ΠΡΙΝ σας καλημερίσω, να σας συστήσω να ρίξετε μια ματιά στη σημερινή σελίδα της αλληλογραφίας.

ΔΥΟ (παραδοσιακοί) επιστολογράφοι, ο Νικόλαος Ραυτόπουλος και ο Βλάσης Μαυραγάνης, ασχολούνται με τα όσα έγραψα πρόσφατα «για το μεγαλείο της ελληνικής ψυχής».

Ο Ν. Ραυτόπουλος κάνει μια φιλότιμη προσπάθεια να φορτώσει τις κακοδαιμονίες του ταλαίπωρου (και χρεοκοπημένου) Έθνους στον Οθωμανική Αυτοκρατορία.

«ΕΙΧΑΜΕ τη κακή τύχη» γράφει, «να έχουμε επί τέσσερις και πλέον αιώνες στο κεφάλι μας τον πιο καθυστερημένο κατακτητή που μετέτρεψε τον πιο πολιτισμένο και εξελιγμένο χώρο του πλανήτη, τον ελληνικό χώρο της Μικράς Ασίας, στον πιο απολίτιστο».
 
ΤΟ μόνο που έχω να πω στον κ. Ραυτόπουλο είναι να ξαναρίξει μια ματιά στην ιστορία, η οποία, βέβαια, δεν αρχίζει το 1453 με την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, αλλά 17 ολόκληρους αιώνες πριν.

Η Ελλάδα που έχουν στο μυαλό τους οι περισσότεροι λάτρεις του ελληνικού Μεγαλείου «τελείωσε» γύρω στο 200 π.Χ. όταν οι Ρωμαίοι κατακτητές, αρχίζοντας από τις ελληνικές αποικίες της Κάτω Ιταλίας και της Σικελίας, ισοπέδωσαν ό,τι είχε αφήσει όρθιο ο δικός μας Μέγας Αλέξανδρος και ο πατέρας του Φίλιππος.

ΑΚΟΜΑ και κατά τη διάρκεια της ακμής του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, δεν υπήρχε η Ελλάδα (ως ενιαίο και συγκροτημένο Έθνος) που έχουν στο μυαλό τους οι απανταχού Ελληναράδες.

ΠΟΛΕΙΣ-κράτη υπήρχαν που τον περισσότερο καιρό πολεμούσαν μεταξύ τους. Πάνω από 30 χρόνια κράτησε ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, ενώ στη συνέχεια άρχισε νέος πόλεμος μεταξύ των Αθηναίων και των ελληνικών αποικιών της Κάτω Ιταλίας.

ΚΑΜΙΑ σχέση η δική μας ιστορική πορεία με αυτή των Αρχαίων Αιγυπτίων που είχαν συγκροτημένο Έθνος κάτω από τους Φαραώ ή την περσική Αυτοκρατορία, για να αναφερθώ σε δύο μόνο παραδείγματα.

Ο Μέγας Αλέξανδρος έκανε μια προσπάθεια να δημιουργήσει κάτι ανάλογο και, ενδεχομένως, να τα κατάφερνε αν δεν πέθαινε τόσο νέος.

ΣΤΟΥΣ 17 αιώνες που μεσολάβησαν μέχρι να κάνουν το μεγάλο… ντου οι Τούρκοι, από τον ελλαδικό χώρο -εκτός των Ρωμαίων- πέρασαν και μύριοι άλλοι κατακτητές.

ΝΑ προσθέσω εδώ ότι οι Οθωμανοί την εποχή εκείνη ήταν πολύ πιο προοδευτικοί και πιο δεκτικοί σε άλλους πολιτισμούς από ό,τι οι Βυζαντινοί, γι’ αυτό άλλωστε και επικράτησαν στη Μικρά Ασία δύο σχεδόν αιώνες πριν αλωθεί η Πόλη.

ΜΠΡΟΣ στον δογματικό βυζαντινό δεσποτισμό, η τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία, ήταν ό,τι πιο προοδευτικό υπήρχε, λόγω του ότι είχε κληρονομήσει (έως ένα βαθμό) και τον μεγάλο ισλαμικό πολιτισμό, χάρη στον οποίο έφτασε στη Δυτική Ευρώπη (και μετά από 5 αιώνες σε εμάς!) ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός.

ΤΗΝ ίδια εποχή, δηλαδή τον 15ο αιώνα, και μέχρι να αρχίσει η παρακμή, στις αρχές του 18ου αιώνα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν το πιο οργανωμένο Έθνος στον τότε κόσμο.

