Τα βασικά χαρακτηριστικά της μεσογειακής διατροφής όπως η υψηλή κατανάλωση λαχανικών, οσπρίων, φρούτων και δημητριακών, η μέτρια με υψηλή κατανάλωση ψαριών, η χαμηλή κατανάλωση κορεσμένου λίπους σε αντίθεση με την υψηλή κατανάλωση μη κορεσμένων λιπαρών όπως είναι το ελαιόλαδο καθώς και χαμηλή ή μέτρια κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων και, κυρίως, τυριού και γιαουρτιού που συνδυάζεται με την χαμηλή κατανάλωση κρέατος και μέτρια κατανάλωση αλκοόλ, κυρίως κρασιού καθιστούν την μεσογειακή διατροφή ως το καλύτερο είδος διατροφής που μπορεί που θέλει να ζήσει πολλά χρόνια, να υιοθετήσει. Την υπεροχή της μεσογειακής διατροφής σε σχέση με αυτή άλλων χωρών, αποδεικνύεται από έρευνες που έχουν διεξαχθεί από πολλά πανεπιστήμια ανά την υφήλιο τα τελευταία χρόνια.
Η δόκτωρ Αντιγόνη Κουρή, έχει συμμετάσχει και επιτηρήσει αρκετές από αυτές τις έρευνες. Η ίδια δήλωσε στο «Νέο Κόσμο» ότι κάνοντας το διδακτορικό της σε συνεργασία με την καθηγήτρια Αντωνία Τριχοπούλου και τον καθηγητή Mark Wahlqvist, διαπίστωσε, αφού συνέκρινε 189 ηλικιωμένους Έλληνες στη Μελβούρνη με 104 ηλικιωμένους Έλληνες στην Ελλάδα κατά την περίοδο 1989-1992, ότι οι Έλληνες της Μελβούρνης ζουν περισσότερα χρόνια επειδή η καθημερινή τους δίαιτα συνίσταται περισσότερο από παραδοσιακά φαγητά και, κυρίως, όσπρια.
Το διδακτορικό της κ. Κουρή αποτέλεσε μέρος μια πιο ευρείας έρευνας με τον τίτλο «Διατροφικές Συνήθειες στα Ύστερα Στάδια της Ζωής» η οποία, επίσης, εξέτασε και συνέκρινε ηλικιωμένους Σουηδοί στη Σουηδία, Ιάπωνες στην Ιαπωνία και Αγγλοκέλτες στην Αυστραλία. Η ίδια ήταν συντονίστρια αυτής της έρευνας στην οποία συμμετείχαν 800 άτομα.
Η πρώτη αυτή μελέτη έδειξε ότι η μεσογειακή διατροφή βελτιώνει το γενικό μέσο όρο ζωής των ηλικιωμένων της Ελλάδας. Η έρευνα έδειξε, επίσης, τα πλεονεκτήματα της μεσογειακής διατροφής που οδηγούν στη μακροζωία και μπορούν να αποκτηθούν και από μη μεσογειακούς λαούς που ακολουθούν όμως τη συγκεκριμένη δίαιτα.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα μεταγενέστερης έρευνας που διεξήχθη από τη δόκτωρ Ειρήνη Δαρμάδη, υπό την επιτήρηση της δόκτωρ Αντιγόνης Κουρή, στο Πανεπιστήμιο Monash της Μελβούρνης και κατά την οποία έγινε ανάλυση των παραπάνω στοιχείων, οι Έλληνες της Μελβούρνης απολαμβάνουν περισσότερο τα προνόμια της μακροβιότητας σε σχέση με τους Έλληνες της Ελλάδας, τους Σουηδούς, τους Ιάπωνες και τους Αγγλοκελτες, λόγω της υγιεινής διατροφής που ακολουθούν και την υψηλή κατανάλωση οσπρίων.
Σε μια ακόμα πιο πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύτηκε στο British Medical Journal του 2005 από την καθηγήτρια Αντ. Τριχοπούλου, αποδείχτηκαν για ακόμα μια φορά τα ευεργετικά στοιχεία της Μεσογειακής Διατροφής.
Στη μελέτη έγινε ανάλυση των διατροφικών συνηθειών περίπου 75.000 ανδρών και γυναικών ηλικίας μεγαλύτερης των 60 χρόνων σε εννέα χώρες –Δανία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ιταλία, Ολλανδία, Ισπανία, Σουηδία και Ηνωμένο Βασίλειο– που συμμετείχαν στη μελέτη EPIC (Ευρωπαϊκή Προοπτική Έρευνα για τη Μελέτη του Καρκίνου και της Διατροφής).
