Ακόμα και στους πολυγραφότατους και ταλαντούχους συγγραφείς υπάρχει κάποιο έργο τους που ξεχωρίζει απ’ όλα τα άλλα, το αριστούργημά τους. Ένα τέτοιο ξεχωριστό έργο του Ιβάν Τουργκένιεφ είναι το μυθιστόρημα “Πατέρες και παιδιά”. Ο ήρωας του, ο Μπαζάροφ, είναι ο τύπος του σκληρού, οργισμένου νέου μιας εποχής που δεν χωράει στα καθιερωμένα πλαίσια, που όλα τα ειρωνεύεται, τα κατηγορεί, ανυπότακτος, με τις τσεκουράτες αλήθειες του, αλλά και με τις γκάφες του, ακαταστάλακτος. Και ο τρόπος που πεθαίνει είναι ευθυγραμμισμένος με τον τρόπο που σκεφτόταν και ενεργούσε: αγάπη και αδιαφορία μαζί για τη ζωή και το θάνατο, όπως συμβαίνει με τους νέους κάθε εποχής.
Το “Πατέρες και παιδιά”, όπως και άλλα έργα του Τουργκένιεφ, που δημοσιεύτηκαν κατά τη διάρκεια ταξιδιών του συγγραφέα στη Γαλλία και την Ιταλία, αποτελούν καρπούς της έντονης και ανήσυχης εμπειρίας του από τη ζωή στη Ρωσία μεταξύ 1850 και 1855 και τις περιοδικές αργότερα επιστροφές του στην πατρίδα του.
Ο Τουργκένιεφ έπλασε συμβολικά πρόσωπα: ο Ρούντιν, ιδεαλιστής, δραστήριος και ματαιόδοξος, τυπικός Ρώσος της δεκαετίας του 1840· ο Λαβρέτσκι, της Φωλιάς των ευγενών, συντηρητικός αισθηματίας που ικανοποιείται με την ίδια τη θυσία του εαυτού του· η Ελένη, το κορίτσι της Αγρύπνιας, που με τη δραστηριότητα και την ορμητική αφοσίωσή της ξεπερνά όλους τους άντρες πρωταγωνιστές του έργου.
Τα πρόσωπα αυτά, που αντιπροσώπευαν τη νεολαία της περιόδου πριν από τη μεταρρύθμιση του 1861, έγιναν τα γνώριμα πρότυπα του ρωσικού αναγνωστικού κοινού, που αγαπούσε τη λογοτεχνία και επιθυμούσε κοινωνική δικαιοσύνη. Το έργο “Πατέρες και παιδιά”, το γνωστότερο και το πιο επιτυχημένο από τα μυθιστορήματά του Τουργκένιεφ, ήταν συγχρόνως αυτό που προκάλεσε τις περισσότερες συζητήσεις και καταπολεμήθηκε τόσο από τους προοδευτικούς όσο και από τους συντηρητικούς.
Μπορεί να δει κανείς στον μυθιστοριογράφο Ιβάν Τουργκένιεφ την έννοια του μηδενισμού που δανείστηκε ο Νίτσε, τον οποίο διάβαζε από τη γαλλική μετάφραση του Προσπέρ Μεριμέ. Ο όρος εισήχθη από τον Ιβάν Τουργκένιεφ, για να χαρακτηρίσει το ιδεολογικό ρεύμα που εκδηλώθηκε ανάμεσα στους νεαρούς Ρώσους διανοούμενους από το μέσον του 19ου αιώνα, μέσα στους κόλπους του αντιαπολυταρχικού κινήματος.
Ο Ιβάν Σεργκέγιεβιτς Τουργκένιεφ (1818 – 1883) σπούδασε Φιλολογία στη Μόσχα και την Πετρούπολη και Φιλοσοφία στο Βερολίνο, όπου διαποτίστηκε από τις φιλελεύθερες δυτικές ιδέες. Τη λογοτεχνική του σταδιοδρομία την άρχισε με την ποίηση. Τα πρώτα του ποιήματα στο περιοδικό “Ο Σύγχρονος” (1873) δεν θεωρούνται αξιόλογα.
Πιο επιτυχημένο θεωρείται το έπος “Παράσα” (1834). Γρήγορα όμως στράφηκε στην πεζογραφία, η οποία και τον καθιέρωσε όχι μόνο στη Ρωσία, αλλά και σ’ ολόκληρη την Ευρώπη. Με τα πεζά του υψώνει φωνή διαμαρτυρίας κατά της δουλοπαροικίας και ανατέμνει καυτά προβλήματα, όπως η σύγκρουση ανάμεσα στην παλιά γενιά, τη συντηρητική και προσκολλημένη στην παράδοση, και στη νέα γενιά, τη προοδευτική και φανατική οπαδό της επιστήμης. Όλα αυτά όμως προκάλεσαν αντιδράσεις και ο Τ. αναγκάστηκε να φύγει και να εγκατασταθεί πρώτα στη Γερμανία και έπειτα στη Γαλλία. Στο Παρίσι συνδέθηκε με τους Φλομπέρ, Ζολά, Γκονκούρ κ.ά.