».
Στο βιβλίο ενσαρκώνονται οι πολυποίκιλοι ρόλοι του μοναδικού ταξιδιώτη: ο τουρίστας ως εξάρτημα μιας φωτογραφικής μηχανής που περιεργάζεται έκθαμβος την έξω πλευρά του κόσμου του Άλλου, β) ο περιηγητής, που θέτει σε εφαρμογή το σχέδιό του για περιπέτεια στην απόπειρα καταγραφής του πολιτισμού του ξένου τόπου, γ) ο ταξιδιώτης και δ) ο ταξιδευτής, που είναι δίδυμα αδέλφια και είναι διακριτικοί -αν και ο δεύτερος είναι μάλλον πιο ρομαντικός, ναρκισσιστικός και κάπως ψυχαναγκαστικός και φαίνεται ότι το ταξίδι αποτελεί κάτι σαν στάση ζωής γι’ αυτόν, ε) ο οδοιπόρος, που συνήθως είναι μοναχικός και υπεραγαπά το άγνωστο, στ) ο περιπλανώμενος, που συνήθως εκτίθεται σε κακουχίες και έχει επίγνωση των όποιων δυσκολιών και εμποδίων και ζ) ο αλήτης, με την αρχαία σημασία του όρου, ο οποίος φαίνεται σαν μεθυσμένος από τον εαυτό του και τον κόσμο, πασχίζοντας να ενώσει το παντού με το πουθενά.

Από τον τουρίστα έως τον αλήτη παρακολουθούμε μια απελευθερωτική διαδικασία απογύμνωσης. Ο τουρίστας είναι ντυμένος και κουβαλά αρκετό πολιτισμό μαζί του, αλλά ο αλήτης φαίνεται ότι έχει βρει την απόλυτη ηρεμία που τον περιβάλλει, είναι σχεδόν γυμνός, απελευθερωμένος από κάθε “στολίδι” πολιτισμού που ίσως τον βαραίνει.

Ο Φώτης Τερζάκης είναι σίγουρα αντι-τουρίστας, ωστόσο είναι ο ίδιος που ενσαρκώνει όλους σχεδόν τους παραπάνω ρόλους.
Όπως τονίζει o ίδιος ο συγγραφέας σε ένα σημείο, τα ταξίδια τον σκοτώνουν, γι’ αυτό και μαθητεύει στην κατακρήμνιση. Θα πρέπει να αναρωτηθούμε εάν ευελπιστεί ότι θα βρει γιατρειά μέσα από το ίδιο το οδοιπορικό.

Εν πρώτοις, το βιβλίο μπορεί να λογιστεί ως ταξιδιωτικό, ένα οδοιπορικό αυτοστοχασμού του ίδιου του συγγραφέα, ο οποίος χρησιμοποιεί τα ταξίδια του στην Αφρική ως όχημα εξωτερικής περιπλάνησης και εσωτερικής αναζήτησης. Και το πετυχαίνει αυτό χρησιμοποιώντας αρκετά και πολυποίκιλα υλικά: αυτοβιογραφικά αποσπάσματα, ιστορικές, πολιτικές, γεωγραφικές και ανθρωπολογικές αναφορές, ποιητικές εικόνες, στοιχεία από το βασίλειο των ζώων, των φυτών και των ορυκτών. Κατά δεύτερο λόγο, όμως, ο συγγραφέας Τερζάκης, αν και δείχνει να είναι θανάσιμα μαγεμένος από την αρχαϊκότητα και την όλη ποιητική του αφρικανικού τοπίου, δεν ξεχνά τα πνευματικά του ανακλαστικά, δεν ξεχνά την ψυχική ματιά του πολιτικά συμπάσχοντος, ωστόσο δεν παραλείπει να γίνει και προσωπικά αποκαλυπτικός, φέρνοντας στην επιφάνεια -από την αρχή κιόλας- το ερωτικό του αδιέξοδο ανάγοντας το θάνατο σε πρωταγωνιστή, αλλά έχοντας έναν απελπισμένο έρωτα ως υποβολέα και κρυφό παρονομαστή. Στη συνέχεια, αν και φαίνεται ότι είναι άνθρωπος της απόλαυσης στο βάθος του ταξιδιού του διακρίνουμε έναν ασκητή, λόγω της αιώνιας επιστροφής στον εαυτό του.

Δίνει, επίσης, σημαντικές ιστορικές, καλλιτεχνικές, γεωγραφικές και άλλες πληροφορίες, ενώ παράλληλα προσδίδει στην περιπλάνησή του υπαρξιακό χαρακτήρα με βάση στήριξης την ίδια του την αγωνία.