ΣΥΝΕΠΩΣ, κ. Ραυτόπουλε δεν μας… χάλασαν οι «απολίτιστοι» Τούρκοι. «Χαλασμένους» μας βρήκαν. Και για να βεβαιωθείς ότι έτσι έχουν τα πράγματα, ρίξε μια ματιά και στην παγκόσμια ιστορία.

ΜΕ μια γρήγορη ανάγνωση θα διαπιστώσεις ότι τους 17 αιώνες που μεσολάβησαν, η Ελλάδα (που έχετε στο μυαλό σας) δεν έβγαλε ούτε φιλοσόφους, ούτε μεγάλους συγγραφείς, ούτε καλλιτέχνες.

ΔΕΝ είχε, δηλαδή, καμιά συμβολή στο ιστορικό γίγνεσθαι. Καμιά ιστορική αναφορά δεν γίνεται για την Ελλάδα για 2.000 χρόνια.

ΣΤΗΝ ασυνέχεια λοιπόν και την τεράστια έλλειψη παραγωγής πνευματικού έργου για 20 αιώνες οφείλονται οι κακοδαιμονίες μας και όχι στους Τούρκους.

ΚΑΙ κάτι ακόμα: Δεν έχω καταλάβει (αν και έχω προσπαθήσει) γιατί αναφερόμαστε μόνο στα 400 χρόνια της τουρκικής σκλαβιάς και δεν λέμε κουβέντα για την σκλαβιά των 1700 χρόνων;

ΜΟΥ κάνει εντύπωση το γεγονός ότι έχουμε σταθεί μόνο στους Τούρκους και έχουμε δώσει συγχωροχάρτι σε όλους τους άλλους κατακτητές που προηγήθηκαν – ορισμένοι, μάλιστα, από τους οποίους ήταν πιο βάρβαροι και από τους Οθωμανούς.

ΚΑΙ για να τελειώνω, θα προσθέσω ότι τη χοντρή ζημιά μας την έκαναν οι Βυζαντινοί. Σε πολλές, μάλιστα, περιπτώσεις ήταν χειρότεροι και από τους Τούρκους.

ΟΣΟ για την επιστολή του Βλάση Μαυραγάνη, τι να πω; Αν τη διαβάστε προσεκτικά, θα καταλάβετε (επίσης) γιατί η ελληνομάθεια στην παροικία μας κάνει…  θαύματα.

ΟΣΟ για τις υπόλοιπες…  βλασιές του Βλάση (που κυκλοφορεί με ένα ελληνόμετρο στην κωλότσεπη!) δεν έχω τίποτα να προσθέσω, αφού μιλούν από μόνες τους. Πάμε πιο κάτω.

ΠΡΟΧΘΕΣ το βράδυ, στο πλαίσιο των Σεμιναρίων που οργανώνει η Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης για την ελληνική ιστορία και πολιτισμό, μίλησε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Μελβούρνης, Νίκος Παπαστεργιάδης.

ΘΕΜΑ της διάλεξής του ήταν ο πολυπολιτισμός για τον οποίο έχει χυθεί πολύ μελάνι τα τελευταία 35 χρόνια στην Αυστραλία.

ΕΝΑ θέμα, δηλαδή, το οποίο έχει μελετήσει σε βάθος ο Νίκος και για πολλά χρόνια αποτελεί ένα από τα αντικείμενα της ακαδημαϊκής του καριέρας.

ΚΑΝΟΝΤΑΣ μια ιστορική αναδρομή, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο πολυπολιτισμός στην Αυστραλία σήμερα είναι ένα ζόμπι.

ΙΣΧΥΡΙΣΤΗΚΕ, δηλαδή, ότι η αρχική ιδέα του πολυπολιτισμού -που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1970 από τον Καναδά και την Αυστραλία- είναι πλέον νεκρή.

ΤΟ τελειωτικό χτύπημα στο concept του πολυπολιτισμού το έδωσε η κυβέρνηση Χάουαρντ η οποία και τον εξέλαβε ως ένα «σκαλοπάτι» προσαρμογής που θα συνέβαλε στην αφομοίωση των μεταναστών.

ΚΑΤΙ, δηλαδή, σαν προθάλαμο προετοιμασίας των νεοφερμένων μέχρι να ενσωματωθούν στην ευρύτερη αυστραλιανή κοινωνία.

Η συντηρητική παράταξη (και όχι μόνο) πίστευε -και συνεχίζει να πιστεύει- ότι όσο πιο γρήγορα γίνουν οι μετανάστες Αυστραλοί τόσο το καλύτερο για τους ίδιους και το Έθνος.
 