Οι ερευνητές αφού έλαβαν υπόψη τους παράγοντες όπως το κάπνισμα και το μορφωτικό επίπεδο, κατέληξαν ότι όσο πλησιέστερες είναι οι διατροφικές συνήθειες ενός ατόμου σε αυτές της μεσογειακής διατροφής τόσο λιγότερο κίνδυνο διατρέχουν τα άτομα αυτά να αποβιώσουν, έστω και αν ήταν ηλικιωμένοι. Το ποσοστό, μάλιστα, έδειξε ότι το ποσοστό επικινδυνότητας για τα ηλικιωμένα άτομα που ακολουθούσαν την μεσογειακή διατροφή μειωνόταν κατά 7% σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό. Τα αποτέλεσμα ανέδειξαν τους Έλληνες που κατοικούν στην Ελλάδα αλλά και τους Ισπανούς ως τους πλέον κερδισμένους από την μεσογειακή διατροφή μιας και αυτοί οι δύο λαοί όχι μόνο χρησιμοποιούν πολύ ελαιόλαδο στην καθημερινή τους διατροφή αλλά και πολλά άλλα στοιχεία της μεσογειακής δίαιτας.
Η τελευταία έρευνα στο θέμα της μεσογειακής διατροφής γίνεται από τη φοιτήτρια Τάνια Θώδη υπό την επιτήρηση της Αντιγόνης Κουρή, σε συνεργασία με την αναπληρώτρια καθηγήτρια Κατερίνα Ιτσιοπούλου στο Τμήμα Διαβητικών του Πανεπιστημίου La Trobe.
Η έρευνα επικεντρώνεται σε ηλικιωμένους της Μελβούρνης που προέρχονται από ελληνικά νησιά και, κυρίως, την Κρήτη (καθώς οι πρώτες έρευνες και μελέτες για τα πλεονεκτήματα της Μεσογειακής διατροφής ξεκίνησαν από την Κρήτη). Το διδακτορικό αυτό είναι μέρος της έρευνας ΜΕDIS (Μελέτη Μεσογειακών Νησιών) η οποία διεξάγεται από το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο τα τελευταία χρόνια με την συνεργασία του καθηγητή Ευάγγελου Πολυχρονόπουλου.
Όπως αναφέρει η καθηγήτρια κ. Ιτσιοπούλου στο blog της, ο περισσότερος κόσμος πιστεύει ότι η μεσογειακή διατροφή περιλαμβάνει μεγάλη κατανάλωση ελαιολάδου, ψητού κρέατος, ζυμαρικών και ψωμιού.
Παρ’ όλα αυτά, στην πραγματικότητα υπάρχουν περισσότερα από 30 διαφορετικά μοτίβα διατροφής που εντάσσονται στο ευρύτερο μεσογειακό, λόγω των πολλών χωρών που περιβάλλουν τη Μεσόγειο. Η παραδοσιακή κρητική διατροφή θεωρείται από επιστημονικούς κύκλους ως το αρχέτυπο της μεσογειακής δίαιτας, ενώ σε έρευνα του ’60 αποδείχτηκε ότι άνθρωποι από την Κρήτη, λόγω των ευεργετικών χαρακτηριστικών που αποδίδονται στη διατροφή τους, εμφάνισαν το μικρότερο ποσοστό θανάτου από καρδιακές παθήσεις σε σχέση με ανθρώπους από άλλες χώρες.
Αυτή είναι, λοιπόν, η συνταγή της μακροζωίας, η μεσογειακή διατροφή. Όσοι, λοιπόν, θα ήθελαν να ζήσουν περισσότερα χρόνια και να αποφύγουν χρόνιες παθήσεις, θα ήταν καλό να αρχίσουν να συμπεριλαμβάνουν στην καθημερινή τους διατροφή, λαχανικά (και, ιδιαίτερα, πράσινα φυλλοειδή), δημητριακά (και, κυρίως, ψωμί με προζύμι αντί για ζυμαρικά), ελαιόλαδο ως την κύρια πηγή λίπους στη δίαιτα, μέτρια ποσότητα τυριού (κυρίως κατσικίσιο τυρί), γιαούρτι, ξηρούς καρπούς, περισσότερα ψάρια, λιγότερο κρέας, περισσότερα όσπρια και μέτρια ποσότητα κρασιού με κάθε γεύμα.
Σε άρθρο που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην εφημερίδα The Age, αναφέρθηκε ότι η λίστα παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO, που περιλαμβάνει τοποθεσίες και μνημεία, αλλά και μια λίστα με πιο άυλα στοιχεία πολιτιστικής κληρονομιάς, όπως προφορικές παραδόσεις, τέχνες, κοινωνικές πρακτικές, τελετές και φεστιβάλ, αναμένεται να συμπεριλάβει μια καινούρια καταχώρηση –γαστρονομική αυτή τη φορά– τη μεσογειακή δίαιτα και η απόφαση αναμένεται να ανακοινωθεί το Νοέμβρη.