ΕΧΟΝΤΑΣ το πιο πάνω σκεπτικό ως επιδιωκόμενο στόχο, δεν αξιολόγησαν σωστά και δεν εκμεταλλεύτηκαν τον πολιτιστικό πλούτο που έφερναν μαζί τους οι νεοφερμένοι.

ΣΤΗΝ ξενοφοβία που είχε ως αποτέλεσμα στο να «κουμπωθούν» και απέναντι στις διαφορετικές μεταναστευτικές κουλτούρες, οφείλεται και η στάση της Αυστραλίας απέναντι στους πρόσφυγες.

ΤΗ διάλεξη παρακολούθησαν πάνω από 80 άτομα, ανάμεσα στους οποίους ήταν και αρκετοί μη Έλληνες συμπολίτες μας.

ΟΣΟ για τον Νίκο Παπαστεργιάδη ήταν, για άλλη μια φορά, συνοπτικός, συγκεκριμένος και διεισδυτικός στις αναφορές του, πράγμα που ενθουσίασε το ακροατήριό του.

ΝΑ τονίσω εδώ ότι και προχθές το βράδυ απουσίαζαν χοντρικά αυτοί που θα έπρεπε να βρίσκονται εκεί.

ΕΝΝΟΩ όλους αυτούς που ασχολούνται με τον πολυπολιτισμό και με θέματα που αφορούν τους μετανάστες. Και μετά μου λέτε γιατί πάμε όπως πάμε.

ΚΑΙ δύο κουβέντες για το μεγάλο θέαμα των ημερών: τους Ολυμπιακούς Αγώνες.

ΔΕΝ ξέρω ποια είναι η δική σας άποψη για το θέμα, αλλά εγώ δεν αισθάνομαι καθόλου υπερήφανος ούτε για τις επιδόσεις των Ελλήνων αθλητών ούτε γι’ αυτές των Αυστραλών.

ΚΑΙ, εντάξει, οι δικοί μας δικαιολογούνται αφού η οικονομική κρίση που μαστίζει τη χώρα εδώ και μια τριετία έχει κάνει κουρελού τη ψυχολογία τους.

ΠΩΣ να πας να αγωνιστείς για λογαριασμό ενός Έθνους, που σου έχει μειώσει κατά 30% τις απολαβές και έχει ρίξει στα Τάρταρα το εθνικό όραμα της συνταξιοδότησης;

ΟΠΩΣ θα έλεγε και ο παππούς μου «νηστικό αρκούδι δεν χορεύει». Και το μοναδικό μετάλλιο που πήραμε (στο τζούντο) το πήραμε χάρη στην επέμβαση του…  θεού των Ελλήνων.

ΕΚΕΙΝΟ που δεν κατάλαβα ακούγοντας τον ολυμπιονίκη μας, Ηλία Ηλιάδη, να ευχαριστεί (τρεις φορές!) το θεό για τη βοήθειά του, είναι η τεμπελιά τρόπον τινα του θεού μας.

ΔΗΛΑΔΗ, μπήκε που μπήκε στο κόπο να παρακολουθήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου και να βοηθήσει τον Ηλία, γιατί δεν τον βοηθούσε λίγο ακόμα να πάρει χρυσό;

ΣΥΓΝΩΜΗ, αλλά να σε βοηθήσει ολόκληρος Θεός και να πάρεις χάλκινο μετάλλιο σημαίνει ότι, είτε σε βοήθησε «για τα μάτια του κόσμου» είτε ήταν κατώτερος σε δύναμη από τους θεούς που βοήθησαν τους άλλους δύο αθλητές που πήραν το χρυσό και το αργυρό αντίστοιχα.

ΝΟΜΙΖΩ ότι έτσι όπως πάμε ως Έθνος, σύντομα θα μας εγκαταλείψουν όχι μόνο η τρόικα και οι εταίροι μας, αλλά και ο…  θεός μας.

ΟΣΟ για τους Αυστραλούς αθλητές δεν έχουν καμία δικαιολογία, γι’ αυτό και ο λαός παρακολουθεί τα όσα συμβαίνουν και δεν πιστεύει στα μάτια του.

ΕΧΕΙ περάσει μια βδομάδα από την έναρξη των Αγώνων και η χώρα έχει πάρει μόνο ένα χρυσό μετάλλιο.

ΕΤΣΙ και συνεχιστεί η γκίνια και την επόμενη βδομάδα, θα πληγωθεί θανάσιμα η εθνική υπερηφάνεια του αυστραλιανού λαού, όπως τρεφόταν τις τελευταίες Ολυμπιάδες με χρυσά μετάλλια.

ΑΥΤΑ για σήμερα, να είστε όλοι καλά και θα τα πούμε από βδομάδα. Γεια χαρά.